Στο εξώφυλλο του νέου βιβλίου του Γουόλτερ Αϊζακσον φιγουράρουν ο Στιβ Τζομπς και ο Μπιλ Γκέιτς αλλά ο συγγραφέας δεν έχει και πολλά να πει για αυτούς. Αυτό δεν οφείλεται στο γεγονός ότι περιέγραψε τον πρώτο καταλεπτώς στην ομώνυμη επίσημη βιογραφία που κυκλοφόρησε το 2011, λίγες μόλις ημέρες μετά τον θάνατό του. Είναι επακόλουθο της ανάγκης του «The Innovators» (εκδ. Simon & Schuster, 25 ευρώ) να σταθεί στους αφανείς ήρωες μιας μακράς πορείας, με αφετηρία τη δεκαετία του 1830, που κατέστησε δυνατή την έλευση της ψηφιακής εποχής.
Εν μέρει χρονικό κατακλυσμιαίων τεχνολογικών αλλαγών, εν μέρει συλλογική βιογραφία των πρωταγωνιστών τους, το έργο του Αϊζακσον δεν αφίσταται από την καταξιωμένη πρακτική του σε μια σειρά από δεξιοτεχνικά πορτρέτα προσωπικοτήτων όπως ο Χένρι Κίσινγκερ, ο Μπέντζαμιν Φράνκλιν και ο Αλμπερτ Αϊνστάιν. Αναζητεί το ειδικό για να εκφράσει το γενικό και αναδεικνύει τη συνολική εικόνα υπό το πρίσμα μιας λεπτομέρειάς της. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του ηλεκτρολόγου μηχανικού Πολ Μπάραν, εφευρέτη της διαδικασίας της «μεταγωγής πακέτου». Οταν επιχείρησε στη δεκαετία του ’50 να πείσει τα στελέχη της μεγάλης αμερικανικής εταιρείας AT&T για τα οφέλη της συγκεκριμένης καινοτομίας στην παραγωγή ενός αποκεντρωμένου δικτύου μεταφοράς πληροφοριών, τους άκουσε να του εξηγούν ότι αυτό που περιέγραφε ήταν «φύσει αδύνατον» και τους είδε να του παρουσιάζουν 94 τεχνικούς της εταιρείας που βεβαίωναν ότι οπωσδήποτε βρισκόταν πέρα από τα όρια του υλικών τους. «Βλέπεις λοιπόν γιατί η πρότασή σου δεν θα λειτουργούσε;» τον ρώτησαν μετά την επίδειξη. «Οχι» απάντησε ξερά εκείνος –και δικαιώθηκε γιατί η μεταγωγή πακέτων μπορεί να μην εφαρμόστηκε ποτέ σε ένα πολυσυλλεκτικό δίκτυο επικοινωνιών, ανθεκτικό σε περίπτωση πυρηνικού πολέμου, αποτέλεσε όμως καταστατική τεχνική αρχή του Internet.
Ο Αϊζακσον δίνει έμφαση σε παρόμοια ονόματα, άγνωστα στο ευρύ κοινό. Την Εϊντα Λάβλεϊς, κόρη του λόρδου Βύρωνα, μαθηματική ιδιοφυΐα και οραματίστρια μιας μηχανής προγραμματιζόμενης με αλγορίθμους. Τον Τζον Ατανάσοφ, δημιουργό ενός πρωτόλειου ηλεκτρονικού υπολογιστή τη δεκαετία του 1940. Τον Τζον Μότσλι, ο οποίος υπέκλεψε ιδέες του Ατανάσοφ προκειμένου να κατασκευάσει τον πολύ διασημότερο ENIAC. Τον Γουίλιαμ Σόκλεϊ, νομπελίστα φυσικό, επινοητή του τρανζίστορ –αλλά και προπαγανδιστή ρατσιστικών θεωριών. Κοινές αρετές σε όλους θεωρεί το πείσμα, την αντιπάθεια προς την εξουσία, την πίστη στην αξία της συνεργασίας. Ακολουθεί ο συνήθης τα τελευταία χρόνια ύμνος του «thinking out of the box», ο οποίος δεν αφορά ωστόσο την επιστήμη για χάρη της επιστήμης. Ο Αϊζακσον με αφορμή την περίπτωση του Ατανάσοφ γράφει ξεκάθαρα ότι «η περίπτωσή του αποτελεί απόδειξη ότι δεν πρέπει να εξιδανικεύουμε τους μοναχικούς τύπους»: μια μεγαλοφυής ιδέα είναι άχρηστη αν δεν διαδοθεί σε μαζική κλίμακα.
Αφοριστική ίσως παρατήρηση που σηκώνει πολλή συζήτηση, υποδεικνύει όμως σύμφωνα με τους «New York Times» και τον λόγο για τον οποίο οι ήρωες του τελευταίου μέρους του βιβλίου είναι οι Μπιλ Γκέιτς και Στιβ Τζομπς –ο πρώτος υπήρξε ο «εκλαϊκευτής» του ηλεκτρονικού υπολογιστή, ο δεύτερος τύλιξε την τεχνολογία σε περιτύλιγμα που σαγήνευσε εκατομμύρια ανθρώπους. Αν και φειδωλό στα λόγια ως προς αυτούς, όπως και ως προς τις τρέχουσες εξελίξεις των κοινωνικών μέσων, το βιβλίο του Αϊζακσον μοιάζει να αποτελεί άξια εισαγωγή στον θαυμαστό καινούργιο ψηφιακό κόσμο.

HeliosPlus