Καράβια και βιβλικά κήτη, αποδημητικά πουλιά, θαλασσινές περιπέτειες, ομιχλώδη ύδατα, σκιές στους βράχους, χριστιανοί άγιοι και μεσαιωνικοί πολεμιστές, σκοτεινά κυπαρίσσια και ανήσυχοι νεκροί, πεταλούδες-ψυχές, η Αχερουσία και οι ασπάλαθοι κατοικούν τη νέα ποιητική συλλογή (Το μεγάλο ταξίδι / Le grand voyage, Presses Sorbonne Nouvelle, Παρίσι 2015), της συγκριτολόγου και ποιήτριας Μαρίας Τσούτσουρα, μετωνυμικές αναφορές στο ταξίδι, στο μεγάλο ταξίδι. Η θαλασσογραφία του Αλταμούρα στο εξώφυλλο δίνει μορφή στην αλμυρή τοπογραφία του ταξιδιού που ξεκινά από τα Ιόνια νησιά, περιπλέει τα πανέμορφα Στροφάδια όπου μισθοφόροι και μοναχοί υπερασπίστηκαν τα βενετσιάνικα σύνορα του χριστιανικού κόσμου, περνά από την κεντημένη ακτή του ιστορικού Σπλιτ στην Αδριατική.

Η Μαρία Τσούτσουρα έχει εκδώσει μελέτες για τη μετάφραση Μετάφραση και ερμηνευτική. Επτά συγκριτολογικές δοκιμές (Έψιλον, 1997), Η ευρωπαϊκή συνείδηση του Γιώργου Σεφέρη. Η συμβολή της μετάφρασης στην ερμηνεία του σεφερικού στοχασμού (Έψιλον, 1998), έχει μεταφράσει στα γαλλικά τα σονέτα του Λορέντζου Μαβίλη (Έψιλον, 2010). Το ταξίδι ως λογοτεχνικός τόπος την απασχόλησε και στη μελέτη Εntre les voyageurs romantiques français et la littérature néo-grecque (Έψιλον, 2010).
«Αν κάθε άνθρωπος είχε λόγο στην ποίηση, η ζωή θα ήταν αρμονική»
Από την πρώτη ποιητική συλλογή της, μια λυρική σύνθεση σε τέσσερις ενότητες (Οι 4 εποχές, Έψιλον, 2000), με τόνο νοσταλγικό, μεσολάβησαν δεκαπέντε χρόνια. Λειτουργεί η μελέτη της ποίησης ανασχετικά στην ποιητική δημιουργία; τη ρωτήσαμε σε μια εφ’ όλης της ύλης συζήτηση για την ποίηση, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης που γιορτάζουμε στις 21 Μαρτίου. «Είναι πολύ δύσκολο να είσαι ποιητής όταν διδάσκεις τη ζωή των ποιητών», απαντά. «Νιώθεις πάνω σου κάθε στιγμή το βαρύ βλέμμα του Κάλβου, του Καλλίμαχου, του Μαβίλη. Πώς να γράψει στίχους όποιος μελετά τη δύναμη της ποίησης, που σκοτώνει, αν χρειαστεί, τα παιδιά ή τους γεννήτορές της στο θέατρο των Δελφών, που αρωματίζεται με λιβάνι, αν χρειαστεί, για να συντηρήσει λέξεις από τον καιρό του Ομήρου, που γίνεται ραβασάκι σε μοναστήρια, σε χαρέμια, που νανουρίζει τα μωρά και ξεσηκώνει τους λαούς; Διότι, μπορεί η ποίηση να έχει ενίοτε θέμα την ποίηση την ίδια ή τον ίδιο τον ποιητή, αλλά θέμα της δεν είναι a priori ούτε η ποίηση η ίδια ούτε ο ίδιος ο ποιητής. Και, όταν ο στίχος κατορθώνει να σταθεί πάνω από τον χρόνο και τις περιστάσεις, τότε είναι βέβαιο πως δεν έχει φτιαχτεί για να ολοκληρώσει το βιογραφικό ενός επίδοξου ποιητή».
Για την ίδια, «η ποίηση είναι τρόπος ζωής. Πιστεύω όμως πως, πέρα από την προσωπική αυτή σχέση που είναι πολύ αποκλειστική, η ποίηση βρίσκεται στο επίκεντρο της ανθρώπινης ζωής: συνοψίζει την ουσία, το απαύγασμα των πραγμάτων που βρίσκονται ή συμβαίνουν, αποδίδοντας με κοινές λέξεις τη μοναδική τους σημασία. Η ποίηση αναφέρεται σε όλους και σε κάθε έναν ξεχωριστά. Όταν αναδιπλώνεται και στεγανοποιείται, ομολογεί πως η κοινωνία που την παράγει αγνοεί το νόημά της, τον λόγο της ύπαρξής της. Ιδανικά, αν κάθε άνθρωπος είχε λόγο στην ποίηση, η ζωή θα ήταν αρμονική».
Γράφει ποίηση συστηματικά, «από τότε που κατάλαβα πως οι λέξεις μπορούν να εκφράσουν κάτι νέο, μοναδικό και απρόβλεπτο. Πως έχουν τεράστια δύναμη μέσα στη φαινομενική τους ευτέλεια, διότι με την ποίηση προσανατολίζουν τη ζωή», εξηγεί. «Γράφω από παιδί. Παρακίνηση χρειάζομαι για να συμμορφώσω το πρωτογενές υλικό αυτής της φυσικής σχεδόν λειτουργίας και να το δημοσιεύσω. Για να παραχωρήσω χρόνο σε αυτή τη διεργασία που είναι πολύ απαιτητική. Κίνητρο μπορεί τότε να αποτελέσει κάτι που θέλω επιτακτικά να δημοσιοποιήσω ή μια εκδοτική συγκυρία».


Το μεγάλο ταξίδι μεταμόρφωσης
Κάπως έτσι προέκυψε η παρούσα έκδοση. Με την παρακίνηση της μεταφρασεολόγου Christine Raguet, καθηγήτριας στη Σορβόννη, διευθύντριας του περιοδικού για τη μετάφραση Palimpsestes και διευθύντριας της σειράς «Cahiers de poésie bilingue», η οποία φιλοδοξεί να προτείνει ένα πανόραμα παγκόσμιας ποίησης σε τιμή προσιτή. Προηγήθηκαν στη σειρά δύο τόμοι, σύγχρονης ιρλανδικής και αρχαίας ινδικής ποίησης. Ο τρίτος τόμος είναι το Μεγάλο ταξίδι, δεκαεννέα ποιήματα, χωρισμένα σε τρεις ενότητες, σε δίγλωσση έκδοση, εκδομένα σε ένα μικρό βιβλίο ιδιαίτερου σχήματος, που επιτρέπει στην ίδια σελίδα το ζευγάρωμα του ελληνικού πρωτοτύπου με τη γαλλική μετάφραση, καμωμένη από τον Stéphane Sawas, καθηγητή Νεοελληνικών Σπουδών στην INALCO στη Σορβόννη.
Σε αυτό το δεύτερο ποιητικό βιβλίο της, η ποιήτρια προσκαλεί τον αναγνώστη σε έναν λυρικό περίπλου στο Ιόνιο, όπου η ομηρική ανάμνηση συναντά τον Καβάφη, οι βυζαντινές εικόνες και θρύλοι τον Καλλίμαχο ή τον Δάντη και οι σεφερικοί υπαινιγμοί τον Πλάτωνα, τον Μποντλέρ και τον Σολωμό. Το διακείμενο είναι πυκνό, κειμενικό και εξωκειμενικό. Τα μαρμάρινα μαρκιανά λιοντάρια, σύμβολα της Επτανήσου Πολιτείας, οι δαντελωτές ακτές της Κέρκυρας, η αγέρωχη Μονή Στροφάδων, ο θρύλος του Αγίου Σπυρίδωνα που έκανε το φίδι χρυσάφι, οι ελαιογραφίες του Δοξαρά. Τετράστιχες και πεντάστιχες ελευθερόστιχες στροφές εναλλάσσονται με ομοιοκατάληκτα δίστιχα όπου ακούγεται η φωνή της λαϊκής ποίησης, σύντομα λυρικά ποιήματα και στροφές αποφθεγματικής πυκνότητας συνυπάρχουν με την εκτενή αφηγηματική σύνθεση «Το καράβι» σε μια ποικιλία ρυθμών και εκφραστικών τρόπων.
Το μεγάλο ταξίδι είναι ένα αλγεινό αλλά και μαγικό περιπετειώδες ταξίδι μεταμόρφωσης, μια συμβολική αναχώρηση μέσα στην ανθρώπινη συνείδηση, μέσα στην ελληνική φύση αλλά και μέσα στην ιστορία του πολιτισμού μας. Η επιστροφή, στην τρίτη ενότητα της συλλογής, γίνεται στο ίδιο λιμάνι, που όμως πλέον είναι ταυτόχρονα διαφορετικό.
«Εκεί όπου ο άνθρωπος
είναι μονάχα μια σκιά
και το φεγγάρι ένα φως,
όταν το φρούριο χάνεται
στων υδάτων την ομίχλη,
γίνε πάλι το φίδι χρυσάφι,
ώσπου να δέσει το καράβι
στη γεωμετρία της μοίρας μας».
(Από το ποίημα «Επιστροφή»)

«Η ποίηση δείχνει τον τύραννο που βρίσκεται μέσα μας»
Και σήμερα; Έχει θέση η ποίηση σε χαλεπούς, αβέβαιους καιρούς; Στερεότυπο το ερώτημα, όχι όμως ρητορικό. «Στο μέτρο που η ποίηση βελτιώνει την ποιότητα της ανθρώπινης ζωής, είναι ακόμη πιο απαραίτητη σε καιρούς χαλεπούς. Δυσκολεύεται όμως τότε να αναπνεύσει, όπως και κάθε άλλο καλό. Οι χαλεποί καιροί σκοτώνουν αν μπορούν τον ποιητή, όπως σκοτώνουν τον αναγνώστη», απαντά η Μαρία Τσούτσουρα. «Πέρα από τους δύο βασικούς αυτούς πρωταγωνιστές, οι σύνθετοι πολιτισμοί, με τις ποικίλες εκδοτικές δραστηριότητες και τη σύνθετη διαστρωμάτωση του κοινού, προϋποθέτουν μεταφραστές και δασκάλους, ερευνητές και κριτικούς που διαμεσολαβούν το ποιητικό προϊόν, εκπαιδεύουν ή προσανατολίζουν τον αναγνώστη. Ο ρόλος όλων είναι σημαντικός, αλλά οι παραπάνω ιδιότητες συνυπάρχουν κάποτε στο ίδιο πρόσωπο, που ρυθμίζει τις προτεραιότητές του. Για μένα προσωπικά, η έρευνα, η μετάφραση και η διδασκαλία της αποτελούν συνειδητά σχολείο ποίησης. Αποφεύγω μόνο για ευνόητους λόγους την κριτική των συγχρόνων μου ομοτέχνων».
Πραγματικός ποιητής είναι εκείνος που καταφέρνει «με επίγνωση και με επεξεργασία των δικών του προσωπικών παθών, να μεταφράσει τα συλλογικά πάθη της εποχής του. Εκείνος που λειτουργεί σαν «διάφανη μεμβράνη, ανάμεσα στο είναι και στους αθάνατους θεούς». Γι’ αυτό, προσπάθησα πολύ να μη δώσω στίχους ορφανούς, χωρίς σύνθεση και μύθο», εξηγεί για τη δική της στάση απέναντι στην ποιητική δημιουργία.
Η δαλματική πόλη Σπλιτ, παραφθορά του ελληνικού «ασπάλαθου», επιχειρεί, στο ομότιτλο ποίημα, τη σύνδεση με τον πλατωνικό μύθο, τη νεοελληνική Ιστορία και τον δικό μας βάναυσο χρόνο μέσω του σεφερικού, αντιδικτατορικού «Επί ασπαλάθων». «Ένας τύραννος βρίσκεται πάντοτε ανάμεσά μας», σχολιάζει η Μαρία Τσούτσουρα. «Η ποίηση όμως δείχνει κυρίως τον τύραννο που βρίσκεται μέσα μας. Γι’ αυτό και την κρατάμε σε απόσταση, γιατί ομολογεί ότι δεν μπορούμε να αρθρώσουμε τον εαυτό μας».