Πόσο ελεύθερος είναι ο άνθρωπος της Δύσης σήμερα; Ποιο το τίμημα της «συλλογικής ασφάλειας»; Πόσο ευθυνόμαστε εμείς ως πολίτες για την έξαρση της τρομοκρατίας και της κυβερνητικής βίας; Ποιο είναι το πιο εφιαλτικό σενάριο καταστολής της ελεύθερης έκφρασης: αυτό που κατεργάζονται οι «ξένοι» ή αυτό που γράφουμε μόνοι μας; Τι μπορούμε να κάνουμε για να αντισταθούμε και να σταματήσουμε την επέλαση του φόβου; Σε αυτά τα επείγοντα ερωτήματα επιχειρούν να δώσουν μαχητικές απαντήσεις οι μεγάλοι θεατρικοί οργανισμοί και οι ανήσυχοι καλλιτέχνες του θεάτρου που δραστηριοποιούνται σε Ευρώπη και Αμερική.
Ο Πολωνός Κριστόφ Βαρλικόφσκι, σκηνοθέτης και ιδρυτής του Nowy Teatr στη Βαρσοβία («θαμώνας» του Φεστιβάλ Αθηνών), ανεβάζει στις 12 Ιανουαρίου το «Cabaret Warszawski». Η Δημοκρατία της Βαϊμάρης συνυπάρχει με τη Νέα Υόρκη των αρχών του 21ου αιώνα μέσα σε έναν από τους λίγους εναπομείναντες χώρους ελευθερίας, το καμπαρέ του τίτλου. Με το εξίσου φλέγον ζήτημα των προσφύγων καταπιάνεται ο αμφιλεγόμενος ελβετός σκηνοθέτης Μίλο Ράου, που ανεβάζει το έργο «Οίκτος. Η ιστορία του Οπλοπολυβόλου» στην περίφημη Schaubühne του Βερολίνου. Βασισμένη σε συνεντεύξεις με μέλη Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων από την Ευρώπη και θύματα πολέμου από την Αφρική (κυρίως από τον εμφύλιο του Κονγκό), η παράσταση επιχειρεί να εξερευνήσει τα όρια του οίκτου μας: πώς αντέχουμε τη δυστυχία των άλλων και γιατί την παρακολουθούμε; Η λογική αυτή –της «δημοσιογραφικής» έρευνας, της συνομιλίας με υπαρκτά πρόσωπα, της συγκέντρωσης μαρτυριών που στη συνέχεια παίρνουν επιλεγμένα τη θέση τους μέσα στο αισθητικό πλαίσιο μιας θεατρικής παράστασης-ντοκουμέντου –συνιστά μια πολύ ισχυρή τάση των τελευταίων ετών που συνεχίζεται ορμητικά μέσα στο 2016.
Στην Ελλάδα είδαμε προ τριετίας το «Γιοι και κόρες» του Γιάννη Καλαβριανού, ένα δραματουργικό κολάζ εμπνευσμένο από συνεντεύξεις που πήραν οι ηθοποιοί από 80 ηλικιωμένους σε διάφορα μέρη της χώρας ζητώντας τους να θυμηθούν μια ιστορία που σημάδεψε τη ζωή τους. Σε παρόμοια λογική αλλά με περισσότερο συνθετική διάθεση κινήθηκε επίσης η Γεωργία Μαυραγάνη στη γοητευτική παράσταση «Γήρας –Ενα χορικό» που παίζεται στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. Στο προσκήνιο παλαίμαχοι, ξεχασμένοι ηθοποιοί που μοιράζονται αναμνήσεις και σκέψεις τους με τους θεατές.
Στην ίδια κατεύθυνση κινείται η συγγραφέας και σκηνοθέτις Λόλα Αρίας από το Μπουένος Αϊρες. Η περφόρμανς της με τίτλο «Ακρόαση για μια διαδήλωση» που φιλοξενήθηκε πρόσφατα στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών βασίστηκε σε συνεντεύξεις από ανθρώπους που συμμετείχαν στην εξέγερση του Πολυτεχνείου –ορισμένοι από αυτούς μάλιστα εμφανίστηκαν ζωντανά στην περφόρμανς. To ντουέτο Ντάρια Ντεφλοριάν και Αντόνιο Ταλιαρίνι από την Ιταλία παρουσίασε πρόσφατα στο Παρίσι τη δουλειά του «Reality»: εκεί τα ημερολόγια μιας πολωνής νοικοκυράς, της Γιανίνας Τούρεκ, η οποία επί σειρά 50 ετών σημείωνε ατέλειωτες λεπτομέρειες από την καθημερινότητά της (πόσα τηλεφωνήματα έλαβε και από ποιον, πόσα δώρα έκανε, πόσες φορές πήγε στο θέατρο κ.ο.κ.), συναντήθηκαν επί σκηνής με τα αποχαιρετιστήρια γράμματα τεσσάρων ελληνίδων συνταξιούχων γυναικών, όπως τις επινόησε ο συγγραφέας Πέτρος Μάρκαρης. Σκοπός των δημιουργών, να αναδείξουν αυτές τις «μικρές» ζωές που συντρίβονται από εχθρικά κοινωνικο-πολιτικά συστήματα.
Η αγωνία να αφουγκραστούν τους απλούς, τους ταπεινούς, αυτούς που βρίσκονται στο περιθώριο και όχι στο πηδάλιο της Ιστορίας φαίνεται να κατακλύζει μεγάλο μέρος των καλλιτεχνών του θεάτρου σήμερα εντός και εκτός Ελλάδας. Ο Μίλο Ράου αναφέρεται σε «μια νέα, τεκμηριωμένη αλλά και αισθητικά περιεκτική μορφή πολιτικής τέχνης» η οποία «αποκαλύπτει τον βαθμό εμπλοκής μας στα γεγονότα κάνοντας σαφές ότι η Ιστορία δεν αφορά μόνο το παρελθόν».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ