Στην εφετινή Art Αθήνα ο Ανδρέας Νικολάου θα βάλει τον δάκτυλο «Επί τον τύπον των ήλων». Με το γνωστό λυρικό όσο και δυναμικό ύφος του ο ζωγράφος μάς φέρνει αντιμέτωπους με τις πληγές της εποχής μας και μας καλεί να βάλουμε τον δάκτυλο επάνω τους για να πειστούμε ότι όντως υπάρχουν, αιμορραγούν, είναι πραγματικές, είναι ζωντανές. Στον πίνακα που έδωσε τον τίτλο στη συμμετοχή του Ανδρέα Νικολάου με την αίθουσα τέχνης Cube της Πάτρας της Λιάνας Ζωζά στην Art Αθήνα (26-29 Μαΐου) ένα χέρι θέτει το δάχτυλο στην πληγή από τη λόγχη στο πλευρό της ελληνικής σημαίας. Αυτό ακριβώς κάνει εδώ ο ζωγράφος και με την ιδιαίτερη πατρίδα του, αυτή τη θαλασσοφίλητη, που ο μύστης της ελληνικότητάς μας Γιώργος Σεφέρης είπε ότι τάχθηκε για να μας θυμίζει την πατρίδα. Βάζει τον χρωστήρα του –βουτηγμένο στο ελαφρύ ως διάφανο υλικό της ακουαρέλας –πάνω στην πληγή της Κύπρου, την Πράσινη Γραμμή, για να μας θυμίσει ότι η Νεκρή Ζώνη ζει, η πληγή στην πλευρά του Ελληνισμού υπάρχει πέρα από τη λήθη και όταν την αγγίξεις αιμορραγεί.
«Αφήνοντας πίσω τη σύγχρονη πόλη της Λευκωσίας, του Jean Nouvel και της Zaha Hadid, περνώντας τα ενετικά τείχη, προχωρώντας προς την καρδιά της παλιάς πόλης, λίγο πιο κάτω από την «trendy» περιοχή με τα φασαριόζικα καφέ και τα εστιατόρια των «εναλλακτικών» νεαρών, ο δρόμος κόβεται απότομα! Βρισκόμαστε στην Πράσινη Γραμμή! Είναι εκεί όπου η ζωή σταματά για λίγο και συνεχίζει μετά στην άλλη πλευρά…».

Πάντα ο δημιουργός μας υπόσχεται ένα διαφορετικό βλέμμα πάνω στην πραγματικότητα και στα πράγματα. Ούτως ή άλλως η πραγματικότητα και τα πράγματα στην Παλιά Λευκωσία είναι ιδιόρρυθμα. Τα τείχη, η Παλιά Γειτονιά, τα στενά δρομάκια, οι πελεκημένες εκκλησιές σημαίνουν κάτι άλλο πέρα από τον εαυτό τους. Αισθάνεσαι διαφορετικά, βλέπεις διαφορετικά, ζεις διαφορετικά. Κι αυτό ο Ανδρέας Νικολάου το τονίζει με ανάλαφρες πινελιές, αυτό είναι η τέχνη του, και το κάνει ακόμη πιο οικείο. Περιηγείται, βλέπει, ζωγραφίζει εκ του φυσικού και γράφει. Η πληγή είναι δική μας.

«Πίσω από τα φυλάκια, σε ένα σουρεαλιστικό σκηνικό, δέντρα φύονται μέσα από σπίτια και πινακίδες μεταμορφώνονται σε σύγχρονα έργα τέχνης σημαδεμένες από τον χρόνο και την οξείδωση. Τρωκτικά, ερπετά και πτηνά βρίσκουν το ιδανικό καταφύγιο για να αναπτυχθούν με ασφάλεια. Στη Νεκρή αυτή Ζώνη, όπως διαφορετικά αποκαλείται, τα χρώματα ξεθωριάζουν και γκριζάρουν παράξενα και αν συγκεντρωθείς μπορείς να ακούσεις τον ήχο μιας ανατριχιαστικής σιωπής. Ανάμεσα στα αγριόχορτα και στα αγκάθια ενδημικά φυτά αναπτύσσονται. Επίμονες ροζ αροδάφνες και ακακίες… Ιδιες με αυτές που άφηναν 42 χρόνια πριν τα μικρά κίτρινα πουπουλένια άνθη τους να στροβιλίζονται στο ανοιξιάτικο αεράκι στους οριζόντιους δρόμους της Μεσαορίας ή σου πρόσφεραν τη χαμηλή σκιά τους μετά από ένα μπάνιο στα νερά της Σαλαμίνας και την περιδιάβαση στα ερείπια της πόλης του Τεύκρου».
Η Λευκωσία είναι η αρχή και το τέλος της Ανατολής και η αρχή και το τέλος της Δύσης. Αυτό είναι η αφετηρία της γοητείας της αλλά και των δεινών της. Αυτά που περνούν σαν ένα γκρίζο σύννεφο πάνω από το γελαστό πρόσωπό της. Γιατί αυτή η πελεκημένη πέτρα στο χρώμα του ηλιοβασιλέματος, με την οποία έχουν χτιστεί τα τείχη και η Παλιά Γειτονιά, μοιάζει όντως με χαμόγελο. Η παλαιά Λευκωσία σού χαμογελά, έστω κι αν μέσα σε αυτό το χαμόγελό της διαγράφεται μια νεκρή ζώνη με εγκαταλελειμμένα ή και ερειπωμένα από τη βάρβαρη εισβολή αρχοντικά και η ζωή τελεί εν αναμονή.

«Εσώρουχα και πετσέτες από τους στρατιώτες των Ηνωμένων Εθνών απλωμένα στα μπαλκόνια του, με πληγές ακόμα ανοιχτές στην πρόσοψή του από τις σφαίρες του ’74 το τότε κοσμοπολίτικο ξενοδοχείο «Ledra Palace». Χτισμένο τη δεκαετία του ’40 σε εκλεκτικό στυλ, με έντονα τα γοτθικά στοιχεία, όπως και η οκτώ αιώνων εκκλησία της Αγίας Σοφίας απέναντι, γίνεται μάρτυρας της ταραγμένης περιόδου 1955-59 για την απελευθέρωση. Υστερα με έναν αέρα ευρωπαϊκό στο κομψό εσωτερικό του, γίνεται το σημείο αναφοράς της κοινωνικής και πολιτιστικής ζωής της πρωτεύουσας τα πρώτα «ξέγνοιαστα» χρόνια της ανεξαρτησίας».
Τα πράγματα διηγούνται εδώ δικές τους ιστορίες και σημαίνουν διαφορετικά. Πουθενά αλλού στον κόσμο δεν μιλά τόσο εύγλωττα η Ιστορία με δύο σειρές βαμμένα λευκά και γαλάζια βαρέλια γεμάτα άμμο. Περπατούσες στον πιο πολυσύχναστο εμπορικό δρόμο της Παλιάς Λευκωσίας και έπεφτες πάνω σε αυτό το τείχος. Το τέρμα είναι εδώ. Στην απέναντι πλευρά της Νεκρής Ζώνης υπήρχε το φυλάκιο των άλλων, το τέρμα της φιλίας, η αρχή της έχθρας. Ρίχναμε μια ανατριχιαστική ματιά και μετά επιστρέφαμε για μια πιο υπομονετική ματιά στην έκθεση φωτογραφίας που παρουσιάζει καρέ-καρέ την τραγωδία της τουρκικής εισβολής. Τώρα το οδόφραγμα της οδού Λήδρας έχει ανοίξει, αλλά η έκθεση των καρέ της τραγωδίας συνεχίζεται.

«Τα τελευταία χρόνια δίοδοι ανοίχτηκαν στην Πράσινη Γραμμή, τα οδοφράγματα. Από τις διόδους αυτές οι Ελληνοκύπριοι μπορούν να περάσουν στην «άλλη πλευρά», στα Κατεχόμενα. Με τον ίδιο τρόπο οι Τουρκοκύπριοι μπορούν να περάσουν στη δική τους «άλλη πλευρά». Και αυτοί, όπως και εμείς, μπορούμε, κάπως σαν τουρίστες στην ίδια μας την πατρίδα, να επισκεφθούμε τα δικά μας σπίτια, τα δικά μας χωριά και τις πόλεις».

Ο Ανδρέας Νικολάου εξομολογείται ότι όταν βρίσκεται στη Λευκωσία του λείπει η Αθήνα, στην οποία ζει 30 χρόνια τώρα. Ομως ζει έντονα και τη γενέτειρά του. Ειδικά από την Πράσινη Γραμμή απέχει μιαν ανάσα. Οχι μόνο συμβολικά αλλά και πραγματικά. Λίγα βήματα από τη Νεκρή Ζώνη, στην παλιά Λευκωσία, δημιούργησε έναν δυναμικό χώρο τέχνης, ο οποίος θα εγκαινιαστεί στις αρχές Απριλίου, με σκοπό να φιλοξενήσει την ελληνική τέχνη, κυπρίων και ελλαδιτών δημιουργών. Η πληγή όμως τον ακολουθεί παντού και πάντα.

«Μετά τα αιματηρά γεγονότα των Χριστουγέννων στην τότε νεαρή Κυπριακή Δημοκρατία του 1963 ο τότε διοικητής των βρετανικών δυνάμεων στην Κύπρο τράβηξε μια πράσινη γραμμή στον χάρτημοιράζονταςτη Λευκωσία στα δύο. Σκοπός του να αποτρέψει την κλιμάκωση της έντασης μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Η πληγή αυτή που μοίρασε τότε τη Λευκωσία μεγάλωσε το 1974 τόσο ώστε να μοιράσει ολόκληρο το νησί. Σαράντα δύο χρόνια μετά η Κύπρος παραμένει μοιρασμένη και η Λευκωσία είναι η τελευταία διαιρεμένη πρωτεύουσα στον κόσμο».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ