«Υπάρχει ένα σημαντικό απόθεμα ελληνικής λογοτεχνίας που πρέπει να γίνει γνωστό στον κόσμο» μου λέει ο Ρίτσαρντ Πάιν στο τηλέφωνο. Συνομιλούμε με αφορμή το δημοσίευμά του «Η ελληνική λογοτεχνία κινδυνεύει να χαθεί στη μετάφραση» στους «Irish Times» την περασμένη εβδομάδα. Γεννημένος στην Αγγλία, ο Πάιν έζησε και εργάστηκε στην Ιρλανδία επί 30 χρόνια, στο Raidió Teilifís Éireann, την εθνική ραδιοφωνία της Ιρλανδίας, «κάτι σαν την παλιά δική σας ΕΡΑ», όπως εξηγεί. Από το 2001 ζει μόνιμα στην Κέρκυρα, όπου ίδρυσε και λειτουργούσε μέχρι φέτος το Durrell School of Corfu, ένα κέντρο που φιλοξενούσε σεμινάρια για τη λογοτεχνία και την προστασία του περιβάλλοντος, τους τομείς που απασχόλησαν τα αδέλφια Ντάρελ, τον λογοτέχνη Λόρενς και τον ζωολόγο Τζέραλντ.

Ο Πάιν φαίνεται αρκετά ενημερωμένος σε ό,τι αφορά τη μετάφραση της ελληνικής λογοτεχνίας. «Χρειάζεστε καλούς μεταφραστές και καλούς εκδότες», τονίζει. «Οι περισσότεροι μεταφραστές με τους οποίους έχω μιλήσει λένε πως οι αμοιβές είναι εξευτελιστικές, πως δεν αξίζει να μπουν στον κόπο. Από την άλλη, το κράτος δεν στηρίζει τους έλληνες εκδότες που επενδύουν στη μετάφραση της ελληνικής λογοτεχνίας».
Αναφέρει τον Κέδρο, και τη σειρά του μεταφρασμένης σύγχρονης λογοτεχνίας, και τον εκδοτικό οίκο της Ντενίζ Χάρβεϊ στην Εύβοια, που έχει εκδώσει στα αγγλικά πολλά κείμενα του Παπαδιαμάντη. Θα προσθέσουμε εμείς σ’ αυτούς και τις εκδόσεις Αιώρα, που μεταφράζουν αργά αλλά συστηματικά ελληνικά λογοτεχνικά κείμενα σε άλλες γλώσσες.
«Έχετε το πρόγραμμα επιδότησης μεταφράσεων «Frasis», αλλά δεν επιδοτεί εκδότες που εδρεύουν στην Ελλάδα», παρατηρεί ο Πάιν κι ίσως έχει δίκιο. Ίσως η μετάφραση της ελληνικής λογοτεχνίας να πρέπει να γίνεται στην πηγή και άμεσα, και είναι μια καλή ιδέα να ενισχύονται οι έλληνες εκδότες που το επιχειρούν.
Ιστορία και λογοτεχνία
Τι πρέπει να μεταφραστεί κατά τη γνώμη του; Δίνει έμφαση σε συγγραφείς που δίνουν μυθοπλαστικές αφηγήσεις που ακουμπούν γεγονότα και περιόδους της ελληνικής Ιστορίας, όπως ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης στο «Σκλάβοι στα δεσμά τους» (1922). «Ο Θεοτόκης περιγράφει μια περίοδο κοινωνικών αλλαγών στην κερκυραϊκή κοινωνία που συντελούνται την εποχή που στην άλλη πλευρά του Αιγαίου συμβαίνει η Μικρασιατική Καταστροφή. Τα έργα που αναφέρονται σε αυτά τα γεγονότα ή στον Εμφύλιο και στη δικτατορία των συνταγματαρχών αποτυπώνουν περιόδους αλλαγών που θέτουν ένα σημαντικό ερώτημα για όλα τα νεότερα έθνη: Αγωνιζόμαστε για την ελευθερία, τι κάνουμε όμως με την ελευθερία μας αφότου την αποκτήσουμε;»

Αυτό ήταν το θέμα του βιβλίου του «The Disappointed Bridge. Ireland and the Post-Colonial World» (Cambridge Scholars Publishing, 2014), στο οποίο διερευνά την ανάπτυξη της εθνικής συνείδησης και τις εκφράσεις της μέσω της λογοτεχνίας και της μουσικής σε χώρες όπως η Ιρλανδία, η Ινδία, η Ελλάδα και χώρες της Λατινικής Αμερικής που απέκτησαν την ανεξαρτησία τους τα τελευταία 100-200 χρόνια. Η Ιρλανδία διέρχεται ακόμη περίοδο μεγάλων αλλαγών και η Ελλάδα μπορεί να λειτουργήσει ως καθρέφτης μέσα στον οποίο οι Ιρλανδοί μπορούν να δουν τον εαυτό τους. Οι ομοιότητες είναι πολύ παλαιότερες και πολύ βαθύτερες από την οικονομική κρίση που μας έφερε κοντά υπό τη μειωτική ταξινόμηση PIGS, υποστηρίζει ο Πέιν.
Το ΠαΣοΚ, το Φιόνα Φέιλ, η Χρυσή Αυγή και το μνημόνιο
Aναφέρει ως παράδειγμα την παράλληλη πορεία ανόδου και πτώσης δύο κομμάτων που κυριάρχησαν στην πολιτική ζωή της Ελλάδας και της Ιρλανδίας για πολλές δεκαετίες, του ΠαΣοΚ και του Φιόνα Φέιλ. «Σε μια πορεία παράλληλη με το ΠαΣοΚ, το Φιόνα Φέιλ, που εκλεγόταν με ποσοστά που πλησίαζαν το 50%, πλέον βρίσκεται κάτω από το 20%. Βέβαια, στην Ελλάδα η αδυναμία των κυρίαρχων πολιτικών κομμάτων, του ΠαΣοκ και της Νέας Δημοκρατίας, να υπερασπιστούν τους πολίτες απέναντι στην οικονομική κρίση και στην αυστηρή λιτότητα έστειλε ψηφοφόρους στη Χρυσή Αυγή, που προβάλλει την εικόνα ενός κόμματος δυνατού, ικανού να προστατέψει τον Έλληνα. Στην Ιρλανδία δεν υπήρξε παρόμοια κατεύθυνση. Εκεί δεν υπάρχουν φασιστικά κόμματα, αλλά και το Κομμουνιστικό Κόμμα έχει πολύ μικρή απήχηση. Κοινή όμως είναι η πελατειακή λογική που επικρατεί στην πολιτική ζωή και στην Ελλάδα και στην Ιρλανδία».
Το βιβλίο που ετοιμάζει εστιάζει σε αυτό το θέμα και στις ποικίλες εκφάνσεις του στην καθημερινή ζωή. «Το βιβλίο απευθύνεται σε ένα μορφωμένο κοινό στην Ιρλανδία που ενημερώνεται για ζητήματα εσωτερικής και διεθνούς πολιτικής και θα ήθελε να γνωρίζει περισσότερα για τους παραλληλισμούς μεταξύ Ελλάδας και Ιρλανδίας», πληροφορεί ο Πέιν. «Ένας από τους ανθρώπους που θαυμάζω πολύ στη δημόσια ζωή της Ιρλανδίας είναι ο Πρόεδρος Μάικλ Ντ. Χίγκινς. Πριν από την εκλογή του στον προεδρικό θώκο, ως κοινωνιολόγος και πολιτικός αντιτάχθηκε στην πελατοκρατία. Τον συνάντησα πρόσφατα και μιλήσαμε γι’ αυτό και ξέρω ότι ενδιαφέρεται να διαβάσει για τις πελατειακές σχέσεις στην Ελλάδα και στην Ιρλανδία καθώς και για την παράλληλη πορεία των δύο χωρών σε άλλα ζητήματα. Εύχομαι στη διάρκεια της προεδρίας του να επισκεφθεί την Ελλάδα».
«Να κάνετε περισσότερο θόρυβο με τον πολιτισμό σας»
Λίγο προτού κλείσουμε το τηλέφωνο, επιστρέφουμε στη λογοτεχνία. «Μπορεί να μη μένουν πολλοί Έλληνες στην Ιρλανδία, μπορεί τα αρχαία ελληνικά να μη διδάσκονται πλέον στα σχολεία της, μπορεί οι Ιρλανδοί να έχουν τη δική τους μυθολογία, έχουν όμως πολύ ισχυρή μνήμη του ελληνικού, είναι πολύ εξοικειωμένοι με το ελληνικό στοιχείο μέσα από συγγραφείς και κείμενα που συνδέονται με την ελληνική παράδοση, όπως ο «Οδυσσέας» του Τζέιμς Τζόις, αλλά και μέσα από εικόνες, ταινίες, μουσικές. Γνωρίζουν τον Καζαντζάκη, αν όχι μέσα από τα μυθιστορήματά του σίγουρα μέσα από τις κινηματογραφικές διασκευές τους, όπως γνωρίζουν και τον Μίκη Θεοδωράκη και τη μουσική του και μεγάλους έλληνες ποιητές όπως ο Καβάφης και ο Σεφέρης.

»Υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός μορφωμένων Ιρλανδών που αντιλαμβάνεται την Ελλάδα ως κάτι περισσότερο από θάλασσα, ήλιος και αμμουδιά. Αυτοί αξίζει να γνωρίσουν επίσης τους μυθιστοριογράφους και τους διηγηματογράφους της ελληνικής λογοτεχνίας. Όπως αξίζει να ξανατυπωθούν αγγλικές μεταφράσεις ελληνικών μυθιστορημάτων που είναι εξαντλημένα, όπως η «Αιολική Γη» του Ηλία Βενέζη μεταφρασμένη το 1949 από την Ελίζαμπεθ Σκοτ-Κίλβερτ, με πρόλογο του Λόρενς Ντάρελ.

»Συνηθίζεται σε περιόδους οικονομικής κρίσης και πανικού ο πολιτισμός να είναι ο πρώτος τομέας στον οποίο γίνονται περικοπές. Είναι λάθος προσέγγιση, εκεί πρέπει να επενδύσετε. Τη στιγμή που η διεθνής κοινή γνώμη και ο διεθνής Τύπος είναι ακόμη εναντίον σας, πρέπει να κάνετε περισσότερο θόρυβο, πρέπει να προσπαθήσετε να κρατήσετε στην επιφάνεια μια θετική εικόνα της Ελλάδας που βασίζεται στον πολιτισμό της και προβάλλεται από την καλή λογοτεχνία της».