Εχουν όλοι κάτι κοινό, κι ας μην ανήκουν ακριβώς στην ίδια γενιά: άρχισαν να σκηνοθετούν σε νεαρή ηλικία, ποντάροντας σε νέους ηθοποιούς και σημειώνοντας επιτυχία με τις παραστάσεις τους. Τα βραβεία Χορν και Μερκούρη φιλοξενούν όλο και πιο συχνά στις λίστες τους νικητές και υποψηφίους που έχουν προκύψει από τέτοιου είδους νεανικές συνευρέσεις και όχι από το χέρι κάποιου «φτασμένου» σκηνοθέτη. Το κοινό με τη σειρά του δεν δελεάζεται πλέον από τα ονόματα-κράχτες, αλλά γεμίζει θέατρα που υπογράφει ένα σύνολο δημιουργικών ανθρώπων. Κάτι έχει αλλάξει.

Σίμος Κακάλας

Η Εταιρεία Θεάτρου Χώρος δημιουργήθηκε το 2003 και συνεχίζει ακάθεκτη. Επόμενος σταθμός, το Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου στα τέλη Αυγούστου με τον «Ορέστη» του Ευριπίδη. Από κάθε γωνιά της Ελλάδας ως το Εθνικό Θέατρο, το Φεστιβάλ Αθηνών και τη Μικρή Επίδαυρο, παραστάσεις όπως η «Γκόλφω» του Περεσιάδη, το «Λιωμένο βούτυρο» του Σάκη Σερέφα και η «Ερωφίλη» έχουν κάνει σαφές το στίγμα της ομάδας που ξέρει να χρησιμοποιεί τη θεατρική μάσκα όσο ελάχιστες και να μας κάνει να δούμε τα κλασικά ή μη κείμενα αλλιώς.

«Ξεκινήσαμε με την Ελενα Μαυρίδου, τον Θοδωρή Οικονομίδη και τη Δήμητρα Κούζα από τη Θεσσαλονίκη. Από την αρχή ασχοληθήκαμε με περιοδείες στην επαρχία, με χαμηλό προϋπολογισμό, σε απομακρυσμένα χωριά, νησιά της άγονης γραμμής, με έργα λαϊκά, για τον πολύ κόσμο, που όμως δεν λαϊκίζουν. Αυτό που ξεκίνησε πέρυσι με τις παραστάσεις του Εκτορα Λυγίζου και του Δημήτρη Καραντζά στην Επίδαυρο πρέπει να διευρυνθεί. Για να μπορέσουμε να σκηνοθετήσουμε σε ανοιχτούς χώρους που τους έχουμε σε αφθονία στην Ελλάδα, πρέπει να τους γνωρίσουμε από μέσα και όχι να τους κοιτάμε από μακριά. Στην Ελλάδα υπάρχει πάντα ο φόβος μη γίνει κάτι λάθος. Ποιο είναι το σωστό σε τελική ανάλυση; Οταν δουλεύεις στο εξωτερικό, κανείς δεν σε ρωτά πόσων χρόνων είσαι, περιμένει να δει τη δουλειά σου. Εδώ έχουμε μείνει στην ιεραρχία του χωριού και στους προύχοντες. Κοιτάμε προς τη Δύση, αλλά είμαστε Ανατολή».
Γιάννης Καλαβριανός

Η μεγάλη επιτυχία και οι απανωτές σεζόν στις οποίες παίχτηκαν εντός και εκτός Φεστιβάλ Αθηνών οι παραστάσεις του «Παραλογές» και «Γιοι και κόρες» έφεραν στο προσκήνιο ένα καλοδουλεμένο θέατρο συνόλου, με την ομάδα, αποτελούμενη από ηθοποιούς όπως οι Χριστίνα Μαξούρη, Κίκα Γεωργίου, Αννα Ελεφάντη, Μαρία Κοσκινά, Αλεξία Μπεζίκη, Κωνσταντίνο Ντέλλα, να εξελίσσεται σε βασικό πρωταγωνιστή. Η παράστασή του «Αβελάρδος και Ελοΐζα» θα ταξιδέψει στη Θεσσαλονίκη μετά το Πάσχα,το «Γιοι και κόρες» στο Μιλάνο, ενώ θα αρχίσει πρόβες για μια νέα συλλογική παράσταση στο Deutsches Theater Berlin.
«Σε κάθε έντεχνη απόπειρα αναζητείς τους καλύτερους και είναι αναμενόμενο να συνομιλείς ευκολότερα με τους συνομηλίκους σου. Προτείναμε παραστάσεις που ο ρόλος του πρωταγωνιστή έχει μοιραστεί ισότιμα σε όλο τον θίασο και είδαμε με χαρά τους θεατές να τις γεμίζουν. Αντίστοιχες ιδιοσυγκρασίες ευτυχώς υπάρχουν και σε ανθρώπους προηγούμενων γενεών. Η πλειοψηφία των μεγαλύτερων παραγωγών ή σκηνοθετών όμως ακολουθεί ακόμη μια πεπαλαιωμένη εμπορική τακτική, χρησιμοποιώντας μεν νέους ηθοποιούς, με την προϋπόθεση όμως να έχουν ξεχωρίσει από κάπου αλλού, συνήθως από τις θαρραλέες αναθέσεις από το Φεστιβάλ, το προηγούμενο Εθνικό και τη Στέγη. Θέλουν να έχουν τους νέους, χωρίς όμως να τους ψάξουν ή να ρισκάρουν! Η Ελλάδα είναι η χώρα που γέννησε και έθαψε την έννοια του μέτρου. Ζώντας εδώ και καιρό την προσωπική της διπολική παραδοξότητα, αδυνατεί να ισορροπήσει σε μια ψύχραιμη μέση οδό της φυσιολογικής εναλλαγής και ώσμωσης των γενεών».
Κώστας Γάκης

Το 2006 κέρδισε το Βραβείο Χορν για τους πολλαπλούς ρόλους που ενσάρκωσε στην devised παράσταση «Κατσαρίδα» που είχε δημιουργήσει με τον Βασίλη Μαυρογεωργίου, αποδεικνύοντας ότι εκτός από το κοινό, είχαν αρχίσει και οι κριτικές επιτροπές να εστιάζουν σε νέες μορφές έκφρασης. Ακολούθησαν πολλές σκηνοθεσίες του και από πέρυσι γνωρίζει μεγάλη επιτυχία με την παράσταση «Ρωμαίος και Ιουλιέτα για 2». Ο ίδιος, μαζί με ένα ζευγάρι νεότατων ηθοποιών, παίζουν το αριστούργημα του Σαίξπηρ χωρίς να τους ξεφύγει ούτε λέξη. Η παράσταση φιλοξενείται με μεγάλη επιτυχία στο Θέατρο Θησείον, θα επαναληφθεί του χρόνου και παράλληλα θα ταξιδέψει στην Ελλάδα και στην Ισπανία.

«Αρχικά είδα στην Αθηνά Μουστάκα και στον Κωνσταντίνο Μπιμπή την αρχετυπική μορφή της Ιουλιέτας και του Ρωμαίου, καθώς και μοναδικά χαρίσματα. Ως ομάδα θεάτρου «Ιδέα» ανακαλύπτουμε εκ νέου τι είναι θέατρο. Κάθε προκατάληψη πρέπει να σβήνει από τη νέα γενιά με ορμή ως τη στιγμή που και αυτή η γενιά θα οχυρωθεί πίσω από προκαταλήψεις και θα έρθει το νέο να τη σαρώσει. Πάντα το νέο αίμα είναι χείμαρρος που παρασέρνει στεκούμενα νερά. Ωστόσο έχω δει εβδομηνταπεντάρηδες στους οποίους η φλόγα της νιότης είναι άσβεστη και τριαντάρηδες που έχουν γίνει κατεστημένο, είτε ως τηλεοπτικές περσόνες είτε ως θεατρικοί αυλοκόλακες».
Δημήτρης Καραντζάς

Με την ωραία «Ελένη» του Ευριπίδη με την οποία άνοιξε πέρυσι το Φεστιβάλ Επιδαύρου και στην οποία έπαιξε με όλο του το είναι ένας θίασος νέων που δεν περιείχε ούτε ένα όνομα-κράχτη, αποστόμωσε όσους αναρωτιούνταν διακαώς «μα τι δουλειά έχει να σκηνοθετήσει εκεί κάποιος που έχει γεννηθεί το 1987;». «Ο Κυκλισμός του τετραγώνου» ταξίδεψε ως το Φεστιβάλ της Αβινιόν, ο «Φαέθων», το άλλο έργο του Δημήτρη Δημητριάδη, συνεχίζεται και μετά το Πάσχα στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων λόγω απανωτών sold-out και το μέλλον είναι ανθηρό.

«Οσο περνούν τα χρόνια και περνούν και φωτισμένοι άνθρωποι από θεσμικές θέσεις, όπως ο Γιώργος Λούκος στο Φεστιβάλ, ο Γιάννης Χουβαρδάς στο Εθνικό, η Κάτια Αρφαρά στη Στέγη Γραμμάτων, το ζήτημα της μουχλιασμένης «επετηρίδας» φαίνεται να είναι εν μέρει παρελθόν. Δεν συνηθίζω να αναφέρω ονόματα, αλλά οι συγκεκριμένοι άνθρωποι έχουν πραγματικά ανατρέψει το ίδιο το σύστημα, ανοίγοντας χώρο σε άξιους ανθρώπους να δοκιμαστούν χωρίς τυφλά κριτήρια σαπισμένης αξιοκρατίας που βασιζόταν σε ηλικίες ικανότητας –40 και πάνω –και σε γνωριμίες και σε αυτοχρισμένους θεματοφύλακες της τέχνης. Ετσι τα τελευταία χρόνια μπορέσαμε να δούμε στην Επίδαυρο και σε κεντρικές σκηνές θεάματα καλλιτεχνών όπως της Κατερίνας Ευαγγελάτου, του Ε. Λυγίζου, της Αργυρώς Χιώτη, της Λένας Κιτσοπούλου, των Blitz, του Θ. Παπακωνσταντίνου, του Σ. Κακάλα, της Γεωργίας Μαυραγάνη, και πολλών άλλων ανθρώπων που σκίζονται στη δουλειά. Προσωπικά έχω συναντήσει νέους ηθοποιούς ικανότατους να αναμετρηθούν με τους λεγόμενους μεγάλους ρόλους. Γι’ αυτό και διαρκώς επιστρέφω σε συνεργασίες μαζί τους (Ελίνα Ρίζου, Γιάννης Κλίνης, Αρης Μπαλής, Θύμιος Κούκιος, Αινείας Τσαμάτης, Ευδοξία Ανδρουλιδάκη, Ιωάννα Πιατά κ.ά.). Εξάλλου δεν πιστεύω στο θέατρο των ερμηνειών αλλά στο θέατρο της πίστης, της ομάδας και της δουλειάς που μπορεί σαφώς να γεννήσει και ερμηνείες αλλά όχι ως αυτοσκοπό».
Κωνσταντίνος Ασπιώτης

Ηθοποιός που έχει αποδείξει από τα πρώτα του βήματα την αξία του στο θεατρόφιλο κοινό και εφέτος στο ευρύτερο ως σαρωτικός Dr. Frank στο μιούζικαλ «Rocky horror show» του Κωνσταντίνου Ρήγου. Και όσοι είχαν την τύχη να δουν το «Αρμαντέιλ» του Ουίλκι Κόλινς σε δική του σκηνοθεσία, με έναν θίασο χαρισματικών ηθοποιών (Μαρία Κίτσου, Χάρης Αττώνης, Φάνης Παυλόπουλος, Ζωή Καραβασίλη, κ.ά.), κατάλαβαν ότι έχει πολλά να δώσει και σε αυτόν τον τομέα.
«Μια καλή παράσταση μπορεί να γίνει από έναν εικοσιπεντάχρονο και από έναν εβδομηντάχρονο σκηνοθέτη. Το πρόβλημα είναι ότι το κράτος και οι ιδιώτες παραγωγοί συχνά εμπιστεύονται τα σιγουράκια και επενδύουν σε αυτά, αδιαφορώντας για ένα νέο ταλέντο. Πρακτικά αυτό δυσκολεύει τους νεότερους, που συχνά δεν έχουν budget για να δημιουργηθούν ασφαλείς συνθήκες για τους συντελεστές και για την παράσταση, από την παραγωγή ως τη διαφήμισή της. Είναι επακόλουθο λοιπόν πιο προωθημένες και οικονομικά υποστηριγμένες παραγωγές να προσελκύουν περισσότερο κόσμο. Επίσης σε αυτή τη λογική οι σκηνοθέτες συχνά διαλέγουν ηθοποιούς που έχουν ασπρίσει για ρόλους εικοσάχρονων, αφού προϋπόθεση είναι να είναι και γνωστοί στο κοινό. Πείτε μου για παράδειγμα αν υπάρχει έστω και ένας ηθοποιός σαραντάρης που δεν ήταν διάσημος και έπαιξε ρόλο εικοσάχρονου».
Χρήστος Θεοδωρίδης

Ο «Αμλετ» που ανέβασε η Ορχήστρα των Μικρών Πραγμάτων, με τον τριαντάχρονο Ντένη Μακρή να είναι δικαιολογημένα υποψήφιος για το εφετινό Βραβείο Χορν έχοντας ενσαρκώσει τον ομώνυμο ρόλο, είναι μια παράσταση φτιαγμένη από νέους ταλαντούχους ανθρώπους. Θα φιλοξενηθεί στις 9 και 10 Μαΐου στο Δημοτικό Θέατρο Καλαμαριάς «Μελίνα Μερκούρη» και πάλι στην Αθήνα με τη νέα σεζόν.

«Για να ασχοληθώ με κάτι πρέπει να με στοιχειώσει. Και αυτό συνέβη με τον Αμλετ. Προχωρήσαμε σε μια νέα μετάφραση –που υπογράφει η Ιζαμπέλα Κωνσταντινίδου – επειδή ακριβώς θέλαμε να τον δούμε με καθαρή σκέψη. Χαρακτηριστική ήταν η στιγμή που όταν μετά από μία μόνο συνάντηση με τον Ντένη Μακρή και αφού διαβάσαμε τον ρόλο μαζί,αποφάσισα ότι αυτός ήταν ο Αμλετ μας. Από εκεί και πέρα δουλέψαμε σκληρά μόνο με την ουσία του έργου και την ευθύνη που φέρει ο ηθοποιός. Οχι με τον φόβο που μπορεί να προκαλέσει. Φόβος που δεν προκαλείται τελικά από το κοινό, αλλά από το ίδιο το σύστημα του θεάτρου και ειδικά της χώρας μας, που τόσο αγαπάει τα «άσπρα μαλλιά». Το κοινό σε ακολουθεί, φτάνει να σταματήσεις να φοβάσαι τι θα πουν οι γνώστες, οι κριτικοί, κ.ά. Αν μας κινεί γνήσια ανάγκη το σίγουρο είναι ότι θα βγούμε κερδισμένοι».

Αργυρώ Χιώτη: «Οι θεατές αναζητούν θεάματα οικεία»
Η ομάδα Vasistas έχει ένα από τα πιο καθαρά αποτυπώματα στον χώρο. Ο πειραματισμός της τελειώνει εκεί όπου αρχίζει ο επόμενος. Με τις παραστάσεις «Αίματα» και «Domino» θα ταξιδέψει αυτή την εποχή στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Παράλληλα βρίσκονται στο στάδιο συγγραφής και προετοιμασίας για καινούργια παράσταση. Συνεχίζουν τη γόνιμη συνεργασία με τον Ευθύμη Φιλίππου, στενό συνεργάτη του Γιώργου Λάνθιμου και σεναριογράφου των ταινιών «Κυνόδοντας», «Αλπεις», «Lobster», κ.ά., προς μια διαφορετική μορφή γραφής και δραματουργίας.
«Δεν πιστεύω πως έχει ξεπεραστεί η ανάγκη ύπαρξης τουλάχιστον ενός ονόματος για την προσέλκυση του κοινού. Κάποιος πρέπει με έναν τρόπο να είναι γνωστός: ο σκηνοθέτης, οι ηθοποιοί, ο συγγραφέας, το έργο, η ομάδα. Στην πλειοψηφία τους οι θεατές αναζητούν θεάματα που τους είναι με κάποιον τρόπο οικεία. Το θέμα είναι πώς μπορεί κάτι που είναι πιο ιδιαίτερο, πιο παράδοξο, πιο «άγνωστο», να γίνει οικείο. Αυτό που με καταπίεζεστο ξεκίνημά μου ήταν η ευρεία πεποίθηση ότι θέατρο μπορεί να συμβεί μόνο με ένα θεατρικό έργο που διέπεται από συγκεκριμένους κανόνες δραματουργίας και αντίστοιχους σκηνικούς κώδικες που καλούμαστε να υπηρετήσουμε σαν καλά παιδιά. Οχι, δεν είναι έτσι».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ