Αν ισχύει ότι η πορεία της ζωής κάποιων ανθρώπων φέρει τη «σφραγίδα» της σημασίας του ονόματός τους, τότε ο Σταύρος Νιάρχος, ο πρωτοπόρος της παγκόσμιας μεταπολεμικής ναυτιλίας, αποτελεί σίγουρα μια τέτοια περίπτωση. Το επίθετο Νιάρχος προέρχεται από το Νέαρχος, που ήταν το όνομα του επικεφαλής ναυάρχου του στόλου του Μεγάλου Αλεξάνδρου, στον οποίον ανήκει ένα από τα μεγαλύτερα κατορθώματα της παγκόσμιας αρχαίας ναυτιλίας: η κάθοδος του Ινδού ποταμού και η ναυτιλία από τις εκβολές του ως τον Περσικό Κόλπο.
Είκοσι χρόνια συμπληρώθηκαν χθες, Σάββατο, από την ημέρα που ο Σταύρος Νιάρχος έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία 87 ετών. Γεννήθηκε στις 3 Ιουλίου 1909, σε μια Αθήνα που έβραζε λίγο πριν από την εκδήλωση του Κινήματος στο Γουδί. Οι γονείς του Σπύρος και Ευγενία, Ελληνες της Αμερικής, τρεις μήνες πριν από τη γέννησή του είχαν πάρει τη μεγάλη απόφαση να αφήσουν τη Νέα Υόρκη και να επιστρέψουν στην πατρίδα. Ο Σπύρος Νιάρχος ήταν έμπορος λαδιού και η Ευγενία Κουμάνταρου κόρη του αλευροβιομηχάνου Σταύρου Κουμάνταρου και αδελφή του επίσης αλευροβιομηχάνου, εφοπλιστή αλλά και βουλευτή των δύο μεγάλων κομμάτων των δεκαετιών του ’20 και του ’30 (Λαϊκό Κόμμα και Κόμμα των Φιλελευθέρων) Νικολάου Κουμάνταρου.
Η αρχή του μεγάλου στόλου


Ζώντας στον Πειραιά ο Σταύρος Νιάρχος δεν θα μπορούσε παρά να αγαπήσει τη θάλασσα και τη ναυσιπλοΐα. Το κολύμπι και οι βόλτες με το πρώτο σκαρί που «καθέλκυσε», σε ηλικία εννέα ετών, μια μικρή βάρκα με πανί, ήταν οι αγαπημένες του ασχολίες. Τα χρόνια πέρασαν και προτού καλά-καλά η Ελλάδα κατορθώσει να διαχειριστεί την τραγική πραγματικότητα της Μικρασιατικής Καταστροφής βιώνει το 1929 και τις συνέπειες της παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης του Μεσοπολέμου. Ο Σταύρος Νιάρχος εν τω μεταξύ φοιτούσε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, η οποία όμως λόγω των οικονομικών συγκυριών δεν στάθηκε ικανή να τον «κρατήσει». Ετσι από την ηλικία των 20 ξεκίνησε να εργάζεται στην οικογενειακή επιχείρηση της μητέρας του, τους μύλους «Ευρώτας» του συνονόματου παππού του και του θείου του Νικολάου. Εκεί βρήκε την ευκαιρία να εκδηλώσει τη σπάνια επιχειρηματική τόλμη και οξυδέρκειά του. Η πρώτη ύλη του εργοστασίου, το σιτάρι, ερχόταν με πλοία κυρίως από τη μακρινή Αργεντινή. Κοιτάζοντας τα χαρτιά με το τόσο υψηλό κόστος των ναύλων είδε τις δυνατότητες κέρδους που προσέφερε ο τομέας των ακτοπλοϊκών μεταφορών και προχώρησε σε μια κίνηση εντελώς αντίθετη προς το γενικότερο οικονομικό κλίμα της εποχής. Αποφάσισε να εμπλακεί με τη ναυτιλία αγοράζοντας έξι φορτηγά πλοία. Ηταν τα έξι πρώτα πλοία ενός στόλου που κάποιες δεκαετίες αργότερα, φτάνοντας στα 80, θα γινόταν ένας από τους μεγαλύτερους στον κόσμο. Ο νεαρός Σταύρος Νιάρχος βρισκόταν στα πρώτα βήματα μιας πορείας που δεν θα την σταματούσε τίποτε και κανείς, ούτε καν ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος.
Στην απόβαση της Νορμανδίας


Οταν η Ελλάδα μπήκε στον πόλεμο και αρκετά μέλη πλούσιων οικογενειών έσπευδαν να βρουν καταφύγιο σε κάποια ασφαλή χώρα του εξωτερικού, ο Νιάρχος έπραξε το ακριβώς αντίθετο: επέστρεψε από το εξωτερικό όπου πλέον ζούσε και δραστηριοποιείτο για να θέσει εαυτόν στην υπηρεσία του βασιλικού πολεμικού ναυτικού με τον βαθμό του σημαιοφόρου. Ηταν μάλιστα ένας από τους 155 Ελληνες που με τις κορβέτες «Τομπάζης» και «Κριεζής» –ο Νιάρχος επέβαινε στο «Κριεζής» –συμμετείχαν τον Ιούνιο του 1944 σε μία από τις ηρωικότερες πολεμικές επιχειρήσεις που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα, την Απόβαση της Νορμανδίας, για την οποία και παρασημοφορήθηκε. Η λήξη του πολέμου τoν βρήκε αλώβητο. Αυτό όμως δεν συνέβη και με τα έξι πλοία του, που είχαν εν τω μεταξύ επιτάξει οι συμμαχικές δυνάμεις για να καλύψουν τις μεγάλες ανάγκες εφοδιασμού και τα οποία καταστράφηκαν ολοσχερώς. Χωρίς δεύτερη σκέψη ο Νιάρχος χρησιμοποίησε το ποσό της αποζημίωσης ως κεφάλαιο για την αναγέννηση του στόλου του, ο οποίος ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο με την απόκτηση πλοίων τύπου Λίμπερτι αλλά και τάνκερ που η αμερικανική κυβέρνηση παραχώρησε με ευνοϊκούς όρους σε έλληνες εφοπλιστές ως αναγνώριση των θυσιών του ελληνικού εμπορικού ναυτικού.
Η κατασκευή των ναυπηγειών


Ο στόλος του Νιάρχου γιγαντώνεται αλλά η δίψα του για περαιτέρω επέκταση σε νέους τομείς της επιχειρηματικότητας δεν σταματά. Ετσι το 1956 υπογράφει με το Ελληνικό Δημόσιο τη σύμβαση της ίδρυσης των Ελληνικών Ναυπηγείων Σκαραμαγκά. Δεν είναι βέβαια μυστικό ότι στην τολμηρή αυτή κίνηση οδηγήθηκε και λόγω του έντονου ανταγωνισμού που είχε με τον Αριστοτέλη Ωνάση, ο οποίος είχε επίσης εκδηλώσει ενδιαφέρον για την κατασκευή ναυπηγείων. Η κατασκευή των Ναυπηγείων ήταν ουσιαστικά η «απάντηση» του Νιάρχου στην αγορά της κρατικής αεροπορικής εταιρείας ΤΑΕ από τον Ωνάση.
Ο Σταύρος Νιάρχος, εκμεταλλευόμενος και τη συγκυρία της κρίσης του Σουέζ και άρα την ανάγκη για κατασκευή μεγαλύτερων πλοίων, κατέστησε τα Ελληνικά Ναυπηγεία μια ισχυρότατη και ιδιαίτερα επικερδή επιχείρηση. Παράλληλα αναλαμβάνει τη διαχείριση των Διυλιστηρίων Ασπροπύργου και συμμετέχει με μεγάλο κεφάλαιο στην εταιρεία Αλουμίνιον της Ελλάδος. Δεν υπήρξε πάντως κίνηση από κάποιον από τους δύο αυτούς έλληνες κροίσους που να έμεινε χωρίς «απάντηση» από τον άλλον. Στα τέλη της δεκαετίας του ’50 ο Νιάρχος αγοράζει το νησί Σπετσοπούλα, στον Αργοσαρωνικό, λίγα χρόνια αργότερα ο Ωνάσης αγοράζει το νησί Σκορπιός στο Ιόνιο. Ο Νιάρχος αποκτά το μεγαλύτερο τότε ιδιωτικό ιστιοπλοϊκό στον κόσμο, μήκους 214 ποδιών, την Κρεολή, και αναθέτει τη διακόσμησή της στον Σαλβαδόρ Νταλί. O Ωνάσης αποκτά τη μηχανοκίνητη θαλαμηγό Χριστίνα, μήκους 325 ποδιών, για να του «απαντήσει» και πάλι ο Νιάρχος με την κατά 50 πόδια μεγαλύτερη επίσης μηχανοκίνητη θαλαμηγό Ατλαντίς Ι. Ο ανταγωνισμός τους αυτός μάλιστα δεν περιορίστηκε μόνο σε άψυχα αγαθά…
Το 1971 ο Νιάρχος παντρεύεται την Τίνα Λιβανού, πρώην σύζυγο και μητέρα των παιδιών του Αριστοτέλη Ωνάση. Η πρώτη προσπάθεια του Σταύρου Νιάρχου να την παντρευτεί πολλά χρόνια νωρίτερα είχε προσπέσει στην άρνηση του πατέρα της λόγω του νεαρού της ηλικίας της. Είναι αξιοσημείωτο πάντως ότι ο γάμος αυτός ήταν ο πέμπτος για τον Σταύρο Νιάρχο, αφού είχαν προηγηθεί οι γάμοι του με την Ελένη Σπορίδη το 1930, τη Μελπομένη Κάππαρη το 1939, την Ευγενία Λιβανού το 1947 και τη δισεγγονή του ιδρυτή της αυτοκινητοβιομηχανίας Φορντ, Σάρλοτ, το 1965, με την οποία απέκτησε και μία κόρη, την Ελενα. Ακόμη όμως και μετά τον θάνατο της Τίνας Λιβανού, το 1974, ο Σταύρος Νιάρχος, βαδίζοντας πλέον στα μέσα της έβδομης δεκαετίας της ζωής του, συνέχισε να έχει στο πλευρό του εντυπωσιακές γυναίκες όπως η Ελέν Ροσά της μεγάλης βιομηχανίας αρωμάτων, η πριγκίπισσα Φιριάλ της Ιορδανίας και η πριγκίπισσα Πινιατέλι.
Σκληρός και φιλέσπλαχνος


Η προσωπική του ζωή μέσα από τους πέντε αυτούς γάμους είναι γεμάτη από λαμπερές στιγμές. Δεν έλειψαν όμως και κάποιες σκοτεινές. Αποκορύφωμα αυτών, ο μυστηριώδης θάνατος της Ευγενίας Λιβανού στις 4 Μαΐου 1970. Σε ηλικία 44 ετών βρέθηκε νεκρή στην οικογενειακή κατοικία στη Σπετσοπούλα φέροντας, σύμφωνα με την ιατροδικαστική εξέταση, σημάδια πάλης και μώλωπες. Αν και η πρόταση του Εισαγγελέα ήταν παραπεμπτική, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών απάλλαξε τον Σταύρο Νιάρχο και η υπόθεση έκλεισε. Επίσημη αιτία θανάτου της Ευγενίας Λιβανού, η υπερβολική λήψη βαρβιτουρικών χαπιών. Λίγα χρόνια πριν είχε προηγηθεί η μεταξύ τους δικαστική διαμάχη η οποία οδήγησε στην κήρυξη του γάμου του Σταύρου Νιάρχου με τη Σάρλοτ Φορντ στο Μεξικό ως ανυπόστατου και στην παραδοχή του Νιάρχου ότι ο γάμος του με την Ευγενία Λιβανού εξακολουθούσε «να υφίσταται,ουδέποτε νομίμως λυθείς».
Ο Σταύρος Νιάρχος ήταν μια πολύπλευρη προσωπικότητα. Σκληρός με τους ανταγωνιστές του, φιλεύσπλαχνος με όσους είχαν ανάγκη. Μανιώδης επιχειρηματίας αλλά και φανατικός φίλος των τεχνών. Αφιέρωσε ένα σημαντικό κομμάτι της έντονης και πολλές φορές περιπετειώδους ζωής του στις τέχνες και στον πολιτισμό. Ηταν εξάλλου ένας από τους μεγαλύτερους συλλέκτες έργων τέχνης παγκοσμίως. Στη συλλογή του, την οποία ανέπτυξε περαιτέρω ο γιος του Φίλιππος, ανήκουν σημαντικότατα έργα των Πικάσο, Βαν Γκογκ, Γκογκέν και Αντι Γουόρχολ.
Ο θάνατος τον βρήκε στις 16 Απριλίου 1996 καταβεβλημένο από μια σπάνια ασθένεια στο ησυχαστήριό του στο Σεν Μόριτζ. Στη διαθήκη του, εκτός από τα παιδιά του Φίλιππο, Σταύρο, Μαρία και Κωνσταντίνο, είχε συμπεριλάβει και τον αγαπημένο του ανιψιό Κωνσταντίνο Δρακόπουλο και τον γιο αυτού, Ανδρέα.

Ενα από τα σημαντικότερα ιδιωτικά ιδρύματα στον κόσμο
Ο Σταύρος Νιάρχος δρομολόγησε τη δημιουργία του ιδρύματός του διαθέτοντας για τις ανάγκες και τους σκοπούς του σημαντικό μέρος της περιουσίας του και θέτοντας σαφείς όρους για τη λειτουργία του. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη διαθήκη του, το 50% των εσόδων του Ιδρύματος θα πρέπει να διατίθεται αποκλειστικά για τη χρηματοδότηση κοινωφελών έργων στην Ελλάδα. Το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος ξεκίνησε να δραστηριοποιείται λίγο μετά τον θάνατο του ιδρυτή του και σήμερα, 20 χρόνια μετά, με κύρια δράση στους τομείς του πολιτισμού, του αθλητισμού, της υγείας και της κοινωνικής πρόνοιας, αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους ιδιωτικούς φιλανθρωπικούς οργανισμούς παγκοσμίως. Ο Ανδρέας Δρακόπουλος, μέλος του διοικητικού συμβουλίου των πανεπιστημίων Rockefeller και Johns Hopkins και μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής του Ινστιτούτου Βιοηθικής Berman, μαζί με τους Φίλιππο και Σπύρο Νιάρχο, προεδρεύουν του διοικητικού συμβουλίου του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, ενώ σύμβουλος του διοικητικού συμβουλίου και μέλος της Εκτελεστικής Διοίκησης του Ιδρύματος είναι από το 2013 ο πρέσβης Βασίλης Κασκαρέλης, ο οποίος στο παρελθόν είχε διατελέσει Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ενωση και στο ΝΑΤΟ. Μέλη του διοικητικού συμβουλίου είναι επίσης ο νομικός Γιώργος Αγουρίδης και ο επίτιμος καθηγητής Βιοχημείας του Πανεπιστημίου της Ζυρίχης δρ Heini Murer.
Σε αριθμούς το κοινωφελές έργο του Ιδρύματος ξεπερνά το 1,5 δισ. ευρώ, έχοντας ενισχύσει μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς σε πάνω από 100 κράτη στον κόσμο. Σημαντικότατη δωρεά του Ιδρύματος αποτελεί φυσικά η κατασκευή του Κέντρου Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ), στο Φάληρο, το οποίο με την ολοκλήρωσή του θα παραχωρηθεί στο Ελληνικό Δημόσιο. Ηταν δέκα χρόνια πριν, το 2006, όταν το ίδρυμα έκανε γνωστή την απόφασή του για τη χρηματοδότηση της δημιουργίας του ΚΠΙΣΝ. Χρειάστηκαν όμως να περάσουν έξι χρόνια για την ολοκλήρωση όλων των απαραίτητων διαδικασιών (νομοθετικές ρυθμίσεις, εκπόνηση μελετών, διενέργεια διαγωνισμού) προτού ξεκινήσει το τεράστιο αυτό έργο που περιλαμβάνει την κατασκευή και τον πλήρη εξοπλισμό των νέων κτιριακών εγκαταστάσεων που θα στεγάσουν την Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος (ΕΒΕ) και την Εθνική Λυρική Σκηνή (ΕΛΣ), που θα αποκτήσουν επιτέλους το σπίτι που τους αξίζει. Την ευθύνη της αρχιτεκτονικής μελέτης αλλά και του συντονισμού της πολυπληθούς ομάδας αρχιτεκτόνων από την Ελλάδα και το εξωτερικό που εργάστηκαν για το έργο έχει ο διεθνούς φήμης αρχιτέκτονας Ρέντσο Πιάνο, στη λίστα των έργων του οποίου μπορεί κανείς να βρει μερικά από τα σημαντικότερα κτίρια των τελευταίων δεκαετιών –ανάμεσά τους το φημισμένο πολιτιστικό κέντρο Μπομπούρ.
Σε μια εποχή που κάθε νέο κτιριακό έργο αντιμετωπίζεται, άλλοτε δίκαια και άλλοτε άδικα, με καχυποψία, για τις περιβαλλοντικές του συνέπειες, το Κέντρο Πολιτισμού του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, περιβαλλόμενο από το συνολικής έκτασης 170.000 τ.μ. πάρκο του, όχι μόνο δεν θα επιβαρύνει αλλά αντίθετα θα συμβάλει σημαντικά στην περιβαλλοντική αναβάθμιση της περιοχής. Αν και το έργο δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, το πλήθος των ανθρώπων που φτάνει καθημερινά στο Κέντρο Επισκεπτών όπου λαμβάνει χώρα σειρά πολιτιστικών εκδηλώσεων (διαλέξεις, συναυλίες, εργαστήρια) μαρτυράει την προσμονή του κόσμου για την ημέρα που η εντυπωσιακή αυτή δωρεά, το Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος, θα ανοίξει και επισήμως τις πόρτες του.
Ακόμη πιο εντυπωσιακή όμως ίσως είναι η ανθρωπιστική προσφορά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος στα χρόνια της κρίσης, από την αρχή της το 2010 ως και σήμερα, που, αν και αθόρυβη, ανέρχεται σε πολλές εκατοντάδες εκατομμύρια. «Αν όχι τώρα, πότε;» είχε δηλώσει ο Ανδρέας Δρακόπουλος στο BBC, το περασμένο καλοκαίρι, αναφερόμενος στην ανάγκη για γενναίες φιλανθρωπικές πράξεις στην Ελλάδα. Μια χώρα που παλεύει να επιβιώσει και που 20 χρόνια μετά τον θάνατό του ο Σταύρος Νιάρχος συνεχίζει να στηρίζει.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ