Μάρτιος 1965. Η άφιξη του υπερωκεανίου «Λέιτσεστερ» στο λιμάνι του Πειραιά, για λογαριασμό της κραταιάς τότε Ατμοπλοΐας Αδελφών Τυπάλδου, γίνεται δεκτή με διθυραμβικά δημοσιεύματα. «Διά πρώτην φοράν η Ακτοπλοΐα αποκτά ένα τοιούτον σκάφος. Ισχυροτάτη η κατασκευή του σκάφους –το 1949. Αρίστη η συντήρησίς του, με την ταξινόμησιν εις το Λόυδς εν ισχύι. Αποτελεί υπερβολήν η παρ’ αυτού εκτέλεσις της γραμμής Κρήτης». Τίποτα δεν προμήνυε ότι το πλοίο, που μετονομάστηκε σε «Ηράκλειον» και υπέστη «ωρισμένας διαρρυθμίσεις εις τους χώρους διά την μεταφοράν των αυτοκινήτων και την τουριστικήν θέσιν», με συνολικό κόστος αγοράς και μετασκευής 47.490.000 δραχμές, θα προκαλούσε μία από τις μεγαλύτερες ναυτικές τραγωδίες στη χώρα μας.
Δίκη Λαμπράκη και υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ


Θρήνος, μαρτυρίες, ερωτήματα, εικασίες εκτοπίζουν από τα πρωτοσέλιδα του ημερήσιου Τύπου δύο κορυφαία γεγονότα της νεότερης ελληνικής ιστορίας: τη δίκη για τη δολοφονία Λαμπράκη και τη δίκη για την υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ. Αναιμική και ακρωτηριασμένη υπηρεσία χαρακτηρίζεται η Επιθεώρηση Εμπορικών Πλοίων, «χάρτινη τίγρις» γράφει «Το Βήμα» της 10ης Δεκεμβρίου. Η αδυναμία παροχής βοήθειας, τα «ξύλινα» σωσίβια, η μη συμμετοχή ναυαγοσωστικών, αν και είχαν ειδοποιηθεί, η αργοπορία των πολεμικών πλοίων, οι παροπλισμένοι σταθμοί ασυρμάτου «αναδύονται» από τον βυθό της Φαλκονέρας.
Στο ταραχώδες κλίμα της εποχής η πολιτικοποίηση του δυστυχήματος ήταν αναπόφευκτη. Οι πολιτικές ευθύνες για τους ελλιπείς ελέγχους ασφαλείας, καθώς και τη μη εφαρμογή ψηφισθέντος προ 18μήνου νόμου για την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας, μπήκαν στο κάδρο της σύγκρουσης της Ενωσης Κέντρου με την «κυβέρνηση των αποστατών». Στις 16 Δεκεμβρίου ο Σταύρος Μπίρης, πρώην υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας του Γεωργίου Παπανδρέου, ξεκαθάρισε ότι η πράξη δρομολόγησης του πλοίου δεν εδόθη επί των ημερών του αλλά από τους αποστάτες. Ακόμη, κάνοντας μια μικρή αναδρομή, επεσήμανε: «Οταν εγίναμε κυβέρνησις, εύρομεν την εταιρείαν Τυπάλδου πανίσχυρον και κυρίαρχον εις τας ακτοπλοϊκάς γραμμάς. (…) Παρ’ όλον ότι τα σκάφη της ήσαν ηλικίας 21-58 ετών, έλαβε επί ΕΡΕ δάνειον δεκάδων χιλιάδων λιρών, ενώ επί ΕΚ δεν έλαβεν ούτε δραχμήν».
Και ο αρχηγός της ΕΡΕ Παναγιώτης Κανελλόπουλος όμως επετέθη στην κυβέρνηση ζητώντας την παραίτηση του υπουργού Ισίδωρου Μαυριδόγλου. Τέσσερις ημέρες μετά ήρε την εμπιστοσύνη του στην κυβέρνηση Στεφανόπουλου, κατόπιν μυστικής συμφωνίας με τον Γεώργιο Παπανδρέου και τον βασιλιά, δρομολογώντας εκλογές για τον Μάιο του 1967, οι οποίες βέβαια ανακόπηκαν από τη χούντα των συνταγματαρχών.
Το τέλος της αυτοκρατορίας Τυπάλδου


Το τελευταίο ταξίδι τού «Ηράκλειον» δεν στάθηκε μοιραίο μόνο για τις 250 ψυχές που πήρε μαζί του αλλά και για τη θαλάσσια αυτοκρατορία των Αδελφών Τυπάλδων, πρωτοπόρων της ελληνικής κρουαζιέρας. Από τις αρχές της δεκαετίας του ’50 ένωσαν τα ελληνικά λιμάνια με τη Βενετία, τη Δαλματία, την Αλεξάνδρεια, τη Βηρυτό, τη Σμύρνη, τις Κάννες, την Τύνιδα.
Με επιστολή του στο «Βήμα» δύο χρόνια πριν από το ναυάγιο ο Σπύρος Τυπάλδος από το γραφείο του στη Φρανκφούρτη τόνιζε την αφοσίωση της εταιρείας στην τουριστική ανάπτυξη της Κρήτης και στη σύνδεσή της με την Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή. «Είχον δώσει μίαν υπόσχεσιν εις το μεγάλο τέκνον της Κρήτης, τον αείμνηστον Σοφοκλήν Βενιζέλον, ότι η Κρήτη θα γίνη καλύτερη από την Πάλμα της Μαγιόρκας» ανέφερε.
Ανάμεσα σε άλλα έγραψε τότε: «Προέβημεν εις την αγοράν δύο υπερωκεανίων τα οποία εκτελούν ήδη κανονικά δρομολόγια μεταξύ Ευρώπης και Απω Ανατολής και τα οποία ωνομάσαμεν «Ηράκλειον» και «Χανιά». (…) Και το σοβαρώτερον: Τα σκάφη αυτά θα εγγυώνται την ασφάλειαν των επιβατών, πράγμα που δυστυχώς δεν συμβαίνει σήμερον εις ωρισμένας περιστάσεις. Αυτή είναι η πραγματικότης. Τα άλλα είναι μόνον ιδέαι και οραματισμοί». Δέσμευση που δυστυχώς διαψεύστηκε με τον πιο δραματικό τρόπο οδηγώντας και την εταιρεία σε πτώχευση.
Το πλήγμα στον ελληνικό τουρισμό ήταν άμεσο. Οι πρώτες πληροφορίες που έφθασαν από τουριστικούς πράκτορες του Λονδίνου μιλούσαν για αναστολή της προπώλησης εισιτηρίων στη διεθνή αγορά «διά την συμμετοχήν ξένων περιηγητών εις τας κρουαζιέρας ελληνικών πλοίων κατά την προσεχή άνοιξην».
Στις 15 Φεβρουαρίου 1967 ο βουλευτής Βασίλης Εφραιμίδης της ΕΔΑ πρότεινε «όπως το Κράτος προβή το ταχύτερον εις την αγοράν 2-3 πλοίων διά να αντιμετωπισθούν αι ανάγκαι της ακτοπλοΐας και να εμπεδωθή το αίσθημα της ασφαλείας τόσο εις τους Ελληνας όσον και τους ξένους». Μετά την τραγωδία του «Ηράκλειον» μπήκαν οι βάσεις για την πρώτη ναυτιλιακή εταιρεία λαϊκής βάσης (ΑΝΕΚ) στη γραμμή Κρήτης και καθιερώθηκε το απαγορευτικό απόπλου. Επίσης προβλέφθηκε η δημιουργία θαλάμων επιχειρήσεων έρευνας και διάσωσης αλλά και ο θεσμός του «σκοπούντος πλοίου» του Πολεμικού Ναυτικού που βρίσκεται σε 24ωρη ετοιμότητα.
ΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ

8 Δεκεμβρίου 1966. Μέσα σε λίγα λεπτά, στις 02.18, το «Ηράκλειον», ο «πλωτός κολοσσός των 16.000 τόνων», βυθίστηκε στα νερά της Φαλκονέρας παρασύροντας στον θάνατο 250 ανθρώπους. Ανάμεσα στους μόλις 47 διασωθέντες ούτε μία γυναίκα ούτε ένα παιδί, κανένας κάτω των 16 ή άνω των 45 ετών. Οι περισσότεροι πνίγηκαν μέσα στις καμπίνες. Μόνη ελπίδα σωτηρίας, οι σανίδες που επέπλεαν στη φουρτουνιασμένη θάλασσα, με την οποία πάλεψαν για περισσότερες από εννέα ώρες οι ναυαγοί, ώσπου το οχηματαγωγό «Μίνως» να περισυλλέξει τον πρώτο στις 11 το πρωί.

Η ΔΙΚΗ
  • «Η μόνη μας επιθυμία είναι να συγκρατήσουμε την εταιρεία για να αποζημιώσουμε τις οικογένειες των θυμάτων» είπε κλείνοντας την απολογία του στο δικαστήριο ο εκ των πλοιοκτητών Χαράλαμπος Τυπάλδος. Οι αποζημιώσεις ορίστηκαν σε 10.000 δρχ. ανά οικογένεια, στην πλειονότητα όμως δεν καταβλήθηκαν μετά την πτώχευση της Ατμοπλοΐας Αδελφών Τυπάλδου. Οι προσωπικές τους περιουσίες έμειναν ανέπαφες.
  • Στην απολογία του ο γενικός διευθυντής Παναγιώτης Κόκκινος τόνισε το ιδιαίτερο ενδιαφέρον της εταιρείας για την τουριστική ανάπτυξη της Κρήτης, την οποία συνέδεσε για πρώτη φορά με την Ευρώπη το 1951 με το ατμόπλοιο «Αγγέλικα». Οπως χαρακτηριστικά είπε, «στο πρώτο ταξίδι του πλοίου οι πρώτοι τουρίστες ανήρχοντο σε… τρεις, για να φθάσουμε ήδη στον εκπληκτικόν αριθμόν των 4.000 τουριστών οι οποίοι μεταφέρονται εβδομαδιαίως στην Κρήτη διά των πλοίων της εταιρείας».
  • «Είναι αληθές ή όχι ότι οι τρεις εκ των τεσσάρων ανωτέρων αξιωματικών της Επιθεωρήσεως Εμπορικών Πλοίων είναι κουμπάροι πλοιοκτητών;» κατέθεσε ερώτημα προς τον υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας ο βουλευτής Ηρακλείου Κωνσταντίνος Κωνιωτάκης με την ΕΚ, ζητώντας ακόμη τοποθέτηση για τις φήμες που ήθελαν τον υπουργό να κατοικεί «εις διαμέρισμα που χρησιμοποιούν οι Τυπάλδοι». «Δεν φθάνει ότι τας ευθύνας της ιεραρχίας του Υπουργείου σας διά το ναυάγιον τας αναζητούν αξιωματικοί υπαγόμενοι εις αυτήν την ιεραρχίαν, αλλά πρέπει και τας ευθύνας της πλοιοκτήτριας εταιρείας να τας κρίνουν οι κουμπάροι;».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ