Μια σπάνια μουσική εμπειρία θα βιώσει όποιος διαβεί το κατώφλι του Gazarte αυτό το Σάββατο, μια συνεργασία από τις λίγες και για τους φανατικούς της τζαζ κάτι σαν το «Ιερό Δισκοπότηρο». Το «The Art of Conversation» που μόλις κυκλοφόρησε και το οποίο θα παρουσιάσουν ο Κένι Μπάρον με τον Ντέιβ Χόλαντ είναι η πρώτη δουλειά που ηχογραφούν ως ντουέτο, αν και οι δύο βραβευμένοι με Γκράμι μουσικοί έχουν βρεθεί και σε συναυλίες και στο στούντιο ξανά. Εδώ όμως πρόκειται για ένα άλμπουμ που χρειάστηκαν δύο χρόνια για να ολοκληρωθεί και περιέχει τόσο δικές τους συνθέσεις όσο και άλλες του Θελόνιους Μονκ και του Ντιουκ Ελινγκτον. Ο πρώτος είναι ένα από τα ιερά τέρατα του post-bop στο πιάνο, με συνεργασίες από τον Τζο Χέντερσον, την Ελα Φιτζέραλντ και τον Ρον Κάρτερ ως τον Σταν Γκετς και τον Φρέντι Χούμπαρντ. Ο δεύτερος, ένας από τους πιο χαρισματικούς μπασίστες στην ιστορία της τζαζ, του οποίου η καριέρα απογειώθηκε το ’68, όταν έγινε μέλος της μπάντας του Μάιλς Ντέιβις και στην πορεία συνεργάστηκε σχεδόν με τους πάντες. Ο Κένι Μπάρον μιλάει στο «Βήμα» λίγο προτού εμφανιστεί στην Αθήνα.
Πώς μπήκε η τζαζ στη ζωή σας;
«Στην ηλικία των τεσσάρων ετών θυμάμαι τον παγοπώλη που ερχόταν στο σπίτι των γονιών μου μία φορά την εβδομάδα. Αφού τελείωνε με την τοποθέτηση του πάγου στο ψυγείο καθόταν πάντα στο πιάνο στο σαλόνι μας και έπαιζε ένα κομμάτι. Είχε πολλά διαφορετικά στυλ, αυτό είναι που θυμάμαι. Ο μεγαλύτερος αδελφός μου Μπιλ, που ήταν σαξοφωνίστας, τον συνόδευε πολλές φορές στο πιάνο».
Υπάρχουν κάποιοι ζωτικής σημασίας συνεργάτες στην πορεία της καριέρας σας;
«Ο Σταν Γκετς και εγώ ηχογραφήσαμε το «People Time» και περιοδεύσαμε μαζί, μια περίοδος-κλειδί για μένα. Ηταν ένας εξαιρετικά λυρικός μουσικός και κολακεύαμε ο ένας τον άλλον. Ενας άλλος μουσικός με τον οποίο λάτρευα να παίζω ήταν ο πιανίστας Μάλγκριου Μίλερ. Και οι δύο γνωρίζαμε πώς σκεφτόταν ο ένας για τον άλλον και με προκαλούσε πάντα να εξελιχθώ. Αλλη μία αγαπημένη μου είναι η Ρεγκίνα Κάρτερ. Εχει «μεγάλα αφτιά» και έτσι, όπου και αν πηγαίνω μουσικά, βρίσκεται και αυτή εκεί. Η εμπειρία της σε διάφορα μουσικά στυλ είναι φανταστική. Μπορεί να αντλήσει έμπνευση από την τσιγγάνικη μουσική, την αφρικανική, την κάντρι και γουέστερν, τις ρίζες της από την Αλαμπάμα και τη σόουλ του Ντιτρόιτ. Εχει πολύ γόνιμη φαντασία!».
Πότε συναντήσατε για πρώτη φορά τον Ντέιβ Χόλαντ και πώς έγινε αυτή η συνεργασία πραγματικότητα;
«Οι δρόμοι μας συναντήθηκαν στη Νέα Υόρκη πολλές φορές αλλά δεν ηχογραφήσαμε ποτέ μαζί ως το 1985, όταν παίξαμε και οι δύο στο CD του Ντανιέλ Ουμέρ «Scratch» για την Enja. Στη συνέχεια παίξαμε μαζί σε αρκετά άλμπουμ του σαξοφωνίστα Νικ Μπρινιόλα μέχρι να φτάσουμε σε αυτή τη δουλειά, που ήταν ιδέα του παραγωγού Ζαν-Φιλίπ Αλάρ».

Tι εκτιμάτε πιο πολύ στο παίξιμο του Ντέιβ Χόλαντ;
«Πρώτα απ’ όλα τον τονισμό του. Εχει μεγάλη φαντασία, δημιουργικότητα και ήχο. Εχει έναν υπέροχο και ζεστό και γεμάτο ήχο στο μπάσο. Παίζει αυτό στο οποίο μου αρέσει συχνά να αναφέρομαι ως «βάση»».
Γιατί επιλέξατε ένα κομμάτι όπως το «In Walked Bud» του Θελόνιους Μονκ για αυτό το άλμπουμ;
«Είναι ένα κομμάτι που παίζουμε συχνά στις συναυλίες μας και κολλάει πολύ με τη διάθεση του άλμπουμ».
Εχετε πει ότι η τζαζ σήμερα έρχεται από το κεφάλι και όχι από την καρδιά…
«Αυτό οφείλεται μερικώς στην τζαζ εκπαίδευση, όπου η μουσική έχει γίνει όλο και περισσότερο πνευματική υπόθεση και όχι συναισθηματική. Χρειάζεσαι μια ισορροπία και από τα δύο: και μυαλό και συναίσθημα. Για πολλούς από τους νέους μουσικούς έχει γίνει κάτι σαν επιστημονικό πρότζεκτ και όχι τόσο κάτι με το οποίο πρέπει να συνδέεσαι. Ενδιαφέρονται πιο πολύ να δημιουργήσουν μια νέα υποκατηγορία παρά να κάνουν κάποιον να κλάψει ή να γελάσει».
Πόσο έχει αλλάξει η τζαζ στις ΗΠΑ από τότε που αρχίσατε εσείς; Αισθάνεστε αλλαγή στο κοινό;
«Η τζαζ πάντα αλλάζει γιατί είναι η αντανάκλαση του τι συμβαίνει στον κόσμο, στην κοινωνία μας, κάθε εποχή. Από τότε που άρχισα εγώ, πριν από 50 χρόνια, βιώσαμε την εκλογή του πρώτου αφροαμερικανού προέδρου στην ιστορία μας, την έκρηξη του Ιnternet, τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης, την παγκοσμιοποίηση και τόσο πολλά άλλα πράγματα. Ως καλλιτέχνης αντανακλώ κάποιες από αυτές τις εξελίξεις στη δουλειά μου. Περισσότεροι νέοι άνθρωποι ακούνε τζαζ σήμερα γιατί περισσότερα κολέγια προσφέρουν τζαζ εκπαίδευση. Και πολλοί νέοι άνθρωποι που έρχονται στις συναυλίες μας προέρχονται από άλλα είδη, αλλά με κάποιον τρόπο η μουσική μας αγγίζει την ψυχή τους. Είναι πολύ όμορφο να το βλέπεις αυτό να συμβαίνει».
«Δεν κοιτάζω πίσω»

Θα θέλατε να ονομάσετε ένα άλμπουμ από το παρελθόν στο οποίο θα θέλατε να είχατε συμμετοχή;

«Δεν κοιτάζω πίσω και δεν με ενδιαφέρει τι θα μπορούσε να έχει συμβεί. Είμαι ευτυχισμένος να ζω στο τώρα και να δουλεύω με μουσικούς που με εμπνέουν».
Ακούτε άλλα είδη μουσικής;
«Ακούω πολλά διαφορετικά είδη μουσικής, από την κλασική ποπ και το r’n’b ως τη world music. Αν ρίξεις μια ματιά στο iPod μου, θα ακούσεις από τον Αντονι Χάμιλτον, την Γκρέτσεν Παρλάτο, τον Μάλγκριου Μίλερ, τον Μάιλς και τον Κολτρέιν βεβαίως και τον Ρίτσαρντ Μπόνα ως κάποιον λιγότερο γνωστό ιάπωνα καλλιτέχνη. Ποικίλλουν τα ακούσματά μου και πάντα μου αρέσει να ακούω νέα μουσική».

Τι θα ακούσουμε στην εμφάνισή σας στο Gazarte;
«Θα παίξουμε το νέο CD «The Art of Conversation» που μόλις κυκλοφόρησε από την Impulse και ποιος ξέρει τι άλλο; Θα το αποφασίσουμε εκείνη την ώρα».
Τι θυμάστε από την τελευταία φορά στην Ελλάδα;
«Ενα υπέροχο κοινό!».

πότε & πού:

Kenny Barron & Dave Holland, «The Art of Conversation».

Σάββατο 8 Νοεμβρίου, Gazarte, Βουτάδων 32-34, Γκάζι.

Ωρα έναρξης: 22.00.

Τιμές εισιτηρίων:

Προπώληση: A’ ζώνη €55, Β’ ζώνη €45, Ορθιοι €25.

Ταμείο: A’ ζώνη €58, Β’ ζώνη: €48. Ορθιοι €28

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ