Δέκα καλοκαίρια συνυπάρξεων στον Πόρο, μια αισθαντική γιορτή των εικαστικών τεχνών. Η επετειακή έκθεση για τα δέκα χρόνια της γκαλερί Citronne θυμίζει μια μεγάλη παρέα διαφορετικών ανθρώπων που συνομιλεί γύρω από ένα στρωμένο, μακρύ τραπέζι, με φόντο την ακύμαντη θάλασσα και τα σκάφη που περνοδιαβαίνουν από το στενό μεταξύ Πόρου και Γαλατά. Που μοιράζεται την κοινή της αγάπη για την τέχνη. «Πιστεύω ότι η ζωγραφική θέλει αποκλειστικό έρωτα» γράφει στο μπλοκάκι μου ο Σωτήρης Σόρογκας, ο ζωγράφος ο οποίος δύο καλοκαίρια παρουσίασε στην προκυμαία του Πόρου τα «Σπασμένα ξύλα από ταξίδια που δεν τελείωσαν…».
Η μυσταγωγία της ζωγραφικής εξελισσόταν στην εσωτερική αυλή της γκαλερί το βράδυ των εγκαινίων. Στο επίκεντρο ο δημιουργός, ο μύστης, και γύρω του οι μυημένοι. Ο Χρόνης Μπότσογλου μιλούσε μέσα στη θερινή ατμόσφαιρα που δημιουργούσαν οι απίθανες ακουαρέλες του, «Του γιαλού», που ζωγράφισε καθισμένος στην αμμουδιά στο Πετρί της Λέσβου: «Για να πετύχεις κάτι πρέπει να το σπουδάσεις. Αυτό μου έμαθε ο δάσκαλός μου ο Μόραλης. Μαθαίνεις ακόμη και από μια γλάστρα που έχεις. Και μαθαίνεις ηθική. Στην τέχνη δεν υπάρχει μέση οδός, με εξαιρέσεις λειτουργεί». Τώρα, πάνω στο μαρμάρινο τραπέζι υπάρχει ένα γλυπτό του Μαρκ Χατζηπατέρα που προβάλλεται πάνω στο χαρακτηριστικό έργο «Αγία Αικατερίνη» από χρώμα και λαμπτήρες νέον σε μέταλλο, του Στήβεν Αντωνάκου. Μοιάζει τυχαίο, αλλά οι δύο δημιουργοί της Διασποράς συνδέονταν με φιλία και αλληλοεκτίμηση. Τελικά συνδέθηκαν και τα έργα τους στην εσωτερική αυλή της γκαλερί. Η περσινή έκθεση του Κωνσταντίνου Ξενάκη για τα «Αδιέξοδα» (No Way Out) της Ευρώπης ήταν εξαιρετική, όσο και προφητική. Το έργο με τα ταυροκαθάψια του Κρις Γιαννάκου έχει εντυπωθεί στον νου μου, όπως και τα λόγια του, εδώ στην εσωτερική αυλή της Citronne: «Η φύση σε οδηγεί, δεν μπορείς να πας εναντίον της». Το έργο του Γιαννάκου «Στάδιο Ολυμπίας» συνομιλεί με το γλυπτό του Μιχάλη Κατζουράκη, και είναι αυτή μια εκλεκτική συγγένεια.

«Βλέπεις τον Κοκκινίδη, τον Μπότσογλου, τον Ψυχοπαίδη μαζί. Κάπως προκύπτει η συγγένεια μεταξύ τους. Αυτοί οι διάλογοι με ενδιέφεραν να ανθήσουν όλα αυτά τα καλοκαίρια. Κι εδώ τους βλέπουμε ζωντανά»
λέει η δημιουργός της γκαλερί Citronne, Τατιάνα Σπινάρη-Πολλάλη: «Για εμένα η γκαλερί είναι μια ιδέα. Ξεκίνησε με έναν ενθουσιασμό, χωρίς να ξέρω ακριβώς τι κάνω. Ηθελα γενικά να κάνω έναν χώρο τέχνης στον Πόρο που δεν είχε την εικαστική παράδοση ούτε της Υδρας ούτε της Αίγινας. Τελικά ο Πόρος έγινε και ένα εικαστικό πέρασμα αλλά και ένα άνοιγμα στον κοσμοπολιτισμό. Οπως ακριβώς και το ίδιο το νησί. Κοντά στην Αθήνα, κοντά στην ακτή της Πελοποννήσου, κλεισμένο από μια ακύμαντη θάλασσα, η οποία όμως σε πάει σε όλο το Αιγαίο, αλλά και στον κόσμο, όπως με την περσινή έκθεση του Κωνσταντίνου Ξενάκη στο Παρίσι και την εφετινή, επιλογή των έργων της επετειακής έκθεσης, στα γραφεία του ΟΟΣΑ. Είναι και οι διάλογοι που γίνονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Πόρου, όπου τα σύγχρονα έργα συνομιλούν και συνυπάρχουν με τα αρχαία».
Στον Πόρο απολαμβάνουμε την εγγύτητα της τέχνης και των δημιουργών. Πολύ συχνά στην παρέα «έρχεται» και ο Γιώργος Σεφέρης. Η βίλα Γαλήνη απέναντι στην προκυμαία του Πόρου σκορπά στον αιθέρα την εσωτερικότητα της Κίχλης που γράφτηκε εκεί ένα φθινόπωρο λυτρωτικό από τα δεινά του πολέμου. Το νησί ήταν και είναι ιαματικό.
Ο Γιάννης Ψυχοπαίδης, που εξέθεσε εδώ τον Ιδανικό Ελπήνορα, έλεγε για εκείνη την έκθεση: «Ο Πόρος ήταν η αφορμή να μελετήσω πάλι τον Σεφέρη με άλλο βλέμμα, μέσα από καινούργιες εμπειρίες. Η Κίχλη κρύβει μια ρομαντική πράξη, την έννοια της τιμής, μεταφορά στην έννοια της πατρίδας, του τόπου, του τοπίου, του Ελληνα σε σχέση με την πατρίδα του και τα ηθικά διλήμματα. Η έννοια της βάρκας, της θάλασσας, του ταξιδιού, ακόμη και η έννοια του περάσματος από μια εμπειρία στην άλλη, από το παλιό στο καινούργιο. Βγαίνεις στην πόρτα της γκαλερί και αισθάνεσαι ότι ο Σεφέρης είναι ζωντανός και γράφει για τη ζωή. Πρόσωπα, τόπος, ποίηση. Αίσθηση αθωότητας και καθαρότητας, μακρύ καλοκαίρι. Σκηνές απλότητας δεκαετίας του 50 και του 60, σκηνικό μιας Ελλάδας καθαρής. Πώς έχει διαφυλάξει αυτός ο τόπος ζωντανό το άδολο στοιχείο, παρά τη νεοπλουτίστικη αντίληψη;».
Ο Αλέκος Κυραρίνης, ο νεότερος που εξέθεσε την «Καρδία Νήφουσα» στον Πόρο, έλεγε ότι «στη ζωγραφική το τι και το πώς δεν ξεχωρίζονται. Αν ένα έργο είναι καλό, έχει και καλή φτιαξιά. Θέλω να μην υπάρχει πινέλο στη ζωγραφική μου, να έχει τις χάρες της εφαρμοσμένης τέχνης. Σχεδόν να μη μαρτυρείται ο τρόπος που φτιάχνεται. Οσο πιο εφαρμοσμένο είναι ένα έργο τόσο πιο θεολογικό είναι». Και ο Δημήτρης Κούκος, ο πρώτος που άνοιξε αυτόν τον υπέροχο εικαστικό χορό πριν από δέκα καλοκαίρια, τον Ιούνιο του 2006, γράφει στο μπλοκάκι μου: «Οσοι λένε ότι η ζωγραφική πέθανε, δεν έχουν νιώσει την ευτυχία και τη γοητεία που προσφέρει».
Τα καλοκαίρια τρέχουν στον Πόρο, τα ρεύματα, οι ιδέες, οι εποχές, αλλά η τέχνη μένει μέσα στην ήρεμη και παρεΐστικη ατμόσφαιρα που την περιβάλλει. Και κοιτάζει το μέλλον με αισιόδοξη ματιά. Οπως τόσο αισιόδοξα φαίνονται μέσα από τις τζαμένιες πόρτες οι ακουαρέλες του Παναγιώτη Τέτση και του Βασίλη Θεοχαράκη, το γλυπτό, αυτή η υπέροχη εκδοχή της ελληνικής σημαίας, του Κώστα Βαρώτσου, οι πίνακες του Μάκη Θεοφυλακτόπουλου, του Κώστα Παπανικολάου, του Τάσου Μαντζαβίνου, της Νανάς Βέττα, του Μιχάλη Μανουσάκη, του Γιάννη Αδαμάκου. Αφηρημένα ή παραστατικά έργα συνομιλούν φιλικά. «Πόρος σημαίνει πέρασμα κι εγώ πιστεύω πάρα πολύ σε αυτή την ιστορία. Στην ανταλλαγή των ιδεών και στις συναντήσεις των ανθρώπων. Συνεχίζουμε έτσι όπως πάμε, ως σημείο συνάντησης και ανταλλαγής ιδεών μεταξύ καλλιτεχνών, επισκεπτών».

«Κάνω μόνο έργα-ταυτότητες»
Οσο πιο δυνατές είναι οι χρωματικές εκρήξεις της ζωγραφικής του τόσο πιο μειλίχια και αθόρυβη είναι η παρουσία του Δημοσθένη Κοκκινίδη που αγναντεύει ήρεμα το άνοιγμα προς την Υδρα του στενού μεταξύ Πόρου και Γαλατά. Το έργο του ανέτρεψε την ατμόσφαιρα του πρωθυπουργικού γραφείου στο Μέγαρο Μαξίμου, μαζί με τον πίνακα του Κωνσταντίνου Ξενάκη, δύο εικαστικοί που έχουν εκθέσει στον Πόρο. Ακούστηκε ο ντόρος, όπως λέει ο Δημοσθένης Κοκκινίδης, αλλά όχι ο ίδιος ο δημιουργός. «Ο πίνακας είναι καμωμένος με τη Μεταπολίτευση. Το 74, τότε που έβγαινε ο κόσμος στους δρόμους και ζητούσε δημοκρατία και ελευθερία. Τότε έκανα μια μεγάλη έκθεση στην γκαλερί Ζουμπουλάκη. Την ονομάσαμε «Διαμαρτυρίες» για να μην την πούμε «Διαδηλώσεις». Και ταίριαξε καλά στο γραφείο του Πρωθυπουργού». Ομως, ακόμη και η σιωπή του δασκάλου ακούγεται πολύ δυνατά. «Εγώ έκανα κοινωνική κριτική από τα γεννοφάσκια μου και σε δύσκολες εποχές. Μόνο έργα-ταυτότητες έκανα». Πολλά έργα της περιόδου 1954-1974 είχαν ξεχαστεί στο πατάρι. Και βρέθηκαν ξανά τώρα. «Τα λησμονημένα ρολά», μια δουλειά άγνωστη, θα εκτεθούν το πρώτο δεκαήμερο του Δεκεμβρίου στο Μουσείο Μπενάκη στην Αθήνα.
πότε & πού:

Η έκθεση «Εικαστικές Σηματοδοτικές Αναφορές» θα διαρκέσει ως τις 7 Σεπτεμβρίου

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ