Τριακόσια κοστούμια, έξι παραστάσεις, μία θεατρική σεζόν. Αυτός είναι ο εφετινός απολογισμός για την ενδυματολόγο Ντένη Βαχλιώτη που σχεδίασε και δημιούργησε τρεις εκατοντάδες ρούχα για έξι διαφορετικές παραστάσεις. Ξεκίνησε με τον «Δικηγόρο Ντάροου», συνέχισε με το «Φάντασμα με γόβες» για να ακολουθήσουν, σχεδόν ταυτόχρονα, οι «Καμπάνες του Εντελβαϊς», η «Φιλουμένα» και οι «Δούλες». Λίγο πριν από την τελευταία πρεμιέρα για φέτος, που θα δοθεί μετά το Πάσχα, με το «Στροχάιμ» του Δημήτρη Δημητριάδη, η ευφάνταστη καλλιτέχνις μιλά στο «Βήμα» για ποσότητες και ποιότητες.
Οταν αναλάβατε το «Στροχάιμ», ξέρατε ότι θα είναι η έκτη παράσταση για εφέτος;
«Αυτή η δουλειά μού είχε προταθεί από τον Νοέμβριο, όταν δουλεύαμε στο «Φάντασμα με γόβες» του Κάουαρντ. Εκτός από τη «Φιλουμένα», που προστέθηκε αργότερα, τις υπόλοιπες πέντε παραγωγές που μου είχαν προταθεί για αυτή τη σεζόν τις είχα αναλάβει εξαρχής. Οταν ήρθε η πρόταση για τη «Φιλουμένα» δούλευα φουλ για τις «Καμπάνες» και προετοίμαζα τις «Δούλες». Πρακτικά ήταν πολύ δύσκολο και κουράστηκα πάρα πολύ. Τρεις δουλειές μαζί, εκ των οποίων οι δύο ήταν και μεγάλες, πρώτη φορά μου έτυχαν. Θέλει πολλή οργάνωση».
Κάθε παράσταση είναι και ένας άλλος κόσμος. Πώς τους συνδυάσατε;
«Πράγματι, ήταν τρεις διαφορετικοί κόσμοι. Παραδόξως δεν μπερδεύτηκα και μάλιστα το ένα με ξεκούραζε από το άλλο. Ο δε Ζενέ, με αυτά τα υπέροχα άρθρα και κείμενα που χρειάστηκε να διαβάσω και τις πρόβες, ήταν το διάλειμμά μου. Υπηρετούσα την ποίηση και τον μύθο του».
Ποια είναι η παγίδα των πολλών παραστάσεων;
«Δεν είμαι υπέρ τού να κάνει ένας δημιουργός πολλά πράγματα μαζί. Εφέτος όμως έτυχε και κατάφερα να διαχειριστώ την πολυπλοκότητα όλων των έργων. Αλλά σε απομυζά. Κινδυνεύεις να χάσεις την ποιότητά σου. Και αν αυτό το κάνεις συστηματικά, σίγουρα θα κάνεις λάθος. Από την άλλη, δεν είναι κι εύκολο να πεις όχι».
Λόγω εποχής ή κυρίως λόγω σχέσεων;
«Δεν μπορώ να πω όχι στον Σταμάτη Φασουλή. Τίποτε σχεδόν δεν μπορώ να του αρνηθώ. Τον αγαπώ πολύ. Είναι ο άνθρωπος που, στην ουσία, με ανέδειξε όσο κανείς άλλος στη δουλειά μου. Είναι μια σχέση με συναισθηματική βάση. Με τον Κακλέα, από την άλλη, τα τελευταία χρόνια έχει ξεκινήσει μια συνεργασία, όπως και με τον Καρβέλα και τη Βίσση, που φέτος συνεχίστηκε. Ολο αυτό όμως με έκανε να σκεφτώ ότι στο μέλλον και ένα όχι δεν κάνει κακό».
Κυρία Βαχλιώτη, πιστεύετε ότι τα κοστούμια πρέπει να φαίνονται;
«Οχι, όχι. Ούτε η προσπάθεια η δική μου ούτε του σκηνογράφου ούτε κάποιου άλλου συντελεστή πρέπει να φαίνεται. Δεν πρέπει να στέκεται ο θεατής στα κοστούμια. Ομαδική είναι η δουλειά μας. Στόχος είναι τα επιμέρους να υπηρετούν το σύνολο. Αν ένα κοστούμι, όσο ωραίο κι αν είναι, «θάψει» τον ηθοποιό, δεν έχει πετύχει τον στόχο του. Ακόμη και στην κωμωδία χρειάζεται μεγάλη λεπτότητα ώστε το ρούχο να μην είναι πιο κωμικό από την υποκριτική του ηθοποιού».
Αλήθεια, τι είναι πιο δύσκολο; Τα πολλά κοστούμια ή το ένα;
«Πιο δύσκολο μπορεί να είναι το ένα κοστούμι, όπως συνέβη εφέτος με τον μονόλογο του Σταμάτη Φασουλή. Γιατί αυτό το ένα κοστούμι πρέπει να βγάλει όλον τον συμβολισμό του έργου, όλη την ουσία. Η προσοχή του κοινού πέφτει σε αυτό το ένα, και αυτό το κάνει πιο επικίνδυνο. Συγκεκριμένα, το κοστούμι του Ντάροου με ταλαιπώρησε περισσότερο από τα διακόσια πέρυσι στη «Σούγκαρ». Επρεπε να εκφράζει τον χαρακτήρα του πρωταγωνιστή, να ταιριάζει στο ύφος, στον ρόλο, να νιώθει άνετα ο ηθοποιός μέσα σε αυτό, που είναι και το σημαντικότερο. Τελικά δεν κρατήσαμε το αρχικό κοστούμι και κάναμε ένα δεύτερο, σε άλλους χρωματισμούς».
Σε μια παράσταση όλα είναι στην υπηρεσία του σκηνοθέτη;
«Ο ενδυματολόγος, για να μιλήσω για τη δική μου δουλειά, υπηρετεί το όραμα του σκηνοθέτη, τη δική του κατεύθυνση αλλά τα μπολιάζει κιόλας. Μπορεί και πρέπει με τις προτάσεις του να εμπνεύσει. Ακόμη και μέσα από ένα κοστούμι».
Η σταθερή συνεργασία με τον Σταμάτη Φασουλή σημαίνει και ασφάλεια;
«Δεν είναι θέμα ασφάλειας, ούτε σου αποκλείει άλλες. Αλλά, για να λέμε την αλήθεια, ο χώρος είναι κορεσμένος και δημιουργούνται τελικά, όπως βλέπουμε γύρω μας, μόνιμες συνεργασίες σκηνοθέτη – σκηνογράφου. Προσωπικά είμαι ανοιχτή σε προτάσεις. Στην αρχή, για να μπορέσω να συνδυάσω τη δουλειά με την οικογένειά μου, δεν διεκδίκησα επαφές. Με κάλυπτε ουσιαστικά και δημιουργικά η συνεργασία με τον Σταμάτη Φασουλή. Μεγαλώνοντας αλλάζουν τα πράγματα».
Δεν σας κούρασαν οι μεγάλες παραγωγές, τα τόσα μιούζικαλ;
«Για έναν ενδυματολόγο, ιδιαίτερα στην αρχή της πορείας του, οι μεγάλες παραγωγές, τα μιούζικαλ, εν προκειμένω, παρέχουν αντικείμενο δημιουργίας. Ηταν πρόκληση. Από την άλλη, είδα εφέτος ότι η εμπειρία με τις «Δούλες» ήταν ξεχωριστή. Ωριμάζοντας στρέφεσαι, ενδεχομένως, σε πιο μίνιμαλ επιλογές».
Υπάρχει γυναικεία ματιά στην τέχνη;
«Πιστεύω ότι στο θέατρο, όπως και σε άλλα καλλιτεχνικά επαγγέλματα, χρειάζεται η γυναικεία ματιά, η γυναικεία ευαισθησία. Λόγω της πολυπλοκότητας των αισθημάτων και των συναισθημάτων της, η γυναίκα αγγίζει περισσότερες αποχρώσεις».
Ονειρεύεστε έργα και ρόλους να ντύσετε;
«Ονειρεύομαι μεγάλα κλασικά έργα, όπως τον «Μάκβεθ», που λατρεύω, ή τη «Μήδεια». Θα με ενδιέφεραν να τα κάνω κάποια στιγμή. Ελληνικό έργο δεν έχω κάνει, εκτός από την υπέροχη διασκευή με το «Τρίτο Στεφάνι». Εχω κάνει και τους «Ιππής» στην Επίδαυρο και τους «Σκοινοβάτες», μια παράσταση που προσωπικά αγάπησα πολύ».
Θέατρο χωρίς κοστούμι υπάρχει;
«Ναι, νομίζω ότι μπορεί να υπάρξει. Χωρίς κοστούμι, χωρίς σκηνικό, ναι. Αρκεί ένα γερό κείμενο, ένας ηθοποιός, ένας σκηνοθέτης, ίσως και λίγος φωτισμός. Αλλά θα μπορούσα να σκεφτώ και μια παράσταση στο απόλυτο σκοτάδι. Αρκεί ο λόγος. Το απαύγασμα του θεάτρου είναι να μπορέσεις να δημιουργήσεις μια ατμόσφαιρα και να ταξιδέψεις τον κόσμο μόνο από τη φωνή και τα συναισθήματα που θα δημιουργηθούν από τον λόγο».

«Κατάφερα να σωθώ από την παγίδα της τελειότητας»

Μετράτε γύρω στα δεκαπέντε χρόνια στο θέατρο. Τελικά το επώνυμό σας τι ρόλο έπαιξε;

«Απομυθοποίησα από πολύ μικρή το βάρος του ονόματος γιατί μεγάλωσα σε μια τέτοια οικογένεια. Ο πατέρας μου (σ.σ.: Χρήστος Βαχλιώτης) υπήρξε πρωτοπόρος και διανοούμενος στον χώρο του θεάτρου και των τεχνών. Η θεία μου (σ.σ.: Ντένη Βαχλιώτη) επίσης, με έναν άλλον τρόπο, πιο ανάλαφρο, πιο μαχητικό απολάμβανε τη δόξα και τη λάμψη, όπως και η άλλη θεία μου (σ.σ.: Θεώνη Βαχλιώτη-Ολντριτζ) στην Αμερική. Οταν ήμουν μικρή θα μπορούσα να πέσω στην παγίδα της τελειότητας κι αυτό να με εμπόδιζε να βγω στην αρένα. Με βασάνιζε. Με την αδελφή μου (σ.σ.: Ειρήνη Βαχλιώτη, σκηνοθέτρια του κινηματογράφου) μεγαλώσαμε με μεγάλα οράματα αλλά και την αυστηρή ματιά του πατέρα μας πάνω στην τέχνη, μαζί με τη δική του απαισιοδοξία».
Και πού σας οδήγησε όλο αυτό;

«Στη δική μου προσωπική διαδρομή. Κατάφερα να σωθώ από την παγίδα της τελειότητας. Είμαι τελειομανής στη δουλειά μου αλλά το βλέπω και λίγο σαν παιχνίδι. Η ζωή δεν είναι μόνον αυτό. Είμαστε ένας τόσο μικρός κόκκος μέσα στο Σύμπαν, που χωράει και μια αποτυχία. Φυσικά πρέπει να παλεύουμε, να προσπαθούμε, να μην παραιτούμαστε. Αλλά θέατρο κάνουμε, μια παράσταση είναι τελικά».
Ποιος είναι ο κριτής του εαυτού σας;

«Η επιβράβευση έρχεται κυρίως από τον εαυτό μου. Μετά εμπιστεύομαι τον άντρα μου, κάποιους καλούς φίλους και συνεργάτες».
Πώς βλέπετε τον εαυτό σας στο μέλλον;

«Θα ήθελα να συνεχίσω να είμαι δημιουργική και να στραφώ σε άλλου είδους δουλειές που θα με προκαλούν».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ