Η συνέντευξη τύπου κυλούσε ομαλά, οι διοργανωτές απαντούσαν με άνεση στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων. Όλα έδειχναν, ότι η παρουσίαση του ελληνικού κινηματογραφικού φεστιβάλ του Βερολίνου, που πρόκειται να εγκαινιασθεί στα τέλη Ιανουαρίου 2016 από το νεοσυσταθέντα Ελληνογερμανικό Πολιτιστικό Σύνδεσμο, θα έκλεινε χωρίς παρατράγουδα.

Έως ότου ήρθε η ώρα των υψηλών προσκεκλημένων να δικαιολογήσουν κι αυτοί με κάποιο τρόπο την παρουσία τους σε μια διοργάνωση που βασικά δεν τους αφορούσε.
«Ποιο είναι το πιο ενδιαφέρον ελληνικό φιλμ που έχετε δει;» ρωτήθηκε ο σύμβουλος τύπου της γερμανικής πρεσβείας στην Αθήνα Βόλφγκανγκ Ρεχενχόφερ. «Το ‘Γάμος αλά ελληνικά’» ήταν η απάντησή του. Παγωμάρα στην αίθουσα. Και μάλιστα, η δεύτερη στη συνέχεια ύστερα από προηγούμενη δήλωση του ίδιου, ότι η συγκρότηση της νεοελληνικής ταυτότητας είναι έργο γερμανών λογίων του δεκάτου ογδόου και του δεκάτου ενάτου αιώνα.
Την ανταπάντηση ανέλαβε να δώσει ο αναπληρωτής υπουργός πολιτισμού Νίκος Ξυδάκης. Η συγκρότηση της σύγχρονης «ελληνικότητας», υπενθύμισε, οφείλεται μόνο εν μέρει σε λόγιους από τη Γερμανία. Εξίσου αποφασιστικό ρόλο έπαιξαν λόγιοι από τη Γαλλία και τον αγγλοσαξονικό χώρο, αλλά και από τους έλληνες διαφωτιστές –με πρώτο και καλύτερο τον Αδαμάντιο Κοραή.
Επιπλέον, τόνισε, η απάντηση του συμβούλου δείχνει, ότι πολλοί ξένοι που έρχονται στην Ελλάδα βλέπουν συνήθως σε αυτήν, αυτό που είχαν ανέκαθεν στο κεφάλι τους: Ένα εξιδανικευμένο «τοπίο» – στην καλύτερη περίπτωση ως μια κλασική «Αρκαδία», όπως την έχουν μάθει στη διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών, στη χειρότερη, ως ένα κλισέ, σαν αυτά που προβάλουν οι τουριστικές διαφημίσεις. Το μόνο που δεν βλέπουν, πρόσθεσε, είναι η πραγματική Ελλάδα, με τα προβλήματα, τους προβληματισμούς και τα έργα της –μεταξύ των οποίων και τα υπέροχα κινηματογραφικά.
Μόνο που ούτε και ο υπουργός μπόρεσε να αποφύγει τις υπερβολές: Όπως, όταν, ύστερα από τη διαπίστωσή του, ότι «έχει δει όλα τα έργα του Φασμπίντερ» αναρωτήθηκε, πόσες ελληνικές ταινίες έχουν δει άραγε οι γερμανοί φίλοι του σινεμά. «Γιατί, είναι υποχρεωτικό;» αναφώνησε παριστάμενος χωρίς όμως και να εισπράξει απάντηση.
Με την εξέλιξη της συνέντευξης τύπου γινόταν πάντως όλο και πιο φανερό ότι η παρουσία των πολιτικών στη συνέντευξη τύπου είχε μάλλον διακοσμητικό χαρακτήρα, δεδομένου ότι στο Hellas Filmbox Berlin, όπως λέγεται η «ελληνική Berlinale», δεν παίζουν κανένα ρόλο –οικονομικό, οργανωτικό, πολιτικό. «Απορώ γιατί τους προσκάλεσαν» έλεγε ο ίδιος παριστάμενος. «Οι διοργανωτές παραβλέπουν προφανώς ότι έτσι υπάγουν το φεστιβάλ χωρίς λόγο και αιτία στην ‘προστασία’ τους».
Παρόμοια «ξεκάρφωτη» ήταν και η παρουσία του υπουργού εξωτερικών Νίκου Κοτζιά, ο οποίος έσπευσε στην αρχή της συνέντευξης τύπου να διαπιστώσει ότι φεστιβάλ, σαν εκείνο του Βερολίνου, αποτελούν (παρόλο που το υπουργείο του δεν συμμετέχει καθόλου σε αυτό) μέρος της πολιτιστικής διπλωματίας και ότι αυτό που καλείται να κάνει η τέχνη είναι «να πει το ανείπωτο». Οι παριστάμενοι καλλιτέχνες τον άκουγαν άναυδοι να τους «εξηγεί» τη δουλειά τους.
Η συζήτηση έγινε πιο συγκεκριμένη, όταν οι διοργανωτές αναφέρθηκαν στις λεπτομέρειες του φεστιβάλ, που θα διεξαχθεί στις 21-24 Ιανουαρίου 2016 στον ιστορικό κινηματογράφο Babylon στο προάστιο Mitte του Βερολίνου.
Ανάμεσα σε άλλα προβλέπεται:
–ένα διαγωνιστικό μέρος. Η υποβολή των σχετικών ταινιών θα ξεκινήσει από την 1η Αυγούστου 2015.
–ένα μη διαγωνιστικό μέρες. όπως ανέφερε ο εκπρόσωπος του φεστιβάλ στο Βερολίνο Αστέρης Κούτουλας, με 10 περίπου ταινίες μεγάλων σκηνοθετών, όπως ο Αγγελόπουλος, Κακογιάννης, Κούνδουρος, κλπ., που θα είναι και ο «κράχτης» της διοργάνωσης
–η προβολή 35 περίπου ταινιών
Ο σκοπός του φεστιβάλ είναι εκτός από καλλιτεχνικός και πολιτικός: Να αντισταθμίσει το λεγόμενο «Griechenland Bashing», την απίστευτα αρνητική δηλαδή δημοσιότητα γύρω από την Ελλάδα, με το μέσο του ποιοτικού σινεμά. «Μια καλή ελληνική ταινία αντισταθμίζει χίλιες συκοφαντίες των γερμανικών μέσων ενημέρωσης» συνόψισε δημοσιογράφος.
Οι διοργανωτές άφησαν ανοικτό το θέμα, αν θα παραστεί ο κ.Ρέχενχόφερ στις προβολές. «Εξαρτάται» είπε ένας από αυτούς. «Ίσως προτιμήσει να δει πάλι το ‘Γάμο αλά ελληνικά’».