Τυχερός όποιος βλέπει τα πράγματα από τη θετική τους πλευρά. Αυτή είναι η συμβουλή του λιμπρετίστα Λορέντσο Ντα Πόντε στο φινάλε της όπερας «Ετσι κάνουν όλες», την τρίτη και τελευταία συνεργασία του σε έργο Μότσαρτ μετά τους «Γάμους του Φίγκαρο» και τον «Ντον Τζιοβάνι». Οταν οι δοκιμασίες κλονίζουν την ανθρώπινη ψυχοσύνθεση, το χιούμορ μοιάζει να είναι το ασφαλέστερο καταφύγιο. Πώς αλλιώς, άλλωστε, μπορεί να προχωρήσει κανείς χωρίς να χάσει την εμπιστοσύνη του στους άλλους;
Τα παραπάνω υπογραμμίζει η Ροδούλα Γαϊτάνου αναφερόμενη στην εφετινή εναρκτήρια παραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο θέατρο Ολύμπια. Εναν χρόνο μετά τη «Σταχτοπούτα», η οποία άνοιξε πέρυσι τη σεζόν κερδίζοντας τις εντυπώσεις, η νεαρή σκηνοθέτις, η οποία ζει και εργάζεται στο Λονδίνο, υπογράφει ένα έργο πολύ διαφορετικό. «Μου πάνε οι πρεμιέρες» λέει με χιούμορ και καταθέτει τη χαρά της για το γεγονός ότι συνεργάζεται για μια ακόμη φορά με πολλούς από τους ανθρώπους τους οποίους συνάντησε πέρυσι στην ΕΛΣ.
Η νέα παραγωγή τού «Eτσι κάνουν όλες» είναι ο πρώτος «δικός της» Μότσαρτ. Εχει δουλέψει ως βοηθός σκηνοθέτη σε αρκετά έργα του συνθέτη αλλά εν προκειμένω η αίσθηση και η ευθύνη, παραδέχεται, είναι πολύ διαφορετικές. «Αυτή τη φορά έχω να κάνω με μια κωμωδία δύσκολη, μαύρη» λέει και συνεχίζει: «Κατά τη γνώμη μου ο συνθέτης έχει γράψει μια τραγωδία και ο λιμπρετίστας ένα έργο κωμικό και αυτό το οξύμωρο, ας πούμε, με ταλαιπώρησε αρκετά. Ελπίζω να τα κατάφερα να αποκαλύψω τι βρίσκεται κάτω από αυτή την ευχάριστη ιστορία καταστάσεων». Συντάσσεται με όσους εκτιμούν ότι πρόκειται για έργο πολυεπίπεδο, το οποίο αγγίζει πολλές διαφορετικές πτυχές και εκφάνσεις της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης.
Το κείμενο της όπερας, η οποία πρωτοπαρουσιάστηκε το 1790 στη Βιέννη, είναι γεμάτο ανατροπές και απρόσμενες καταστάσεις και η υπόθεση αφορά τη γυναικεία πίστη. Ο έμπειρος κυνικός φιλόσοφος Ντον Αλφόνσο βάζει στοίχημα με τους νεαρούς ερωτευμένους Φεράντο και Γκουλιέλμο πως, αν ακολουθήσουν τις υποδείξεις του, θα τους αποδείξει ότι οι αγαπημένες τους Φιορντιλίτζι και Ντοραμπέλα δεν είναι πιστές. Οχι επειδή αυτές ειδικά οι δύο κοπέλες είναι ασταθείς στα αισθήματά τους, αλλά επειδή ο ίδιος πρεσβεύει πως όλες οι γυναίκες είναι άπιστες.
Ο πρόγονος του Μουσείου


«Οταν συζητήσαμε για πρώτη φορά με τη Ροδούλα το ανέβασμα του «Ετσι κάνουν όλες» στη Λυρική, συμφωνήσαμε στο ότι θέλαμε κάτι διαφορετικό» λέει από την πλευρά του ο Γιώργος Σουγλίδης, ο οποίος υπογράφει τα σκηνικά και τα κοστούμια. Γνωστός στο κοινό της ΕΛΣ από προηγούμενες παραγωγές, το βιογραφικό του περιλαμβάνει συνεργασίες με τα μεγαλύτερα λυρικά θέατρα της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Για πολλά χρόνια ζούσε και ο ίδιος στο Λονδίνο, τώρα η έδρα του είναι η Γαλλία. «Ο 18ος αιώνας δεν μας ταίριαζε πολύ» εξηγεί ο ίδιος. «Τελικά το ξεκινήσαμε από τον Αλφόνσο και την ιδέα του στοιχήματος: αυτός είναι που φαίνεται να κοντρολάρει τα αγόρια και τα κορίτσια, να κινεί τα νήματα της υπόθεσης».

Το σκηνικό της παραγωγής είναι ένα μεγάλο «cabinet of curiosities» όπου ζει ο εν λόγω ήρωας: μια ιδιωτική συλλογή από ιδιαίτερα και αλλόκοτα αντικείμενα που θα μπορούσε να θεωρηθεί πρόγονος ενός ιδιοσυγκρασιακού μουσείου. «Υπάρχουν περίπου 150 προθήκες όπου κανείς μπορεί να δει διάφορα πράγματα: ενθύμια από ταξίδια, εξωτικές ενδυμασίες» λέει και πάλι ο Γιώργος Σουγλίδης. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, όπου η αλήθεια μπερδεύεται με τις ψευδαισθήσεις, ο Αλφόνσο καταστρώνει το πείραμα που θα καταδείξει τη ροπή της ανθρώπινης φύσης προς την απιστία.
Βιομηχανική Επανάσταση και φωτογραφία


Η Ροδούλα Γαϊτάνου τοποθετεί τη δράση του έργου κάπου στην Ευρώπη του β’ μισού του 19ου αιώνα: στην άνοιξη της Βιομηχανικής Επανάστασης, όταν οι φροϋδικές θεωρίες ταρακουνούσαν την επιστημονική κοινότητα ενώ η φωτογραφική τέχνη, οι εφευρέσεις και οι νέες θεωρίες προετοίμαζαν την ανθρωπότητα για τις θαυμαστές εξελίξεις του 20ού αιώνα. Μέσα σε όλη αυτή τη ζάλη των καινοτομιών, ο Αλφόνσο προτείνει αυτό το στοίχημα στους δυο νεαρούς ήρωες.

«Η φροϋδική θεωρία είναι ενδεικτική για το ενδιαφέρον του ανθρώπου εκείνη την εποχή προς την κατεύθυνση της εξερεύνησης της ψυχής. Πριν από τον Φρόιντ, επιστημονικές θεωρίες για την ανθρώπινη ψυχοσύνθεση δεν υπήρχαν»
επισημαίνει η Ροδούλα Γαϊτάνου. «Με ενδιαφέρει αυτή η εποχή – προσθέτει –όπου ξαφνικά, ενώ τα πάντα τα οποία συμβαίνουν σε εμάς προέρχονται από εξωτερικούς παράγοντες και μας βάλλουν, ξαφνικά η λογική αλλάζει και εξετάζουμε τι αντίκτυπο έχουν σε εμάς τους ίδιους τα ερεθίσματα του κόσμου. Το πώς αλλάζει, δηλαδή, η ματιά του ανθρώπου όταν αρχίζει να βλέπει τον εαυτό του από τα μέσα προς τα έξω και όχι το αντίθετο. Για μένα ήταν και μια δικαιολογία για το ενδιαφέρον του Αλφόνσο επάνω στη λειτουργία των ανθρώπινων σχέσεων. Ερχεται και συνδέεται η εποχή με την πρόθεση του χαρακτήρα».
Οπως εξηγεί ο Γιώργος Σουγλίδης, τα κοστούμια της παραγωγής παρακολουθούν την εποχή που είναι τοποθετημένη η δράση. Μιλώντας για τις ηρωίδες, λέει πως θα τις δούμε ντυμένες με γραμμές πολύ θηλυκές. «Βέβαια, βάζω και τις δικές μου πινελιές, λίγο Αλεξάντερ Μακ Κουίν, ας πούμε. Η Ντεσπίνα έχει σημαντικές επιρροές από αυτόν, αν και στον κοινό θεατή τα κοστούμια της φαίνονται βικτωριανά. Η Φιορντιλίτζι είναι 100% βικτωριανή, η Ντοραμπέλα λίγο πιο μοντέρνα, και στο τέλος και οι δύο μοιάζουν βγαλμένες από τη δεκαετία του ’50» καταλήγει, κάνοντας μια αναφορά στον Τσαρλς Τζέιμς, στον σχεδιαστή στον οποίο αφιερώθηκε η εναρκτήρια έκθεση του Κέντρου Ενδύματος Αννα Γουίντουρ του Μητροπολιτικού Μουσείου Τεχνών της Νέας Υόρκης.

Η δύναμη της απόστασης των εποχών
Η Ροδούλα Γαϊτάνου λέει πως αρκετοί ήταν εκείνοι οι οποίοι τη ρώτησαν γιατί δεν στήνει την παράσταση στη σημερινή εποχή. «Κατά τη γνώμη μου», εξηγεί, «αυτό το έργο είναι από εκείνα που αν παρουσιάσεις τους χαρακτήρες σαν σημερινούς, αυτό το οποίο βλέπεις επί σκηνής φαντάζει τόσο μη ρεαλιστικό, ώστε κατά κάποιον τρόπο χάνουν τη δύναμή τους». Η ίδια συνεχίζει εκτιμώντας πως η απόσταση που μας χωρίζει από την εποχή του Φρόιντ, ενδεχομένως επιτρέπει στον θεατή να προσεγγίσει τους ήρωες, να ταυτοποιηθεί ή όχι αν θέλει, χωρίς αυτή η ταυτοποίηση να επιβάλλεται από τη σκηνοθεσία. «Νομίζω ότι τα συμπεράσματα βγαίνουν πιο ομαλά, η εξέλιξη του χαρακτήρα είναι πιο ξεκάθαρη όταν ο θεατής δεν προβάλλει τον εαυτό του απέναντι σ’ αυτόν. Δεν ξέρω βέβαια, το επόμενο «Cosi» που θα κάνω μπορεί και να το στήσω στο σήμερα. Ποτέ μη λες ποτέ…» καταλήγει.

πότε & πού:
Η όπερα του Μότσαρτ «Ετσι κάνουν όλες» (Cosi fan tutte) παρουσιάζεται στις 24, 25, 26, 31/10 και 1, 2, 8, 9/11 στο θέατρο Ολύμπια από την Εθνική Λυρική Σκηνή. Μουσική διεύθυνση Μίλτος Λογιάδης – Ζαν Κριστόφ Σαρόν, σκηνοθεσία Ροδούλα Γαϊτάνου, σκηνικά-κοστούμια Γιώργος Σουγλίδης. Πρωταγωνιστούν: Μυρτώ Παπαθανασίου, Ειρήνη Καράγιαννη, Διονύση Σούρμπη, Αντώνης Κορωναίος, Χριστόφορος Σταμπόγλης κ.ά.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ