Το βιβλίο «Η Μέριλιν στη μόδα» («Marylin in Fashion», Running Press) που κυκλοφόρησε προ τριετίας με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 50 χρόνων από τον θάνατο της Μονρόε το 1962 –σε ηλικία 36 μόλις ετών και υπό μυστηριώδεις ακόμη συνθήκες –προκάλεσε εντυπωσιακή αίσθηση. Δεν ήταν λίγοι όσοι θεώρησαν ότι οι συγγραφείς του Κρίστοφερ Νίκενς και Τζορτζ Ζένο ήρθαν να καλύψουν ένα σημαντικό κενό φωτίζοντας με τρόπο τεκμηριωμένο και συνάμα γοητευτικό τη διαρκή επίδραση του «απόλυτου συμβόλου του σεξ» στο γυναικείο στυλ.
Στις σελίδες του βιβλίου –που περιλαμβάνει πλούσιο και σπάνιο φωτογραφικό υλικό –ζωντανεύουν, μεταξύ άλλων, όλοι οι λαμπεροί σχεδιαστές της εποχής που έντυσαν τη Μέριλιν τόσο στον κινηματογράφο όσο και στις δημόσιες και ιδιωτικές εμφανίσεις της. Ταυτόχρονα –και αυτό έχει ίσως το μεγαλύτερο ενδιαφέρον –αποκαλύπτεται ο τρόπος με τον οποίο η ίδια δούλευε μαζί τους προκειμένου να «χτίσει» προσεκτικά την εικόνα της και να μεταμορφωθεί από το γλυκό κορίτσι των πρώτων χρόνων της καριέρας της στο εκρηκτικό θηλυκό με το οποίο ταυτίστηκε στη συνείδηση του λεγόμενου ευρέος κοινού. «Πολύ πριν από την εποχή που οι σταρ του κινηματογράφου άρχισαν να μην κάνουν βήμα χωρίς τις συμβουλές του προσωπικού τους στυλίστα, η Μέριλιν υπήρξε στυλίστρια του εαυτού της γνωρίζοντας απόλυτα πώς να δημιουργεί υπέρκομψες εμφανίσεις με υλικά όπως το μαύρο ζέρσεϊ, το μεταξωτό ή το σατέν» έγραψε κάποτε μια βρετανίδα δημοσιογράφος μόδας. Και πραγματικά, αν κάποιος επιχειρούσε να κωδικοποιήσει τη σχέση της Μονρόε με το στυλ, θα μπορούσε να το συνοψίσει σε μια φράση των συγγραφέων του εν λόγω βιβλίου: η Μέριλιν ήταν ένα στυλάτο κορίτσι μπροστά από την εποχή της που κατόρθωσε να γίνει style icon κάθε εποχής.
To έντονο ροζ σατέν φόρεμα με το οποίο τη θυμόμαστε να ερμηνεύει το περίφημο «Diamonds are a girl’s best friend» στην ταινία «Οι άνδρες προτιμούν τις ξανθές». Το θρυλικό λευκό της σκηνής του μετρό –μία από τις γνωστότερες στην κινηματογραφική ιστορία –στο «Επτά χρόνια φαγούρα». Και, φυσικά, το «σκανδαλωδώς διάφανο», όπως χαρακτηρίστηκε, φόρεμα με το οποίο τραγούδησε το «Happy Birthday, Mr President» για τα γενέθλια του αμερικανού προέδρου Τζον Κένεντι: αυτές είναι μερικές μόνο από τις πλέον αναγνωρίσιμες και συζητημένες εμφανίσεις της. Ωστόσο, προτού ακόμη σφραγίσει με το προσωπικό της στίγμα το στυλ της δεκαετίας του ’50, μιας εποχής καταπιεσμένης σεξουαλικότητας, η Μονρόε είχε κατορθώσει να φέρει στο προσκήνιο κάμποσους από τους πολλά υποσχόμενους τότε ακόμη σχεδιαστές οι οποίοι στο μέλλον επρόκειτο να εξελιχθούν σε ονόματα-θρύλους. Φορούσε γόβες Ferragamo, κρατούσε τσάντες Louis Vuitton και έδειχνε ιδιαίτερη προτίμηση σε σχέδια δημιουργών όπως ο Αμερικανός Νόρμαν Νορέλ και ο Ιταλός Εμίλιο Πούτσι. Στον κινηματογράφο εμπιστευόταν τις εμφανίσεις σε βραβευμένους με Οσκαρ ενδυματολόγους όπως ο Ζαν Λουί, ο Ορι Κέλι και φυσικά ο Γουίλιαμ Τραβίλα, ο οποίος έντυσε τη Μέριλιν σε οκτώ ταινίες. Οι δυο τους συναντήθηκαν για πρώτη φορά το 1951 και μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια ο Τραβίλα, ο οποίος είχε υπάρξει παιδί-θαύμα, δημιούργησε μερικά από τα πλέον αναγνωρίσιμα κοστούμια στην ίδια την ιστορία του κινηματογράφου για τη Μονρόε. Εγινε η μούσα του, ενώ για κάποιο διάστημα οι δυο τους έζησαν και μια ερωτική ιστορία. «Η Μέριλιν έχει την τελειότερη φιγούρα στον κόσμο» δήλωνε ο ίδιος σε μια συνέντευξή του το 1954. «Οπως και να την ντύσεις, δείχνει σέξι». Δημιουργία του ιδίου ήταν άλλωστε το φόρεμα της Μέριλιν στην τελετή ανακήρυξής της ως «Το ταχύτερα ανερχόμενο αστέρι» το 1952. Η ίδια η γραμμή του φορέματος –που αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για διάσημους σχεδιαστές τα επόμενα χρόνια –σε συνδυασμό με το αισθησιακό βάδισμα της Μονρόε προκάλεσαν πραγματικό ντελίριο στη διάρκεια της εκδήλωσης.

Χρήμα και… καμπύλες
Η μεταμόρφωση της Νόρμα Τζιν Μπέικερ σε Μέριλιν Μονρόε ήταν μια γοητευτική διαδικασία. Καθώς προσείλκυε εκδηλώσεις θαυμασμού από τα πρώτα χρόνια της εφηβείας της ακόμη, η ίδια είχε επίγνωση της απήχησής της, ιδιαιτέρως στους άνδρες. «Δεν με ενδιαφέρουν τα χρήματα, θέλω να δείχνω υπέροχη» συνήθιζε να λέει. Παρ’ όλο που οι κατά περιόδους σύμβουλοί της την πίεζαν να αλλάξει το χαμόγελό της, το χτένισμά της και πάνω απ’ όλα το χρώμα των μαλλιών της, η Μέριλιν εξοικειώθηκε πολύ γρήγορα με τον ρόλο του pin up girl. Για την ίδια τα ρούχα δεν ήταν παρά το μέσο ανάδειξης του σώματός της, έχοντας πλήρη συνείδηση του αισθησιασμού που απέπνεε. Οι διάσημες καμπύλες της ήταν, σύμφωνα με όσα υποστηρίζουν ορισμένοι, ένα από τα μυστικά της διαχρονικής δημοτικότητάς της. «Κάνει τις γυναίκες να αισθάνονται καλά με το σώμα τους» έχει δηλώσει χαρακτηριστικά ο Κρίστοφερ Νίκενς επιχειρώντας να εξηγήσει το «φαινόμενο Μονρόε». Σύμφωνα με τον ίδιο, «η Μέριλιν ήρθε να αποδείξει πως για να είσαι απόλυτο σύμβολο του σεξ δεν χρειάζεται να χωράς οπωσδήποτε στα μικροσκοπικά τζιν της Κέιτ Μος και να εξαρτάς τη ζωή σου απ’ αυτό. Είχε έμφυτο αισθησιασμό και ήξερε να τον εκμεταλλεύεται».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ