Ο Γιάννης Μαρής (Τσιριμώκος), γόνος γνωστής οικογένειας της Φθιώτιδας, πολιτικών (βουλευτών, υπουργών, Προέδρων της Βουλής) και λογοτεχνών, μεγάλωσε σε περιβάλλον βενιζελικών. Ωστόσο, σαγηνεύτηκε από τις μαρξιστικές ιδέες και ως φοιτητής της Νομικής στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης ηγήθηκε των αριστερών φοιτητών. Στη διάρκεια της δικτατορίας του Ιωάννη Μεταξά συνελήφθη από την Αστυνομία λόγω των πολιτικών δραστηριοτήτων του και οδηγήθηκε στο γραφείο του υπουργού Ασφαλείας Κώστα Μανιαδάκη. Το 1937 οι σκηνοθετημένες δίκες της Μόσχας κατά των εσωκομματικών αντιπάλων του Στάλιν τον έκαναν να απογοητευθεί από τη Σοβιετική Ενωση.
Την άνοιξη του 1943 συναντήθηκε σε ένα υπόγειο της οδού Ζαΐμη στην Αθήνα με τον δεύτερο ξάδελφό του Ηλία Τσιριμώκο, ηγέτη του μικρού σοσιαλιστικού κόμματος ΕΛΔ (Ενωσις Λαϊκής Δημοκρατίας), ιδρυτικού μέλους του ΕΑΜ. Επειτα πήγε στη Λαμία και από εκεί στο Καρπενήσι για να βγει στο βουνό, δηλαδή την ορεινή Ελεύθερη Ελλάδα.
Το 1944 ήταν γραμματέας του Γραφείου Στερεάς της ΕΛΔ και μέλος του Γραφείου Στερεάς του ΕΑΜ. Η έδρα της κυβέρνησης του βουνού, της ΠΕΕΑ, ήταν το χωριό Βίνιανη. Υπάρχει μια φωτογραφία του στην Απογευματινή στις 26 Ιανουαρίου 1976, καβάλα σε ένα μουλάρι, καθώς προχωρεί με δύο συμπολεμιστές του.
Στις φυλακές των Βούρλων


Μετά την Απελευθέρωση, από το 1945 ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία, παραμένοντας στις επάλξεις της πολιτικής, ηγετικό στέλεχος του κόμματος ΣΚ-ΕΛΔ, στενός συνεργάτης των ηγετών της, Αλέξανδρου Σβώλου και Ηλία Τσιριμώκου. Αρχισε τη δημοσιογραφική του καριέρα υπηρετώντας στο Γραφείο Τύπου της κυβέρνησης του βουνού και συνέχισε στην εφημερίδα Μάχη που κυκλοφόρησε στη διάρκεια της Κατοχής και έγινε όργανο του προαναφερθέντος κόμματος.
Τον Νοέμβριο του 1949 και ενώ ο Εμφύλιος είχε λήξει, ο Ηλίας Τσιριμώκος, πολιτικός διευθυντής της Μάχης, ο Γιάννης Τσιριμώκος, γραμματέας της σύνταξης, και ο Γιάννης Σπυριδάκης, υπεύθυνος του τυπογραφείου, παραπέμφθηκαν στο Εκτακτο Στρατοδικείο για να δικαστούν για τα δημοσιεύματα σχετικά με τα Αναμορφωτήρια της Μακρονήσου «που ενέβαλον εις ανησυχίαν τους πολίτας και εμείωσαν την προς τας αρχάς εμπιστοσύνην των πολιτών». Ο Μαρής και ο Σπυριδάκης παραπέμφθηκαν και για το σχόλιο με τίτλο «Γυμνοί, πεινασμένοι, άρρωστοι, οι εξόριστοι», αφού, σύμφωνα με το σκεπτικό του βασιλικού επιτρόπου, με αυτό διήγειραν «εις διχόνοιαν τους πολίτας» και «κλόνισαν την εμπιστοσύνη προς τις ένοπλες δυνάμεις της χώρας».
Οι δύο κατηγορούμενοι κλείστηκαν στις φυλακές των Βούρλων, στη Δραπετσώνα, και μετά τις αντιδράσεις στην Ελλάδα και τα διαβήματα ξένων προσωπικοτήτων, όπως του Λεόν Μπλουμ, ηγέτη των γάλλων σοσιαλιστών, αποφυλακίστηκαν στα μέσα του Ιανουαρίου 1950. Η δίκη τους έγινε τον Μάιο και αθωώθηκαν. Στην απολογία του ο Μαρής είπε τα εξής τολμηρά: «Συμμερίζομαι απολύτως τας απόψεις του πολιτικού διευθυντού της εφημερίδος μου και Γενικού Γραμματέως του κόμματός μου, πολύ περισσότερον διότι έχω προσωπικήν αντίληψιν των όσων εις το εν λόγω άρθρον αναφέρονται. Για ανάλογο δημοσίευμα περί Μακρονήσου προεφυλακίσθην, κατόπιν διαταγής της Στρατιωτικής Διοικήσεως, επί δίμηνον στα Βούρλα. Και είχα την θλιβερή ευκαιρία να αντιληφθώ ο ίδιος τα περί Μακρονήσου και να συναντήσω τα θύματά της. Περιώδευσα κατά τας παραμονάς των εκλογών εις την ύπαιθρον και υπέστην την ψυχράν τρομοκρατίαν».
«Η αντίστασι προδόθηκε»


Η Μάχη έκλεισε λόγω της εκλογικής καθίζησης του κόμματος ΣΚ – ΕΛΔ (είχε δημιουργηθεί η Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά, η ΕΔΑ, και εμφανίστηκε η Αυγή ως δημοσιογραφικό της όργανο). Τον Δεκέμβριο του 1959 ο Ηλίας Τσιριμώκος εξέδωσε το περιοδικό Πολιτική, όπου ο Μαρής έγραφε πολιτικά σχόλια. Η Μάχη επανεκδόθηκε τον Δεκέμβριο του 1965, όταν ο Τσιριμώκος, ηγετικό τώρα στέλεχος της Ενώσεως Κέντρου, διορίστηκε από τον βασιλιά Κωνσταντίνο ως πρωθυπουργός στη διάρκεια της αποστασίας, αλλά η κυβέρνησή του καταψηφίστηκε στη Βουλή. Τότε ο Μαρής ήταν διευθυντής συντάξεως.
Τον Ιανουάριο του 1976 ο Μαρής άρχισε να δημοσιεύει στην Απογευματινή την έρευνά του «Προδομένη Αντίσταση» που γράφτηκε με βάση τις αναμνήσεις του από τον καιρό της Κατοχής σε συνδυασμό με στοιχεία από τo αρχείo του Αλέξανδρου Σβώλου αλλά και μαρτυρίες επιζώντων πρωταγωνιστών όλων των πλευρών. Εκεί αναφέρει πώς γνώρισε τον Αρη Βελουχιώτη και είχε την ευκαιρία «να ακούσει τις απόψεις του». Επίσης εξομολογείται πως έζησε γερμανικές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην ελληνική ύπαιθρο με θύματα αθώους πολίτες.
Κατά τον Μαρή, η εθνική Αντίσταση του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ προδόθηκε. Το συμπέρασμά του το διατύπωσε ως εξής:
«Η ελληνική αντίστασι εναντίον των κατακτητών υπήρξε από τις μεγαλύτερες και παλλαϊκώτερες της κατεχόμενης Ευρώπης. Εγέννησε ήρωες και μάρτυρες, όσο ίσως σε καμμία άλλη χώρα. Η κατοχή υπήρξε για τον ελληνικό λαό μια εποχή ανατάσεως. Και κατέληξε στην αλληλοσφαγή και στην αυτομείωσί της. Η ελληνική αντίστασι προδόθηκε. Από κυνικούς διεθνείς υπολογισμούς, από δικά της λάθη, από αδεξιότητες, από επιδιώξεις απαράδεκτες ενός μέρους της ηγεσίας της και κυρίως: από εκείνους που είχαν συμφέρον να μη βγη η Ελλάδα, μετά τον πόλεμο, με το τεράστιο ηθικό κύρος που θα της έδινε, ύστερα από το Επος της Αλβανίας, η εθνική της αντίστασι, αν έμενε ενωμένη».
Στα μυθιστορήματά του ο Μαρής απέφευγε να θίξει πολιτικά προβλήματα. Δεν ήταν διατεθειμένος να ξύνει πληγές και να υποδαυλίζει τα ιδεολογικά πάθη. Ετσι κατέφευγε στο τέχνασμα της αναδρομής στο παρελθόν, ιδιαίτερα στην Κατοχή, στηλιτεύοντας τους συνεργάτες των κατακτητών και τους προδότες. Αμέσως μετά την πτώση της δικτατορίας, φανερά ανακουφισμένος, έγραψε στην Ακρόπολι: «Η στήλη ξαναβρίσκει την αναπνοή της. Δεν έγραψε ποτέ ως τώρα τίποτα που δεν το πίστευε, αλλά υπήρξαν πολλά που πίστευε και δεν είχε την ευχέρεια να τα θίξει. Κι αυτό ήταν το δραματικότερο…».

ΟΙ ΣΤΑΘΜΟΙ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ
  • Στις 6 Ιανουαρίου 1916 γεννιέται στη Σκόπελο.
  • Ο πατέρας του, Δημοσθένης, ήταν δικαστικός.
  • Ως αρχισυντάκτης στην εφημερίδα «Μάχη» έγραφε άρθρα, σχόλια και κριτική ταινιών.
  • Εργάστηκε στις εφημερίδες «Προοδευτικός Φιλελεύθερος», «Νέα Γραμμή», «Ελεύθερος Λόγος» και «Αθηναϊκή» ώσπου προσελήφθη στο δημοσιογραφικό συγκρότημα των αδελφών Νάσου και Διονύση Μπότση («Ακρόπολις», «Απογευματινή» και αργότερα στο περιοδικό «Πρώτο»).
  • Το 1953 εμφανίστηκε ως συγγραφέας στο περιοδικό «Οικογένεια», όπου δημοσίευσε σε συνέχειες το «Εγκλημα στο Κολωνάκι» με ήρωα τον αστυνόμο Μπέκα. Ηταν η αρχή μιας επιτυχημένης συγγραφικής καριέρας.
  • Σε εφημερίδες και περιοδικά δημοσίευσε πάνω από 120 αναγνώσματα –αστυνομικά, αισθηματικά, ιστορικά.
  • Το 1958 παίχτηκε η ταινία του Ντίνου Δημόπουλου «Ο άνθρωπος του τρένου», βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημά του. Επαιζαν ο Γιώργος Παπάς, η Αννα Συνοδινού και ο Μιχάλης Νικολινάκος. Ηταν η πρώτη αστυνομική ταινία του ελληνικού κινηματογράφου. Εκτοτε και άλλα μυθιστορήματά του έγιναν ταινίες.
  • Εγραψε περίπου 20 σενάρια: «Εγκλημα στο Κολωνάκι» (σκηνοθεσία Τζανή Αλιφέρη), «Εγκλημα στα παρασκήνια» (σκηνοθεσία Ντίνου Κατσουρίδη), «Χωρίς ταυτότητα» (σκηνοθεσία Γιάννη Δαλιανίδη), «Αμφιβολίες» (σκηνοθεσία Γρηγόρη Γρηγορίου).

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ