«Παρίσι, 1955. Mου στέλνουν από την Ελλάδα ένα περιοδικό, μεγάλο σε μέγεθος, το οποίο λέγεται «Ζυγός», και έχει εξώφυλλο ένα έργο του Δημήτρη Γαλάνη. Δεν είχε χρώματα αλλά ήταν εντυπωσιακό, ένας πνευματικός παράδεισος. Ηταν άλλωστε τολμηρό για την εποχή, δεν υπήρχε άλλο περιοδικό για την τέχνη. Στα τριάντα χρόνια που κράτησε, με κάποια διαλείμματα, έκλεισε μέσα του το απάνθισμα της καλλιτεχνικής πνευματικής ζωής. Δεν μπορεί να γραφεί ιστορία της μεταπολεμικής ελληνικής τέχνης χωρίς να ανατρέξει ο συγγραφέας της στον «Ζυγό». Αυτό οφείλεται στον Φραντζή που το δημιούργησε, τον άνθρωπο που στάθηκε πλάι σε εμάς τους καλλιτέχνες».
Ο Παναγιώτης Τέτσης μιλάει για τον καλό του φίλο Φραντζή Φραντζισκάκη (1926-2010) με αφορμή την εκδήλωση που διοργανώνεται για τα 60 χρόνια από την ίδρυση του περιοδικού «Ζυγός» στο Κεντρικό Κτίριο του Μουσείου Μπενάκη, χάρη στον λοιμωξιολόγο και ενδελεχή μελετητή της ιστορίας της τέχνης Νίκο Π. Παΐσιο. Μαζί με τη σύζυγό του Νίτσα Φραντζισκάκη, τους Αγγελο Δεληβορριά, Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, και με κύριο ομιλητή τον Δημήτρη Παυλόπουλο, αν. καθηγητή Ιστορίας της Τέχνης στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, όλοι μαζί θα θυμηθούν την έκδοση που άλλαξε τα δεδομένα στο εικαστικό τοπίο της Ελλάδας αλλά και τον ίδιο τον δημιουργό της, Φραντζισκάκη. Ευρύτατα γνωστός για τη δημιουργία του περιοδικού όπου πρωτοέκαναν την εμφάνισή τους κριτικοί, δοκιμιογράφοι ή ιστορικοί τέχνης όπως ο Χρύσανθος Χρήστου ή ο Δημήτρης Φατούρος, αλλά και για την ίδρυση της ομώνυμης γκαλερί μέσω της οποίας προωθήθηκαν έλληνες δημιουργοί όπως ο Φασιανός, ο Μυταράς ή ο Μανουσάκης, ο Φραντζισκάκης ξεκίνησε από τον Δημοσιογραφικό Οργανισμό Λαμπράκη, όπου εργάστηκε από το 1939 έως το 1963. Αρχικά στο λογιστήριο και εν συνεχεία στο «Βήμα» και μετά στα «Νέα» όπου έγραφε τις στήλες «Τα καλλιτεχνικά νέα της Τρίτης» αλλά και «Τα μουσικά της Πέμπτης».
Η εξωδημοσιογραφική του ενασχόληση με τα εικαστικά ξεκίνησε με την επιμέλεια της Αίθουσας Τέχνης του «Βήματος» στη Χρήστου Λαδά το 1953 (εκεί παρουσιάστηκαν εκθέσεις του Σικελιώτη, του Γαλάνη, του Δάβη) αλλά η δραστηριότητά του θα απέδιδε τους πιο ζουμερούς καρπούς μέσα από την γκαλερί Ζυγός της οδού Βουκουρεστίου από το 1958. «Ο Φραντζής είχε καλλιτεχνική αγωγή. Ορφανός από τα πέντε του, είχε μέντορά του τον κατά 19 χρόνια μεγαλύτερο αδελφό του Ερρίκο, ο οποίος ήταν ζωγράφος. Από την άλλη, η ενασχόλησή του με τον Τύπο του παρείχε την κατάλληλη τεχνογνωσία για να προχωρήσει στη δημιουργία του περιοδικού» λέει η ακμαιότατη σύζυγος και συνοδοιπόρος του Νίτσα Φραντζισκάκη, η οποία θυμάται με κάθε λεπτομέρεια την κοινή τους διαδρομή. «Ποτέ μας δεν βγάλαμε χρήματα από το περιοδικό. Το τροφοδοτούσαμε με δικά μας χρήματα, ακόμη και κάποια περιουσία φαγώθηκε καθώς δεν είχαμε οικονομική στήριξη ούτε από κόμματα ούτε από σπόνσορες. Αλλά ξέρετε, τα μεράκια δεν μπορείς να τα πολεμήσεις».
Ο Φραντζισκάκης θα έχανε για ορισμένα χρόνια την κηδεμονία του περιοδικού καθώς το 1963 θα το πουλούσε στον Λιάκο Ηλιόπουλο, ιδιοκτήτη της εταιρείας γραφικών τεχνών Ασπιώτη-ΕΛΚΑ. Θα παρέμενε ωστόσο καλλιτεχνικός διευθυντής μέχρι την αναστολή της έκδοσης το 1966 εξαιτίας της αυτοκτονίας του Ηλιόπουλου, ενώ μετά το τέλος της χούντας θα φρόντιζε να αγοράσει ξανά τον τίτλο. «Ο πόθος του ήταν ασίγαστος για το περιοδικό» λέει η κυρία Φραντζισκάκη. Θα μετριαζόταν μόνο όταν θα έβαζε στόχο ένα άλλο φιλόδοξο πρότζεκτ, να γράψει ένα βιβλίο αυτοβιογραφικό, το οποίο τελικά κυκλοφόρησε το 1997 από τις εκδόσεις Καστανιώτη. «Ο Φραντζής δινόταν σε ό,τι έκανε. Είχε μεγαλώσει ο πρωτότοκος γιος μας ο Ιωνας και είχε αναμειχθεί με τα εκδοτικά, οπότε θεώρησε ότι είχε χρόνο για να γράψει. Αναπόφευκτα, το ενδιαφέρον για το περιοδικό άρχισε να φθίνει». Τελικά έκλεισε το 1983, όχι όμως προτού υλοποιηθεί μια άλλη ιδέα που κυοφορούνταν στο μυαλό του ζευγαριού: η αγγλόφωνη κυκλοφορία του περιοδικού μέσα από τέσσερα ετήσια τεύχη (’82-’86).
Από τον «Ζυγό» στη «Βακαλό»


Ο «Ζυγός» είχε ευκρινές στίγμα και θα διακρινόταν από το βραχύβιο αλλά εν τούτοις αντίπαλο δέος των «Νέων Μορφών» του Ανδρέα Προκοπίου για την επικέντρωσή του ως επί το πλείστον στην ελληνική καλλιτεχνική δημιουργία. «Ο «Ζυγός» έδωσε φωνή και στήριγμα σε όλους, σε νέους αλλά και σε ώριμους, ακόμη και στους αριστερούς ζωγράφους όπως ο Τάσσος ή η Βάσω Κατράκη. Αυτό που του καταλόγιζαν ήταν ότι δεν προωθούσε την αφηρημένη τέχνη της εποχής σε αντίθεση με τις «Νέες Μορφές»» θα πει ο Τέτσης. Στο μεταξύ, η δουλειά του υδραίου ζωγράφου θα κοσμούσε δύο εξώφυλλα του περιοδικού ενώ μία από τις πρώτες εκθέσεις της γκαλερί θα φιλοξενούσε έργα του.
Οι δυο τους είχαν γνωριστεί αφότου είχε γυρίσει ο Τέτσης από το Παρίσι στις αρχές του 1957, «έξω από το Μετοχικό στην οδό Αμερικής». Μέχρι τότε γνώριζε μόνο τον ζωγράφο Ερρίκο, τρίτο μέλος της αχώριστης τριανδρίας που συμπλήρωναν ο Μόραλης και ο Νικολάου, προσωπικότητες που επηρέασαν τον Φραντζή βαθύτατα. Η σχέση διήρκεσε στον χρόνο και απέφερε και δημιουργικούς καρπούς καθώς συνίδρυσαν τη σχολή Βακαλό. «Είχα καλέσει στο εργαστήρι μου την Ελένη Βακαλό για να της κάνω το πορτρέτο. Της λέω λοιπόν κάποια στιγμή: «Βρε Ελένη, εσύ, ο Γιώργος (σ.σ.: Βακαλό) κι εγώ γιατί δεν κάνουμε μια ιδιωτική σχολή τέχνης;». «Δεν είναι κακή ιδέα, αλλά ποιος θα αναλάβει το οργανωτικό κομμάτι;». «Ο Φραντζής»». Ετσι, έβαλε το λιθαράκι του και «στο υποτυπώδες σχολειό» που δεν λεγόταν τότε σχολή Βακαλό αλλά «Ελεύθερο Σπουδαστήριο Καλών Τεχνών», τίτλο που είχε ο ίδιος επιλέξει.
πότε & πού:

«Ζυγός: 60 χρόνια μετά», εκδήλωση στο Μουσείο Μπενάκη, στο Κεντρικό Κτίριο, Κουμπάρη 1, στις 25 Νοεμβρίου, ώρα 19.30.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ