Είναι μικρή, μόλις 29 χρόνων. «Ενας από τους λόγους που μετακόμισα στην Αθήνα είναι γιατί μου το λέει συνέχεια ο κόσμος» λέει με ενθουσιασμό. Δεν είναι τόσο φιλάρεσκη ή ανασφαλής, απλώς η Μπέκι Κάμπελ εκπλήσσεται πολύ ευχάριστα από το γεγονός ότι στην Ελλάδα τα όρια της «νεότητας» είναι πολύ διευρυμένα σε σχέση με την πατρίδα της, τη Σκωτία. Καθώς καθόμαστε στο διαμέρισμα επί της οδού Αγίας Ζώνης το οποίο αποτελεί τη βάση του διεθνούς προγράμματος φιλοξενίας καλλιτεχνών snehta, ο ήλιος μπαίνει σε γερές δόσεις από τα παράθυρα μαζί με τους σβησμένους ήχους της έντονης κινητικότητας στη Φωκίωνος Νέγρη. Καλλιτέχνες στήνουν τα έργα τους για την έκθεση Setting λίγες μέρες πριν από τα εγκαίνια και είναι φανερό ότι η Μπέκι Κάμπελ που την επιμελείται και συμμετέχει σε αυτή με ένα έργο της βρίσκεται «στο σπίτι της». Το είχε νιώσει εξάλλου από την πρώτη στιγμή που ήρθε στην Ελλάδα πριν από τρία χρόνια για να εγκαινιάσει ως εικαστικός αυτό το residency στην καρδιά της Κυψέλης.
Αφορμή είχε σταθεί μια τυχαία συνάντηση στο Εδιμβούργο και συγκεκριμένα στο Edinburgh College of Art όπου έκανε το μεταπτυχιακό της με έναν έτερο εικαστικό, τον Αύγουστο Βεϊνόγλου. «Είχε την ιδέα να ξεκινήσει ένα residency στην Αθήνα γιατί υπήρχε διαθέσιμος χώρος, αυτό το διαμέρισμα στην Κυψέλη όπου είχε μεγαλώσει ο πατέρας του και έμενε άδειο τα τελευταία χρόνια». Η Κάμπελ κατέλαβε το χώρο για δύο μήνες, όσο κρατάει κάθε residency στη snehta και αφότου έκανε την έκθεση για να δείξει τη δουλειά που προέκυψε επέστρεψε στο Εδιμβούργο. Για λίγο. Τρεις μήνες μετά αγόρασε ένα εισιτήριο χωρίς επιστροφή για Αθήνα. Για την πόλη όπου όταν ήταν μικρή και ερχόταν για διακοπές στην Ελλάδα με τους γονείς της όσοι την είχαν επισκεφτεί τους συμβούλευαν να μην μπουν στον κόπο να σπαταλήσουν τον χρόνο τους μαζί της. «Εδώ είχα την ελευθερία να αφοσιωθώ ολοκληρωτικά στην τέχνη μου, να ζήσω σε μια ζωντανή πόλη, να δω τα υπέροχα μουσεία της και να γνωρίσω συναρπαστικούς ανθρώπους. Στο Εδιμβούργο τους ήξερα όλους. Ηθελα μια πρόκληση. Με γοήτευσε ο ενθουσιασμός που έχουν οι άνθρωποι εδώ, ιδίως οι καλλιτέχνες και επιμελητές. Υπάρχει η αίσθηση ότι αν θέλεις να κάνεις κάτι, θα αγωνιστείς για να το καταφέρεις. Το βρίσκω πολύ αναζωογονητικό. Οχι ότι δεν συμβαίνει και στο Εδιμβούργο αλλά εκεί υπάρχει ένα καλό σύστημα χρηματοδότησης μέσα από πολλά κανάλια, το οποίο εννοείται ότι σου λύνει τα χέρια αλλά από την άλλη δεν ηλεκτρίζει την ατμόσφαιρα με αυτή τη δημιουργική ενέργεια. Ο ενθουσιασμός των καλλιτεχνών με μαγνήτισε ώστε αποφάσισα ότι θα μείνω εδώ μόνιμα. Αν δεν είχα αυτό το «μόνιμα» στο μυαλό μου θα ήταν πιο εύκολο να φύγω και να γυρίσω στη βολή μου, στην καλή μου δουλειά στη FruitMarket Gallery, έναν από τους πιο σημαντικούς εκθεσιακούς χώρους για σύγχρονη τέχνη στο Εδιμβούργο. Ηρθα με μια βαλίτσα και άφησα τα πάντα πίσω μου. Hταν απελευθερωτικό».
Υπήρχε βέβαια «οργανωμένο σχέδιο». Γιατί στο μεταξύ ο Βεϊνόγλου, μόνιμα εγκατεστημένος στο Εδιμβούργο με το δικό του στούντιο στο Εργαστήριο Γλυπτικής Εδιμβούργου και μέλος του διοικητικού συμβουλίου του, είχε εξαρχής σκεφτεί ότι αυτό το residency θα μπορούσε να αποτελέσει μια μορφή διαλόγου ανάμεσα στην Αθήνα του Βορρά και στην Αθήνα του Νότου. Η Κάμπελ θα αναλάμβανε από την Αθήνα τη διαχείριση του χώρου που θα φιλοξενούσε τους καλλιτέχνες, μαζί με τον Γιώργο Βεϊνόγλου που προστέθηκε στην ομάδα, καθώς και τη διοργάνωση και επιμέλεια των εκθέσεων που θα προέκυπταν από τα έργα τους. Ο στόχος ήταν να δουν τι θα συνέβαινε αν ξαφνικά καλλιτέχνες από το εξωτερικό προσγειώνονταν στην πόλη για να τη ζήσουν και να τη «διαβάσουν με μη αναμενόμενο τρόπο». Ακριβώς όπως είχε διαβάσει ο Βεϊνόγλου την αντανάκλαση ενός τουριστικού πόστερ σε ένα τζάμι στο αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος» –«snehtA», η πόλη των θαυμάτων.
Και δύο Ισλανδές στην άδεια snehta
Οι πρώτοι καλλιτέχνες που εγκαταστάθηκαν στο διαμέρισμα της Αγίας Ζώνης ήταν από το Εδιμβούργο. Εκεί είχαν διαδοθεί εξάλλου με ευκολία τα νέα για το «SnehtaResidency». Σταδιακά και μέσα από τα open calls ήρθαν συνολικά 19 εικαστικοί από την Ευρώπη και την Αμερική με τελευταίες τις δύο Ισλανδές, οι οποίες αγάπησαν με τη σειρά τους τόσο πολύ την Αθήνα και την πυκνοκατοικημένη Κυψέλη ώστε σκοπεύουν να γυρίσουν τον Αύγουστο στην άδεια snehta αγνοώντας τις συμβουλές των έμπειρων κατοίκων ότι θα ήταν καλύτερα να το αποφύγουν. Η ανατροπή των προσδοκιών που έχουν για την Αθήνα είναι εξάλλου μία από τις επιδιώξεις της snehta. Το σίγουρο είναι ότι δεν θα χαθούν στην άδεια Αθήνα. Οχι μόνο επειδή γνωρίζουν πλέον την πόλη και τους ανθρώπους της αλλά και επειδή όπως συμβαίνει κάθε φορά που ένας καλλιτέχνης εκδηλώνει ενδιαφέρον να αναπτύξει την καλλιτεχνική του έρευνα στην Αθήνα μέσω της snehta, μπορεί να ανατρέξει σε μια λίστα από 18 περίπου άτομα (καλλιτέχνες, επιμελητές, γκαλερίστες, συγγραφείς) οι οποίοι θα μπορούσαν ενδεχομένως να δουλέψουν μαζί του. «Είναι ένας τρόπος να δημιουργείται επικοινωνία ανάμεσα στους καλλιτέχνες που έρχονται και σε εκείνους που είναι ήδη εδώ» εξηγεί η Κάμπελ. Ακριβώς όπως συμβαίνει με τις εκθέσεις που διοργανώνονται στον χώρο. Στo Setting για παράδειγμα, που διήρκεσε τρεις μέρες, από τους 13 συμμετέχοντες καλλιτέχνες οι 8 ήταν Ελληνες.
Να σημειωθεί ότι πέρα από την παραμονή η «SnehtaResidency» δεν παρέχει στους φιλοξενούμενούς της τα έξοδα διαμονής. «Οι καλλιτέχνες πληρώνουν τα έξοδά τους, από χρηματοδοτήσεις που βρίσκουν οι ίδιοι από τις χώρες προέλευσής τους» εξηγεί η Κάμπελ. «Μέσα από αιτήσεις στην Ευρωπαϊκή Ενωση και σε άλλους φορείς προσπαθούμε κι εμείς να βρούμε χρηματοδότηση για να τους συνδράμουμε οικονομικά». Κι αυτή η κρίση δεν λέει να τελειώσει. «Δεν μπορώ να συγκρίνω την κρίση με οτιδήποτε γνωρίζω. Μόνο να κατανοήσω ότι είναι μια εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία για τη συντριπτική πλειονότητα του κόσμου. Ξέρω ότι βρίσκομαι σε προνομιούχα θέση που τρέχω αυτό το συναρπαστικό πρότζεκτ, αν και δεν θεωρώ τίποτε δεδομένο. Δεν είναι εύκολο να είσαι στην Αθήνα αυτή την περίοδο όσον αφορά τις οικονομικές απολαβές που μπορείς να έχεις αλλά είναι εύκολο να είσαι εδώ και να νιώθεις ζωντανός. Εγώ αυτό αισθάνομαι: ζωντανή».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ