Τα «Σκοτεινά χρόνια» ή αλλιώς «Ο Μεσαίωνας». Ετσι ονομάζει ο Μίλο Ράου το δεύτερο μέρος της «Ευρωπαϊκής Τριλογίας» του με θέμα την πρόσφατη ιστορία των πολέμων στην Ανατολική Ευρώπη και στα Βαλκάνια. Μη φαντάζεστε όμως μεγαλεπήβολες σκηνές μάχης, ερειπίων και πολιτικών διαβουλεύσεων. Η Ιστορία εδώ αναβλύζει από τις αναμνήσεις απλών ανθρώπων που την έζησαν στο πετσί τους. Ενας-ένας, οι τέσσερις πρωταγωνιστές της παράστασης που είδαμε προ ημερών στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών κάθονται μπροστά από την κάμερα που βρίσκεται επί σκηνής. Τα πρόσωπά τους προβάλλονται μεγεθυσμένα στην οθόνη πάνω από το ταπεινό σκηνικό ενός σαλονιού. Χωρίς πολλά-πολλά αρχίζουν να μας ταξιδεύουν στο παρελθόν και στο παρόν τους.
Ο Σούμπντιν, μουσουλμάνος από τη Βοσνία, ήταν 18 ετών όταν οι Σέρβοι εισέβαλαν στο χωριό του. Βίωσε όλη τη φρίκη της «εθνοκάθαρσης», των αλλεπάλληλων διωγμών και των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Τώρα εργάζεται σε μια Μη Κυβερνητική Οργάνωση που βοηθάει τους συγγενείς των θυμάτων πολέμου να εντοπίσουν τα αγαπημένα τους πρόσωπα στους μαζικούς τάφους της περιοχής. «Νούμερο 1 στην αναγνώριση πτωμάτων οι Βόσνιοι» σχολιάζει ειρωνικά. Πρόσφατα βρήκε τα κόκαλα του δικού του πατέρα που σκοτώθηκε από τους Σέρβους μέσα σε ένα πηγάδι.
Διαμελισμένα σώματα


Η Βεντράνα αφηγείται τις εμπειρίες της από την πολιορκία του Σαράγεβο αλλά και από τη ζοφερή μεταπολεμική περίοδο. Θυμάται πώς σώθηκε από θαύμα όταν μια μέρα οι οβίδες έπεφταν βροχή στο κέντρο της πόλης, που πλημμύρισε διαμελισμένα σώματα: «Αυτή ήταν η Κόλαση του Δάντη» λέει καθώς περιγράφει τις τρομερές εικόνες. Στο σπίτι τους έκαιγαν λαστιχένια παπούτσια στη σόμπα, «επειδή το λάστιχο αργεί να καεί και σου δίνει χρόνο να μαγειρέψεις, ενώ τα ρούχα καίγονται αμέσως» λέει χαμογελώντας. Τώρα είναι ηθοποιός στο Εθνικό Θέατρο της Βοσνίας.
Ο Μάνφρεντ είναι κι αυτός ηθοποιός. Γεννήθηκε το 1942 στη Βρέμη. Οι δικές του αναμνήσεις αφορούν τη σκληρή καθημερινότητα της μεταπολεμικής περιόδου, τα δελτία τροφίμων, την ανεργία, τον πατέρα του που επέστρεψε αγνώριστος από την αιχμαλωσία και έχτισε ένα σπίτι με τα ίδια του τα χέρια. Η Βάλερι μετανάστευσε στη Γερμανία με τη μητέρα της από το Καζάν της Ρωσίας όταν οι γονείς της χώρισαν. Αγαπούσε για χρόνια τη σιωπή, μέχρι που την ανακάλυψε ο σπουδαίος σκηνοθέτης Ντίμιτερ Γκότσεφ και «άρχισε να χτίζει πάνω στο βουβό μου πρόσωπο». Μαζί έκαναν τον γύρο του κόσμου ερμηνεύοντας τη «Μηχανή Αμλετ». Τώρα εργάζεται ως κουκλοπαίχτρια.

«Από όλα τα μεγάλα θέματα που μας έχουν απασχολήσει τα τελευταία χρόνια –τους φανατικούς πολεμιστές και τους ακροδεξιούς λαϊκιστές που έχουμε βγάλει στη σκηνή και στην κάμερα –είναι τα «μικροπράγματα», οι προσωπικές ιστορίες που έχουν αντέξει περισσότερο»
είπε ο Μίλο Ράου σχολιάζοντας το πρώτο μέρος της Ευρωπαϊκής Τριλογίας με τίτλο «Civil Wars». Το ίδιο συναίσθημα γεννά και το «Dark Ages» που είδαμε προ ημερών στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών.
Ειλικρίνεια και ανθρωπιά


Το σπουδαιότερο προσόν της παράστασης αποδεικνύεται η ειλικρίνεια, η απλότητα και η ανθρωπιά της. Καμία απόπειρα μεγαλόσχημων δηλώσεων ή πολιτικών κηρυγμάτων δεν επιχειρείται. Η πολιτική ταυτότητα του εγχειρήματος αναδύεται αβίαστα μέσα από τις μαρτυρίες των συμμετεχόντων και την αφοπλιστική γοητεία των ιστοριών τους. Καθώς τα πρόσωπά τους προβάλλονται σε ασπρόμαυρο φιλμ, αναδίδουν μια έντονη vintage αίσθηση –σαν να παρακολουθούμε οθόνη παλιάς τηλεόρασης. Η φυσικότητά τους υποδειγματική. Κανένα δράμα, καμία υπερβολή στην ερμηνεία τους, κι ας διηγούνται τρομακτικά γεγονότα που κατέστρεψαν τις οικογένειές τους. Κείμενα μεστά, καλογραμμένα, με επιλεγμένες δόσεις καυστικής ειρωνείας ή οργής. «Κανένα μνημείο. Καμία δικαιοσύνη. Τη χέζω την Ευρώπη σήμερα» λέει ήρεμα ο Βόσνιος Σούμπντιν. «Το στρατόπεδο συγκέντρωσης ανήκει σε βρετανική εταιρεία. Αυτοί που σκότωναν δουλεύουν τώρα ως σεκιουριτάδες».
Κι όμως, το «The Dark Ages» δεν αφήνει επίγευση πίκρας ή απαισιοδοξίας. Αντιθέτως, προσφέρει το αναζωογονητικό συναίσθημα ότι μπορεί κανείς να επιβιώσει της φρίκης χωρίς να χάσει την ανθρωπιά του. Να ξαναδώσει νόημα στη ζωή του. Και φυσικά, να μη σταματήσει να θυμάται και να μοιράζεται τις εμπειρίες του με όποιον τρόπο μπορεί: έτσι συνεχίζει να γράφεται η Ιστορία και έτσι πραγματοποιείται η τελευταία πράξη αντίστασης ενάντια στη λήθη των νεκρών και των σφαγιασμένων.
Το θέατρο ως «δικαστήριο»


O 39χρονος σκηνοθέτης από την Ελβετία αφοσιώθηκε ολόψυχα την τελευταία δεκαετία στο θέατρο-ντοκουμέντο. Εχει σπουδάσει κοινωνιολογία, γερμανική λογοτεχνία και ρωμανικές γλώσσες στη Ζυρίχη, στο Βερολίνο και στο Παρίσι.Μέντορές του ήταν ο Τοντόροφ και ο Μπουρντιέ. Το 2007 ίδρυσε την εταιρεία International Institute of Political Murder (Διεθνές Ινστιτούτο Πολιτικών Εγκλημάτων), η οποία αναλαμβάνει την παραγωγή όλων των θεατρικών παραστάσεων, ταινιών, ντοκιμαντέρ και βιβλίων που γεννιούνται από τις δουλειές του. Η ομάδα, με επικεφαλής τον σκηνοθέτη, καταπιάνεται συστηματικά με τα πιο καυτά πολιτικά θέματα του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα και των αρχών του 21ου: τη γενοκτονία της Ρουάντα, τον πόλεμο στο Κονγκό (γνωστό και ως Αφρικανικό Παγκόσμιο Πόλεμο), το μεταναστευτικό ζήτημα, τη φίμωση των καλλιτεχνών στο καθεστώς Πούτιν, την περίπτωση του νορβηγού τρομοκράτη Αντερς Μπρέιβικ, την πτώση του δικτάτορα Νικολάι Τσαουσέσκου.
Κάθε πρότζεκτ συνδυάζεται με εκτενή ιστορική έρευνα, συνεντεύξεις από ανθρώπους που βίωσαν τα γεγονότα στη χώρα τους, μελέτη ντοκουμέντων, καθώς και ταξίδια του ίδιου του Ράου και συνεργατών του σε επίμαχες περιοχές όπως η Αφρική. Πολύ συχνά η φόρμα που επιλέγεται για τη θεατρική αναβίωση ενός ιστορικού γεγονότος είναι αυτή της δίκης: για παράδειγμα, στην περφόρμανς με τίτλο «The Moscow Trials» (2013) ο Ράου και οι συνεργάτες του έστησαν τριήμερο θέαμα στο Κέντρο Σαχάροφ της Μόσχας με στόχο την επανεκδίκαση της υπόθεσης των Pussy Riot, του ρωσικού γυναικείου πανκ-ροκ συγκροτήματος που καταδικάστηκε για «χουλιγκανισμό υποκινούμενο από θρησκευτικό μίσος» επειδή πραγματοποίησαν μια «προκλητική» εμφάνισηκατά του Πούτιν στις εκλογέςτου 2012 σε εκκλησία της Μόσχας.
Ο «τσάρος» στο εδώλιο


Η παράσταση του Ράου προσπάθησε να εκθέσει τον μηχανισμό που έστησε το κράτος Πούτιν εναντίον όλων των «ενοχλητικών» καλλιτεχνών, πολλοί από τους οποίους αναγκάστηκαν να φύγουν από τη χώρα ή να ζουν κρυμμένοι. Η θρησκεία εναντίον της τέχνης και η «αληθινή» εναντίον της αντιφρονούσας Ρωσίας. Στη σκηνή –ένα ομοίωμα αίθουσας δικαστηρίου –δεν υπήρχαν ηθοποιοί αλλά πρωταγωνιστές της αληθινής ζωής: επαγγελματίες δικηγόροι, ένας δικαστής, μάρτυρες και ειδικοί όλων των πολιτικών αποχρώσεων. Το τέλος δεν ήταν προαποφασισμένο. Η διαδικασία εκτυλίχθηκε κανονικά με καταθέσεις, εξέταση μαρτύρων κ.ο.κ. Στόχος να απαντηθεί το ερώτημα: Παραβιάζουν οι πολιτικές του Πούτιν τα ανθρώπινα δικαιώματα και το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης; Ή είναι η τέχνη αυτή που επιτίθεται στο θρησκευτικό αίσθημα των πολιτών; Ενα σώμα ενόρκων αποτελούμενο από επτά Μοσχοβίτες έβγαλαν τελικά απόφαση: αθωωτική για τους καλλιτέχνες, αν και με μικρή πλειοψηφία.
Η τριήμερη δίκη δεν εκτυλίχθηκε ομαλά. Στην αίθουσα εισέβαλαν εκπρόσωποι των ρωσικών αρχών, καθώς και μονάδες κοζάκων. Δημιουργήθηκε μεγάλο σκάνδαλο, ενώ στον σκηνοθέτη επιβλήθηκε απαγόρευση εισόδου στη χώρα. Η περφόρμανς αποτέλεσε τη βάση της ομότιτλης ταινίας που καταγράφει όλη τη διαδικασία, καθώς και το ιστορικό και πολιτικό υπόβαθρο.
Η πολιτική τέχνη σήμερα


H φόρμα του θεάτρου-ντοκουμέντου που έχει επιλέξει ο Ράου δεν μπορεί να μη φέρει στο μυαλό την «Ανάκριση» του Πέτερ Βάις, θεατρικό έργο του 1965 που βασίστηκε εξ ολοκλήρου στα πρακτικά της δίκης του Αουσβιτς (η οποία διεξήχθη στη Φρανκφούρτη από το 1963 ως το 1965). Πώς όμως αισθάνεται ο ίδιος ο σκηνοθέτης για τις δυνατότητες και τις προοπτικές του πολιτικού θεάτρου σήμερα; «Βρισκόμαστε, νομίζω, σε μια περίοδο που οι καλλιτέχνες κάνουν πολιτική τέχνη που δεν είναι απαραίτητα σουρεαλιστική, ούτε αναρχική ούτε ειρωνική» δήλωνε ο Ράου σε παλαιότερη συνέντευξή του. «Είναι ένας τρόπος «κανονικός», αν μπορώ να τον χαρακτηρίσω έτσι, σε στυλ Ζαν-Πολ Σαρτρ ή Αλμπέρ Καμύ. Για μένα τίθεται το ερώτημα αν οι καλλιτέχνες δημιουργούν ένα είδος πνευματικής πλατφόρμας για να εκφράσουν τις απόψεις τους ή αν επιθυμούν να αφήσουν τα πράγματα να εξελιχθούν σε αυτή την πλατφόρμα με απρόσμενο τρόπο. Στην παράσταση για το Κονγκό, για παράδειγμα, όπου στήσαμε μια εξεταστική επιτροπή στο Μπουκαβού, προσκαλέσαμε επιζώντες μαζί με αντάρτες και στρατηγούς και αφήσαμε τα πράγματα να πάρουν τον δρόμο τους χωρίς να γνωρίζουμε εκ των προτέρων τι μπορεί να συμβεί και ποιο θα ήταν το πόρισμα».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ