Ο σκηνοθέτης και καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου Στάθης Λιβαθινός, λίγο πριν από την πρεμιέρα της «Αντιγόνης» του Σοφοκλή, δίνει το στίγμα της θητείας του στην πρώτη σκηνή της χώρας και απαντά για καλλιτεχνικά σχέδια και οικονομικά προβλήματα, οράματα, συνεργάτες και εχθρούς.
–Κύριε Λιβαθινέ, ποιο είναι το στίγμα του ρεπερτορίου σας;
«Το στίγμα έρχεται σαν αποτέλεσμα. Είναι ένα ρεπερτόριο που αφορά μια καλλιτεχνική πλευρά του θεάτρου. Δεν επαφίεται σε εμπορικές επιλογές αλλά στη σταδιακή μετατροπή του Εθνικού σε ένα ανσάμπλ (σ.σ.: ensemble = σύνολο). Περιέχει ανθρώπους που συνεργάζονται για πρώτη χρονιά, ενώ υπάρχει σαφής διάθεση να δώσουμε ταυτότητα στις σκηνές. Μαζί με τον στενό μου συνεργάτη Θοδωρή Αμπαζή κάνουμε ένα άνοιγμα στον χορό και στη μουσική. Είναι ένα πρώτο βήμα. Δεν είμαστε στην εποχή που το κοινό πηγαίνει στα εμπορικά ονόματα, παρ’ όλο που πολλά από αυτά είναι αξιοσέβαστα και θα είναι στο μέλλον συνεργάτες μας».
–Ποια είναι η οικονομική κατάσταση του Εθνικού; Τι παραλάβατε;

«Στην ουσία απευθύνουμε πρόσκληση για χορό μέσα σε ένα ασανσέρ. Παρότι υπάρχει δημοσιονομικό κενό, το Εθνικό Θέατρο παραμένει ένας υγιής οργανισμός. Και έτσι θα συνεχίσει να είναι. Η χρονιά που πέρασε δεν ήταν απλή. Υιοθετήσαμε το ρεπερτόριο σαν να ήταν δικό τους και δικό μας μαζί. Τα έσοδα δεν ήταν εκείνα που θα περίμενε κάποιος. Ο προϋπολογισμός δεν φτιάχτηκε από εμάς. Το ότι δεν απέδωσαν τα εισιτήρια δεν είναι ευθύνη κανενός. Ηταν μια χρονιά δύσκολη, με capital controls…».
–Πού οφείλεται αυτό το κενό;
«Από το 2013 και μετά η δημοσιονομική κατάσταση του Εθνικού εκτροχιάστηκε σε επικίνδυνο βαθμό και αυτό αποδεικνύεται με επίσημα έγγραφα. Η μισθοδοσία αυξήθηκε από το 2013 στο 2014 κατά ενάμισι εκατομμύριο ευρώ και παρέμεινε εκεί το επόμενο διάστημα. Αυτό μπορεί να ονομαστεί ανθρωπιστική πολιτική ή δίνω δουλειά σε όλους, αλλά εδώ μιλάμε για δημόσιο χρήμα. Και το χρήμα αυτό έχει αρχή και τέλος. Το ότι είναι δημόσιο δεν το κάνει λιγότερο πολύτιμο».
–Τώρα πώς είναι η κατάσταση;
«Η επιχορήγηση είναι 5,7 εκατομμύρια ευρώ. Τα πολλά λεφτά διευκολύνουν, αλλά δεν καθορίζουν τις επιλογές. Τι πρέπει να κάνουμε; Να μένουμε εντός προϋπολογισμού, να διορθώνουμε γρήγορα τα λάθη μας, γιατί σίγουρα θα κάνουμε, να αξιοποιούμε τους χώρους και τις χορηγίες μας, να κάνουμε σωστή στρατηγική. Και να φτάσουμε τη μισθοδοσία σε όρια που να μπορεί να αντέξει το Εθνικό, χωρίς να γίνουμε σκληροί ή απάνθρωποι».
–Μετανιώσατε που διατηρήσατε το ρεπερτόριο του Σωτήρη Χατζάκη;

«Καθόλου, ποτέ. Θεωρώ μεγάλο κέρδος ότι ο Σωτήρης Χατζάκης ολοκλήρωσε την παράστασή του στην Κεντρική Σκηνή. Οπως θεωρώ μεγάλο κέρδος ότι καλλιτέχνες όπως ο Ζούλιας, η Μπρούσκου ή ο Σταμάτης Φασουλής κατάφεραν και έκαναν αξιοπρόσεκτες εργασίες».
–Ωστόσο δεν βλέπω στο ρεπερτόριό σας το μεγάλο λαϊκό θέαμα για τον πολύ κόσμο…
«Το τι σημαίνει λαϊκό και τι όχι επιτρέψτε μου να θέλω να το ξαναανακαλύψω και να το ξαναπιστέψω. Συνήθως είναι ένας παραμορφωτικός καθρέφτης για να βλέπει το κοινό τη φάτσα του και να λέει τι φτηνό γούστο που έχω…».
–Ταυτίζετε την έννοια του εμπορικού μόνο με αυτήν του φτηνού;
«Η μεγάλη λαϊκή παράσταση δεν είναι απαραίτητα το ζητούμενο. Θέλουμε το κοινό να πλησιάσει το Εθνικό Θέατρο σαν ένα απολύτως ποιοτικό θέατρο, που οι επιλογές του είναι καλού γούστου και σύγχρονης αισθητικής σε πολλά επίπεδα, σαν σε ένα φεστιβάλ θεάτρου. Κι έτσι να προκύψει μια καινούργια λαϊκή πραγματικότητα. Για μένα ο Πίτερ Μπρουκ και ο Τζόρτζιο Στρέλερ είναι λαϊκοί. Και στις δικές μου παραστάσεις στο ίδιο αποσκοπώ».
–Δεν σας ενδιαφέρει ο πολύς κόσμος;

«Τι σημαίνει «πιάνω τον κόσμο»; Είναι μια φιλοσοφία και μια αισθητική απέναντι σε μια ολόκληρη κοινωνία. Το θέμα μου δεν είναι να δώσω κάτι αναμενόμενο ή φανερά εμπορικό για να έρθει. Αυτή τη στιγμή έχουμε να κάνουμε με μια πρωτοφανή πραγματικότητα. Από του χρόνου σε κάθε μας σκηνή θα υπάρχει μια βραδιά με εισιτήριο 5 ευρώ. Αλλά δεν θα κάνουμε έκπτωση στα όνειρά μας, δεν θα κάνουμε εμπορικότερες επιλογές για να έρθει το πόπολο. Θα έχουμε ποιοτικά κριτήρια. Γιατί ακόμα και η επιθεώρηση μπορεί να γίνει απολύτως ποιοτικά. Το θέμα δεν είναι τι κάνεις αλλά πώς το κάνεις».
–Η επαναλειτουργία της Πειραματικής Σκηνής σάς ικανοποίησε;

«Δεν θα μπορούσα να είμαι ευχαριστημένος από μια πρώτη χρονιά. Η Πειραματική έδειξε τις δυνατότητές της. Κινήθηκε με πληρότητα 80%. Εκανε ένα πρώτο βήμα. Προσέλκυσε νεανικό κοινό και έδειξε ένα πολιτικό προφίλ που χρειάζεται στην εποχή μας. Θα ήθελα τις επιλογές της πιο ακραίες και πιο οριακές».
–Αναφέρεστε στην υπόθεση «Nash»;
«Μιλάω γενικά. Οσο για το «Nash», άθελά μας προκαλέσαμε πόνο και αγανάκτηση σε ανθρώπους που είχαν θύματα από την τρομοκρατία. Ανέλαβα προσωπικά την ευθύνη για όλο αυτό με μια απόφαση που ήταν από τις πιο επώδυνες της ζωής μου».
–Να την κατεβάσετε;
«Ναι. Τραβώντας μια διαχωριστική γραμμή και από δεξιά και από αριστερά, απέναντι στον κανιβαλισμό του θεάτρου, και δη του Εθνικού. Το θέατρο δεν μπαίνει σε πολιτικά παιχνίδια, παίζει στο τερέν της τέχνης. Αν ήταν σωστή ή όχι η πράξη μου, θα κριθεί αργότερα».
–Η αντιπαράθεση με τον πρόεδρο του ΔΣ παραμένει;
«Το ΔΣ είναι ένας θεσμός που σέβομαι και τιμώ απόλυτα. Νομίζω ότι κάποια μέλη του δεν τίμησαν αυτόν τον θεσμό όπως έπρεπε –γι’ αυτό έγιναν κάποιες αλλαγές. Αν με ρωτάτε πώς είναι οι σχέσεις μου με τον πρόεδρο, θα προτιμούσα να μην απαντήσω. Δεν νομίζω ότι είναι ένας άνθρωπος που με στηρίζει. Υπηρετεί το δικό του όραμα για το Εθνικό και πιθανότατα καλά κάνει».
–Γιατί πιστεύετε ότι ο Θανάσης Παπαγεωργίου είναι απέναντί σας;
«Δεν θέλω να δημιουργήσω αιχμές. Προχωράω μαζί με τους συνεργάτες μου και δεν υπάρχει σχέδιο και όραμα που να μην πραγματοποιήσουμε. Αν κάποιος από το Συμβούλιο δεν μας στηρίζει και δεν μας τιμά, αυτό δεν πρόκειται να μας σταματήσει. Μας στηρίζουν το ίδιο το Εθνικό και ο κόσμος του. Οποιος θέλει μας ακολουθεί».
–Δύο βασικοί στόχοι σας είναι η ανανέωση της Δραματικής Σχολής και η ίδρυση του Τμήματος Σκηνοθεσίας. Θα γίνουν;
«Φυσικά. Θα αλλάξουμε τα θεμέλια της Σχολής και θα τη βάλουμε στον 21ο αιώνα με πρώτο βήμα τη μετατροπή της σε ανώτατη. Θα φτιάξουμε το Τμήμα Σκηνοθεσίας και Σκηνογραφίας Θεάτρου. Το έχουμε συζητήσει με τον υπουργό, κι εκείνος σαν άνθρωπος φωτισμένος που είναι μας στηρίζει. Από το 2003 έχουμε αρχίσει, όταν λειτούργησε για πρώτη φορά το Εργαστήριο Σκηνοθεσίας στην Πειραματική από τον Νίκο Κούρκουλο. Και θα γίνει θεσμός. Πολλοί αντιστάθηκαν, και μάλιστα με τρομερό ζήλο. Ποιος μπορεί να βγει ωφελημένος από μια καθυστερημένη θεατρική παιδεία; Δεν καταλαβαίνω».
–Εχετε συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα;

«Το Τμήμα Σκηνοθεσίας έχει σχεδόν εγκριθεί κι εφέτος θα γίνει η επεξεργασία του προγράμματος. Νομίζω ότι από του χρόνου θα έχουμε εξασφαλίσει τους πόρους για να λειτουργήσει. Αλλωστε προβλέπεται από τον νόμο. Μια τυπική έγκριση του Συμβουλίου χρειάζεται, τίποτε άλλο».
–Διευθυντή στη σχολή θα βάλετε;
«Ανέλαβα την πρώτη χρονιά θέλοντας να δείξω ότι ο διευθυντής του Εθνικού έχει άμεση ευθύνη και όραμα για την παιδεία που θα προέρχεται από τη σχολή. Σύντομα θα ανακοινωθεί ο νέος διευθυντής».
–Εκτός από τους Ρώσους, θα συνεργαστείτε και με άλλους;
«Εχουμε ξεκινήσει διάλογο και με άλλα θέατρα της Ευρώπης, στη Γαλλία, στην Ιταλία, στα Βαλκάνια, αλλά και το ρώσικο θέατρο είναι κοντά μας. Αποσκοπώ σε έναν διάλογο, γιατί κι εμείς έχουμε πολλά να δώσουμε».
–Ποιους θέλετε να καλέσετε στο Εθνικό;
«Δεν υπάρχει άξιος άνθρωπος του θεάτρου που θα μείνει εκτός Εθνικού από εμάς. Αναρωτιέμαι αν ο Γιώργος Κιμούλης έχει υπηρετήσει ποτέ το Εθνικό. Τον έχω ήδη προσκαλέσει. Ο Θόδωρος Τερζόπουλος; Θα έπρεπε να είναι εδώ».
–Μετά την «Αντιγόνη» έπεται άλλη σκηνοθεσία σας;

«Τη σεζόν 2016-2017, όχι. Φιλοδοξώ να ασχοληθώ με το παιδικό θέατρο».
–Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;
«Σχεδιάζουμε και θα αναγγείλουμε το ρεπερτόριο της επόμενης διετίας (2017-2019). Μπορώ ήδη να πω ότι η πρώτη παράσταση της περιόδου 2017-18 στην Κεντρική θα είναι ο «Πέερ Γκιντ» του Ιψεν σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Λιγνάδη –μια πρόταση που δεν μπόρεσε να ενταχθεί στο εφετινό ρεπερτόριο».
–Ηταν όνειρο ζωής για εσάς η διεύθυνση του Εθνικού;
«Οχι, δεν ήταν. Οι άνθρωποι που καθόρισαν την πορεία μου στο θέατρο ήταν άνθρωποι αφιερωμένοι στο θέατρο».
–Σύντομα θα αποκτήσετε τέταρτη κόρη. Ευτυχής;
«Θα νιώθω πολύ ευτυχής όταν αποκτήσω τη δέκατη κόρη, γιατί έτσι θα έχω έναν ολόκληρο Χορό αρχαίας τραγωδίας και θα μπορώ να κάνω πρόβες σπίτι μου».
«Δεν είναι επανάσταση να λες την αλήθεια»

Η «Αντιγόνη» του Σοφοκλή είναι η δεύτερη σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού στο αρχαίο δράμα (2003, «Μήδεια» του Ευριπίδη) και η δεύτερη κάθοδος στην Επίδαυρο.

«Χαίρομαι που η δική μου Αντιγόνη είναι ένα παιδί από εκείνα που θεωρούνται χαμένη γενιά για την Ελλάδα. Αλλά δεν θα είναι χαμένη. Θα έχει τη δική της ιδεολογία και θα πληρώσει το τίμημα της δικής της ειλικρίνειας. Δεν είναι επανάσταση να λες την αλήθεια. Είναι αυτονόητος λόγος για να υπάρχεις. Η δική μου Αντιγόνη έχει όλο το πάθος, τη δύναμη και την όρεξη για ζωή που έχουν τα σημερινά παιδιά που μπαίνουν σε μια κοινωνία μισοκατεστραμμένη και προσπαθούν να στήσουν τη δική τους πραγματικότητα. Το θέμα της σύγχρονης τραγωδίας είναι όταν νέοι άνθρωποι χάνονται. Καμιά επανάσταση δεν μπορεί να δώσει πίσω τη ζωή» λέει ο σκηνοθέτης που συνδυάζει και τιμά στη διανομή όλες τις γενιές.
«Η Αντιγόνη μοιάζει καλλιτέχνις. Γιατί η μοναξιά στη ζωή είναι σημαντική αρετή. Δεν είναι ηρωίδα. Γίνεται μπροστά στα μάτια μας. Ο Κρέων είναι η άλλη μισή αλήθεια. Τον συμπονώ. Δεν θέλει παρά το καλό της κοινωνίας. Θα μπορούσε να γίνει ένας πολύ καλός βασιλιάς. Δυστυχώς είχε απέναντί του έναν απόλυτο άνθρωπο, ειλικρινή και βαθύτατα συναισθηματικό. Ο Κρέων έσπρωξε τα πράγματα στα άκρα» καταλήγει.

πότε & πού:

Η πρεμιέρα της «Αντιγόνης» θα πραγματοποιηθεί στους Δελφούς την Πέμπτη 7 Ιουλίου. Παραστάσεις στην Επίδαυρο 15 & 16/7.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ