Ενα είναι το σίγουρο: το 2016 δεν είναι μια καλή χρονιά για τη μουσική. Δύο από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες της σύγχρονης μουσικής έφυγαν αφήνοντας τεράστιο κενό που δύσκολα θα αναπληρωθεί. Μετά τον Nτέιβιντ Μπόουι, ο Πρινς βρέθηκε νεκρός στα 57 του στη δική του Neverland, τη γνωστή έπαυλή του και στούντιο Paisley Park.
Δεν τολμάς καν να πεις ότι πέθανε σε μια πολύ δημιουργική φάση της καριέρας του γιατί ολόκληρη η καριέρα του, από τα 18 που άφησε για πρώτη φορά το δισκογραφικό στίγμα του, ήταν το ίδιο έντονη και δημιουργική. Το σίγουρο είναι πως έχοντας κατά τη συνήθη τακτική κυκλοφορήσει δύο άλμπουμ μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα και πραγματοποιώντας την περιοδεία «Piano and a Microphone» αλλά και με την αυτοβιογραφία του «The Beautiful Ones» σε εξέλιξη, ο θάνατος ήταν το τελευταίο πράγμα που θα περίμενε κάποιος.
Νομίζω ότι η σπουδαία Αρίθα Φράνκλιν μιλώντας για τον χαμό του έθεσε πολύ εύστοχα σε μία πρόταση την ουσία της ύπαρξης του Πρινς σε αυτόν τον πλανήτη: «Ενα πολύ, πολύ ιδιαίτερο πλάσμα που ήταν μέσα στη μουσική –ήταν η μουσική η ίδια στο μάξιμουμ, ένας εξερευνητής και από εκείνους τους καλλιτέχνες που έμπαιναν στο στούντιο και έμεναν στο στούντιο». Αυτό ήταν ο Πρινς. Η μουσική η ίδια. Ενας καλλιτέχνης που δεν άφησε ποτέ την ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Μινεάπολη, προκειμένου να ζήσει την έντονη ζωή των μεγάλων μητροπόλεων και που ζούσε ουσιαστικά σε ένα τεράστιο στούντιο, όπου καλούσε καθημερινά μουσικούς, έκανε πρόβες και ηχογραφούσε κάτι. Ανεξάντλητος από την αρχή ακόμη, όταν η Warner του έδωσε το ελεύθερο να μπει στο στούντιο και να ηχογραφήσει ό,τι ήθελε αυτός. Αλμπουμ όπως το «For You», «Prince» και «Dirty Mind» αναδιαμόρφωσαν όχι μόνο το λεξιλόγιο της μαύρης μουσικής αλλά της μουσικής γενικότερα. Οροι όπως νεοφάνκ, νιου γουέιβ φανκ και «ήχος της Μινεάπολης» είναι κάποιοι από αυτούς που εμφανίστηκαν τότε στις αρχές της δεκαετίας του ’80. Και είναι εκείνο το ίδιο διάστημα, επί της προεδρίας Ρίγκαν, όπου στυλιστικά και στιχουργικά αντιτάχθηκε μιλώντας για ελεύθερο σεξ, για τρίο, για διαφορετικότητα, σπάζοντας ταμπού σε μια Αμερική που βυθιζόταν στον συντηρητισμό και στο κυνήγι μαγισσών για μία ακόμη φορά. Ο νεαρός Πρινς παίζοντας με τα φύλα όπως ο Μπόουι, με όχημα την πιο σέξι φανκ μουσική, όπως ο Tζέιμς Μπράουν, και με τη δεξιοτεχνία ενός Χέντριξ σκηνοθετούσε ως την τελευταία σκηνή ο ίδιος τον εαυτό του. Με το «Purple Rain» ήρθε η ολοκληρωτική και παγκόσμια αναγνώριση. Με το «Around The World In One Day» απέδειξε ότι δεν συμβιβαζόταν και θα έπαιρνε πάντα ρίσκο προκειμένου να προχωρήσει. Και με το «Sign ‘O The Times» άφησε για πάντα τη σφραγίδα του στη μουσική του 20ού αιώνα. Με τα «Diamond and Pearls» και «Musicology» απέδειξε πως, όταν ήθελε, επέστρεφε στο παιχνίδι της κορυφής.
Πολέμησε όσο λίγοι τη μουσική βιομηχανία και κέρδισε. Εκανε πάντα αυτό που ήθελε, έπαιξε με τους δικούς του όρους, ηχογραφούσε όσο συχνά και όποτε ήθελε αυτός –μόνο ο Φρανκ Ζάπα λειτούργησε πριν από αυτόν με τον ίδιο τρόπο –και δεν μεσολαβούσε κανένας μεταξύ αυτού και του κοινού του. Tην περίοδο που υιοθέτησε το σύμβολο αντί ονόματος προκειμένου να δείξει την αντίδρασή του στη μουσική βιομηχανία, έγινε ο πρώτος καλλιτέχνης που λατρευόταν από εκατομμύρια θαυμαστές σε ολόκληρο τον πλανήτη και το κοινό δεν ήξερε πώς ακριβώς να τον αποκαλέσει. Αλλαζε τα μουσικά είδη σαν πουκάμισα, από τη σόουλ, στο φανκ, το ροκ, την ψυχεδέλεια, την τζαζ, την κλασική. Επαιζε όλα τα όργανα μόνος του πολλές φορές και η φωνή του είναι μία από τις πιο αναγνωρίσιμες στην ποπ κουλτούρα. Σέξι όταν έπρεπε, απαλή στις μπαλάντες, σκληρή όταν ρόκαρε αλλά κυρίως γνωστή για το μοναδικό φαλτσέτο που μπορούσε να διαρκέσει όσο ένα ολόκληρο τραγούδι, όπως η τεράστια επιτυχία του «Kiss». Οσο για τη σκηνική παρουσία του όλοι όσοι κατάφεραν να τον δουν επί σκηνής μιλούν για ένα φαινόμενο που παρόμοιο δεν υπήρχε.
Ο Πρινς είχε μικρό μπόι αλλά τεράστιο ταλέντο και με τον θάνατό του όσοι μεγάλωσαν ακούγοντας μουσική στη δεκαετία του ’80 νιώθουν ότι το κενό που δημιούργησαν ο Μάικλ Τζάκσον και η Γουίτνι Χιούστον μεγάλωσε απότομα. Κυρίως όμως ξέρουν ότι ένα τέτοιο ταλέντο γεννιέται μία φορά κάθε αιώνα και προφανώς θα αργήσει πολύ να φανεί το επόμενο. Το παρήγορο είναι τραγούδια όπως τα «I Wanna Be Your Lover», «When Doves Cry»,«Let’s Go Crazy», «Kiss», «Sign ‘O The Times», «Batdance» και οι υπόλοιπες 98 από τις 104 συνολικά επιτυχίες του θα μας συντροφεύουν για πάντα.

ΓΕΝΝΑΙΟΔΩΡΟΣ
Ηταν και γενναιόδωρος. Η καριέρα της Σινέντ Ο’ Κόνορ φτιάχτηκε πάνω στο γνωστό τοις πάσι πλέον τραγούδι του «Nothing Compares 2 U». Η μεγαλύτερη επιτυχία των Bangles ήταν το δικό του «Manic Monday». Η σόουλ ντίβα Chaka Khan έφτασε στην κορυφή με το «I Feel For You». Ενώ η Μαντόνα και η Κέιτ Μπους είναι από τους λίγους καλλιτέχνες που κατάφεραν να ηχογραφήσουν μαζί του.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ