Είναι τόσο ευχάριστο όταν μια παράσταση φτιαγμένη με κόπο και πάθος, που είναι μάλιστα βασισμένη σε αληθινά πρόσωπα και γεγονότα, βρίσκει το κοινό της και το κοινό την ανταμείβει με απανωτές παρατάσεις! Κάπως έτσι λοιπόν η «Ανεπίδεκτη διόρθωσης», η παράσταση που ακολουθεί τη ζωή της ρωσίδας δημοσιογράφου Αννα Πολιτκόφσκαγια από την κάτι παραπάνω από μάχιμη δημοσιογραφία της στην Τσετσενία ως τη δολοφονία της προκειμένου να σωπάσει για πάντα η πύρινη φωνή της, παίρνει ακόμα ένα δυνατό φιλί ζωής από τους θεατές και από τις 7 Ιανουαρίου ως τις 11 Μαρτίου, κάθε Τετάρτη, θα φιλοξενείται στο Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων στην Κυψέλη.
Σκηνοθετημένη αριστοτεχνικά από τον Μιχάλη Κοιλάκο, ο οποίος κρατά και όλους τους αντρικούς ρόλους του έργου, η παράσταση αποκτά τη φωνή της ρωσίδας Αννας μέσα από την Ελληνίδα Τάνια Παλαιολόγου. Η ταλαντούχα ηθοποιός μάς μίλησε για το πόσο δύσκολο είναι να κάνεις θέατρο με πολιτικό περιεχόμενο σε μια κλυδωνισμένη Ελλάδα, γιατί αποφάσισε να κόψει τα μαλλιά της ώστε να θυμίζει πιο πολύ την ηρωίδα της, αλλά και την αξέχαστη εμπειρία της στην ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου «Τοπίο στην ομίχλη». Το κοριτσάκι εκείνης της ταινίας έχει πλέον μεγαλώσει. Κρύβει όμως μέσα του έναν αστείρευτο ενθουσιασμό απέναντι σε όσα κάνουν την καρδιά του να χτυπούν δυνατά.
Το «πολιτικό θέατρο» είναι ένα δύσκολο και συχνά παρεξηγημένο είδος. Πόσο δικαιωμένοι νιώθετε με το αποτέλεσμα και την επιλογή σας;
«Μας δίνει τεράστια δύναμη και χαρά η προσέλευση του κόσμου. Για εμάς το θέατρο είναι έτσι κι αλλιώς πολιτικό. Τα σπουδαία κείμενα είναι από μόνα τους μια κατάδυση σε θεμελιώδεις πτυχές της ανθρώπινης φύσης, μέσω της ταύτισης με τον ήρωα ο θεατής έρχεται αντιμέτωπος με προσωπικά και συλλογικά αδιέξοδα. Κι αυτό πάντα στο πλαίσιο της μοιρασιάς, της συνωμοσίας που ορίζει η ίδια η φύση του θεάτρου. Αυτό για εμάς είναι από μόνο του πολιτική πράξη. Το να ανοίξουμε τον προβληματισμό μας προς τον κόσμο, να γίνουμε συνένοχοι στο εδώ και τώρα της παράστασης, να μη βουλιάξουμε στον καναπέ και στην καταστροφολογία, να μιλήσουμε μέσα από την τέχνη μας γι’ αυτό που μας καίει. Να δράσουμε και όχι να βράσουμε στο ζουμί μας».


Τι σας δυσκόλεψε περισσότερο στο να μπείτε στο πετσί της Πολιτκόφσκαγια; Το γεγονός ότι επιλέξατε να κόψετε τα μαλλιά σας για τις ανάγκες του ρόλου παρά να φορέσετε περούκα ήταν ένα δικό σας τελετουργικό ως φόρος τιμής σε αυτή τη γυναίκα;
«Πιο πολύ με δυσκόλεψε το μυαλό μου. Αρχικά, μετά από ώρες παρακολούθησης υλικού βίντεο για την παράσταση, είχα την εντύπωση πως η Αννα ήταν ένας πολύ ήρεμος και ψύχραιμος άνθρωπος, και σε μεγάλο βαθμό αυτή ήταν η εικόνα της προς τα έξω. Αυτό σε κάποια φάση των προβών με δυσκόλεψε να βουτήξω πιο τολμηρά στην ψυχή της. Είχα οχυρωθεί στη δημόσια εικόνα της και φοβόμουν να πάω σε πιο βαθιά, δικά μου, μονοπάτια. Εκεί με βοήθησαν ο σκηνοθέτης και οι υπόλοιποι συνεργάτες. Με γνώμονα το κείμενο στην πορεία των προβών καταλάβαμε πως δεν θέλουμε να πούμε την ιστορία της Τσετσενίας. Αυτό ήταν κάτι που ήθελε να κάνει η Αννα όσο ζούσε. Θελήσαμε να πούμε την ιστορία της Αννας και μέσα από τη διαδρομή της απίστευτης αυτής γυναίκας ξεπήδησαν και άλλες, παράλληλες ιστορίες. Μια μέρα μετά την παράσταση ήρθε μια γυναίκα και μου είπε πως την είχε γνωρίσει. Τη ρώτησα πώς ήταν και μου είπε: «Ηταν πολύ νευρικός άνθρωπος, αεικίνητος, και φοβερά πεισματάρα». Με ανακούφισε πολύ αυτή η πληροφορία. Τα μαλλιά έγιναν τελευταία στιγμή, είχα δοκιμάσει περούκα, αλλά δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει, ο κόσμος στο ΚΕΤ είναι τόσο κοντά που μπορεί να μετρήσει τις στάλες από τον ιδρώτα μας. Ηταν μια πρακτική επιλογή που εξυπηρετούσε καλύτερα την όψη της παράστασης. Κάποια στιγμή όμως μου πέρασε από το μυαλό αυτό που με ρωτάτε. Μου είχε πει ένας φίλος όταν με είδε με κοντά μαλλιά «η τέχνη θέλει θυσίες» κι εγώ σκέφτηκα ότι δεν ένιωσα ποτέ να θυσιάζω κάτι, περισσότερο σαν να κάνω στον εαυτό μου ένα δώρο με αφορμή την Αννα. Θέλαμε η όψη μου να παραπέμπει στην Αννα γιατί η παράσταση έχει πολλά στοιχεία ντοκιμαντέρ. Να μπορέσει ο κόσμος που την ήξερε να ταυτιστεί μαζί της και όσοι δεν τη γνώριζαν να ψάξουν μετά να τη βρουν».
Κοιτάζοντας την κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα, θα λέγατε ότι θυμίζουμε όλο και πιο συχνά Ρωσία του Πούτιν;
«Οταν σκέφτομαι τις δύο αυτές χώρες μαζί, είναι σαν να συγκρίνω έναν γίγαντα με μια μαριονέτα, κάπως έτσι αντιλαμβάνομαι τα μεγέθη τους, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Σε ό,τι αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα πάντως, και ιδίως την ελευθερία του λόγου, βαδίζουμε με αποφασιστικά και ταχύτατα βήματα κι εμείς στον δρόμο που έχει χαράξει η Ρωσία. Η Πολιτκόφσκαγια ασκούσε σκληρή κριτική όχι μόνο στην κυβέρνηση του Πούτιν αλλά και στη στάση του λαού, τη σιωπή και την απάθεια απέναντι σε όλα τα αντιδημοκρατικά μέτρα που εφάρμοζε ο ηγέτης του. Βλέποντάς το από μια τέτοια σκοπιά το ζήτημα, νομίζω πως ναι, υπάρχουν πολλές ομοιότητες».
Ποιο είναι το πιο συγκινητικό ή το πιο παράξενο πράγμα που σας συνέβη ή που σας είπαν κατά τη διάρκεια κάποιας παράστασης;
«Υπάρχει μια σκηνή στο έργο όπου η Αννα μιλάει στο τηλέφωνο με τον γιο της και εκείνος την πληροφορεί ότι σκότωσαν μια γυναίκα που της έμοιαζε στην είσοδο της πολυκατοικίας της. Μετά η Αννα λέει: «Ηταν η σειρά μου. Αλλά έτυχε σ’ εκείνην». Τότε μια κυρία γύρω στα 60 που καθόταν στην πρώτη σειρά αναστέναξε, γύρισε στη διπλανή της κουνώντας αποδοκιμαστικά το κεφάλι και της είπε: «Ετυχε; Δεν έτυχε»».
Τελικά είναι σημαντικό να μένουμε ανεπίδεκτοι διόρθωσης, ακόμη και με τίμημα την ίδια μας τη ζωή;
«Η ζωή είναι πάνω απ’ όλα. Αλλά πώς θα μπορούσε να ζήσει η Αντιγόνη αν άφηνε άταφο τον Πολυνείκη; Αναρωτιέμαι ακόμη, ειδικά στις μέρες μας, πώς γίνεται να αντισταθούμε σε ό,τι παραβιάζει τα δικαιώματά μας, αυτά που θα έπρεπε να θεωρούνται αυτονόητα αλλά δεν είναι. Αξίζει να μένουμε ξύπνιοι, να μην παραιτούμαστε, να εκπαιδεύουμε συνεχώς το σώμα και το πνεύμα μας και να σεβόμαστε όλες τις μορφές της ζωής. Να μην ανεχόμαστε καμία μορφή αδικίας. Και σ’ αυτό να μένουμε πεισματικά ανεπίδεκτοι διόρθωσης, ναι».
Αν μπορούσατε να γράψετε και να στείλετε δυο λόγια στην Πολιτκόφσκαγια με τη σιγουριά ότι είναι σε θέση να τα διαβάσει από όπου κι αν βρίσκεται, τι θα της λέγατε;
«Αννα, γεια σου, είμαι η Τάνια από την Ελλάδα, 38 χρονών, μητέρα ενός παιδιού. Μου δίνεις δύναμη και έμπνευση, και δεν είμαι η μόνη που νιώθει έτσι για σένα. Η δολοφονία σου δυνάμωσε πολλούς αγώνες για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ελευθερία του λόγου. Υπάρχουν πάρκα, θεατρικά έργα και βραβεία με το όνομά σου. Η κόρη σου γέννησε ένα υγιέστατο κοριτσάκι που είναι τώρα 8 χρονών και έχει κι αυτό το όνομά σου».
Εχει άλλο βάρος να υποδύεσαι ένα υπαρκτό, παρά ένα φανταστικό πρόσωπο;
«Το υπαρκτό πρόσωπο από τεχνική άποψη έχει περισσότερα «πιασίματα», που λέμε. Μπορείς να μελετήσεις τη ζωή του, τις κινήσεις, τις εκφράσεις, την ομιλία, τους ρυθμούς, τις ανάσες του. Αλλά στο τέλος είσαι πάντα εσύ, είτε το πρόσωπο είναι φανταστικό είτε υπαρκτό. Και το ενδιαφέρον για τον θεατή βρίσκεται στη συνάντηση, εκεί που ο ηθοποιός συναντιέται με τον ρόλο. Το 2007 είχα παίξει άλλο ένα υπαρκτό πρόσωπο, την «Καρδερίνα» στο «Tejas Verdes» του Fermin Cabal. Εκεί δεν είχα κανένα πάτημα, ήταν μία από τις άπειρες περιπτώσεις των «εξαφανισμένων» (desaparecidos) επί δικτατορίας Πινοτσέτ στη Χιλή. Και τότε όμως, όπως και τώρα, σκεφτόμουν πως η Καρδερίνα δεν έχει σωπάσει επειδή της δίνω εγώ φωνή. Ετσι και τώρα, είναι μια αίσθηση χρέους να μη σωπάσει η φωνή της Αννας».
Οσα χρόνια κι αν περάσουν, σας ακολουθεί ακόμη ο ρόλος σας στο «Τοπίο στην ομίχλη» του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Ποια είναι τα στοιχεία από εκείνο το μικρό κοριτσάκι, τη μικρή Τάνια, που φυλάτε σαν κόρη οφθαλμού μες στην ψυχή σας ως σήμερα;
«Τον θαυμασμό μου για τα τοπία, τα ταξίδια, τη μαγεία. Τα πρώτα καρδιοχτύπια. Το βλέμμα και τη φωνή μου. Την αγάπη μου για την οικογένειά μου, για τους φίλους μου. Την αθωότητα, αυτήν δυσκολεύομαι πολύ να τη φυλάξω όσο μεγαλώνω, αλλά προσπαθώ. Τον ενθουσιασμό για οτιδήποτε κάνω».


Η πιο δυνατή συμβουλή για τη δουλειά ή τη ζωή που σας είχε πει ο Τεό;
«Να μην παίρνω αποφάσεις με γνώμονα τις επιθυμίες των άλλων. Να είμαι εγώ».


Οταν δεν παίζετε, μεταγλωττίζετε με μεγάλη επιτυχία! Πόσο παρανοϊκά αστείο μπορεί να είναι αυτό; Από τη μια το σύμπαν της Πολιτκόφσκαγια και από την άλλη ο κόσμος του «Μικρού μου πόνι»;
«Τα «Μικρά πόνι» με βοηθούν να καλπάζω στα θεατρικά μου σύμπαντα. Δεν θα μπορούσα να κάνω θέατρο πια αν δεν είχα μια δουλειά να με στηρίζει πρακτικά. Πέρα από αυτό όμως, είναι ένα κομμάτι της δουλειάς μου που μου δίνει μόνο χαρά. Μέσα στα στούντιο υπάρχουν στιγμές που νιώθω πιο δημιουργική από ποτέ, ανακαλύπτω μέσα από τη φωνή μου πτυχές που δεν ήξερα ότι έχω. Με απελευθερώνει να δουλεύω αδέσμευτη από την εικόνα μου».


Σε τι σας άλλαξε η γνωριμία σας με την Αννα;
«Η Αννα έχει χαράξει για μένα ένα μονοπάτι ζωής. Ηταν τολμηρή και μαχητική, μια γυναίκα εξαιρετικά μορφωμένη και συγκεκριμένη, ευαίσθητη και ευγενική αλλά ταυτόχρονα και τρομερά δυνατή. Δεν ξέρω αν άλλαξα, σίγουρα πάντως νιώθω πως έχω μετατοπιστεί, πως είμαι πιο κοντά στην αλήθεια μου, γίνομαι κι εγώ σιγά-σιγά πιο συγκεκριμένη».

HeliosPlus