Ονομάζεται Μαουριτσχάους και είναι ένα σχετικά μικρό μουσείο. Διαθέτει προς έκθεση 350 έργα από τη συλλογή που ανήκε κάποτε στη βασιλική οικογένεια της Ολλανδίας με αριστουργήματα της ολλανδικής ζωγραφικής του 17ου αιώνα. Δύσκολα θα έχετε ακούσει γι’ αυτό, βρίσκεται εξάλλου σε μια πόλη φημισμένη για τα δικαστήριά της. Ο κόσμος ωστόσο κάνει ουρές για να περάσει την είσοδό του ανυπομονώντας να δει έναν πολύ μικρό πίνακα με διαστάσεις ανάλογες μιας κόλλας Α4. Από τότε που κυκλοφόρησε η βραβευμένη με Πούλιτζερ «Καρδερίνα» της αμερικανίδας συγγραφέως Ντονα Ταρτ, με το ομώνυμο έργο του Κάρελ Φαμπρίτιους (1622-1654) στο εξώφυλλο και την ιστορία του πίνακα ενταγμένη στην πλοκή του, αυτή η άγνωστη έως πρότινος σύνθεση έχει συγκεντρώσει πάνω της τόσο μεγάλο ενδιαφέρον ώστε δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι έχει επισκιάσει ακόμη και το πιο προβεβλημένο ως σήμερα έργο της συλλογής: «Το κορίτσι με το μαργαριταρένιο σκουλαρίκι» του Γιοχάνες Βερμέερ.

Το έργο και το «δόλωμα»
Οταν ο πίνακας του «Κοριτσιού» βρέθηκε στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος το 1999 με τη συνδρομή του βιβλίου μιας άλλης Αμερικανίδας, της Τρέισι Σεβαλιέ, και βεβαίως χάρη στην κινηματογραφική του διασκευή με πρωταγωνίστρια τη Σκάρλετ Τζοχάνσον, οι προβολείς είχαν ανάψει για άλλη μια φορά και για το μουσείο. Ακόμη και κόσμος που δεν είχε ξανακούσει το όνομα του σπουδαίου αυτού ολλανδού ζωγράφου –πόσω μάλλον του πιο πρόσφατου «σταρ» της συλλογής και πιθανολογούμενου ως δασκάλου του, Φαμπρίτιους –έσπευδε να δει από κοντά την τέχνη που είχε ανακαλύψει μέσα από μια άλλη, πιο ευρέως καταναλώσιμη μορφή τέχνης.
Το μουσείο δεν έκανε τίποτε για να προωθήσει τα έργα της συλλογής του ως πρωταγωνιστές σε βιβλία δημοφιλών συγγραφέων –παρεμπιπτόντως ένα άλλο αριστούργημα που βρίσκεται στο μουσείο, η «Αποψη του Ντελφτ» του Βερμέερ, αναφέρεται εκτενώς στον πέμπτο τόμο του βιβλίου «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» του Μαρσέλ Προυστ. Ηταν ένα δώρο που έπεσε από τον ουρανό, όμως η διεύθυνση του μουσείου είχε την οξύνοια και τη διορατικότητα (ή απλώς τον κοινό νου) να το γραπώσει για να μην της φύγει από τα χέρια. Δεν επιδίωξαν την υπεραξία που απέκτησε ο πίνακας αλλά δεν θα την άφηναν να πάει και χαμένη. Γιατί όπως εξηγεί ο επικεφαλής του τομέα μάρκετινγκ του μουσείου Κοέν Μπρέικενχοφ: «Οταν ένα έργο τέχνης εκτοξεύεται στη σφαίρα της ποπ κουλτούρας, είτε αγνοείς το hype είτε το χρησιμοποιείς σαν δόλωμα για να κάνεις περισσότερο κόσμο να ενδιαφερθεί».
Το «Κορίτσι» σε smartphones

Το «Κορίτσι» τυπώθηκε λοιπόν σε ένα μεγάλο μπάνερ και αναρτήθηκε στην πρόσοψη του κτιρίου για να μη διαφεύγει της προσοχής κανενός σε ποιο ακριβώς κτίριο φιλοξενείται. Το πωλητήριο γέμισε από αντίγραφα του πίνακα σε κάθε δυνατή μορφή (αφίσες, θήκη iPod και iPad, μολύβια, σημειωματάρια κ.τ.λ.) και το έργο ταξίδεψε και μπήκε στα σπίτια όλου του κόσμου. Οταν το μουσείο άνοιξε τις πόρτες του τον περασμένο Ιούνιο έπειτα από δυο χρόνια όπου είχε παραμείνει κλειστό για ανακαίνιση, με φρεσκαρισμένο το logo του, αναβαθμισμένο το site του και ψηφιοποιημένη τη συλλογή του προκειμένου να είναι διαθέσιμη και μέσα από τις οθόνες των smartphones, το μπάνερ δεν ήταν στη θέση του. Είχε προβλεφθεί ένα πλάνο πιο πρωτότυπων δράσεων προορισμένων να καλλιεργήσουν περαιτέρω το ενδιαφέρον για τον πίνακα. Οπως τη δημιουργία ενός καλαίσθητου, αγγλόφωνου διαφημιστικού βίντεο μέσα από το οποίο το μουσείο καλεί τους θαυμαστές του πίνακα να συμμετάσχουν σε έναν διαγωνισμό: να φωτογραφίσουν την αφίσα του «Κοριτσιού» που έχουν στο σπίτι τους και να στείλουν τη φωτογραφία τους στο μουσείο. Το «έπαθλο» για τον νικητή θα είναι ότι το δωμάτιό του θα ανασυσταθεί με ακρίβεια για μια μέρα μέσα στο μουσείο γύρω από τον αυθεντικό πίνακα. «Το βίντεο προβλήθηκε από την ολλανδική τηλεόραση, μέσα από διεθνή μέσα ενημέρωσης, ενώ αναπαράχθηκε ευρέως μέσω You Tube καθώς διαδόθηκε από στόμα σε στόμα» εξηγεί ο Μπρέικενχοφ.
Η τύχη βοηθά τους έξυπνους

Οσον αφορά την «Καρδερίνα», το μουσείο δεν χρειάστηκε να κάνει πολλά για να προωθήσει το έργο. Η παγκόσμια κυκλοφορία του βιβλίου συνέπεσε με τα εγκαίνια μιας έκθεσης στη Συλλογή Frick στη Νέα Υόρκη στην οποία το μουσείο είχε δανείσει και την «Καρδερίνα». «Ηταν καθαρή τύχη, όμως συνεργαστήκαμε με την Ντόνα Ταρτ, φροντίσαμε να δώσει συνεντεύξεις και να διαβάσει αποσπάσματα του βιβλίου της στον χώρο της έκθεσης». Με αρκετή τύχη και πολλή δουλειά ο αριθμός των επισκεπτών εκτοξεύτηκε στα ύψη. «Προτού κλείσει για ανακαίνιση το μουσείο δεχόταν 225.000 επισκέπτες τον χρόνο. Οταν άνοιξε ξανά προσήλκυσε 100.000 στις πρώτες έξι εβδομάδες λειτουργίας του». Πάντως, για την ιστορία, η Τρέισι Σεβαλιέ είχε μια αφίσα του «Κοριτσιού» στο δωμάτιό της από όταν ήταν 19 χρόνων. Η Ντόνα Ταρτ από τη μεριά της είχε δει την «Καρδερίνα» της όταν είχε επισκεφτεί το μουσείο πριν από έντεκα περίπου χρόνια.

Ελληνική ιστορία μου, αμαρτία μου
Στην Ελλάδα δεν έχουμε αντίστοιχα παραδείγματα τυχαίας ανάδειξης της πολιτιστικής κληρονομιάς στο εξωτερικό, όχι τουλάχιστον μέσα από ένα συγκεκριμένο έργο τέχνης. Ο παράγοντας τύχη είναι σίγουρα απρόβλεπτος, όμως οι ελλιπείς ως και μίζερες υποδομές στα πωλητήρια (ας μην πιάσουμε καν τη διαδικτυακή προώθηση) των δημόσιων μουσείων δεν τον σπρώχνουν προς τα μέρη μας. Από τον «Ζορμπά» ως το «Mamma Mia» ο κινηματογράφος ήταν ανέκαθεν το μέσο ευρείας ανάδειξης του ελληνικού πολιτισμού στο εξωτερικό. Ομως η γραφειοκρατία, οι επτά υπουργικές αποφάσεις πάνω στον νόμο των αρχαιολογικών που απαιτούνται για να δοθεί άδεια σε εταιρείες παραγωγής, μαζί με τις υψηλότατες ταρίφες αποθαρρύνουν ακόμη και εκείνους που έχουν τις καλύτερες προθέσεις.
Και να που η υφυπουργός Πολιτισμού κυρία Αντζελα Γκερέκου προανήγγειλε τις ευνοϊκές ρυθμίσεις που έχουν δρομολογηθεί για την προσέλκυση ξένων παραγωγών στη χώρα μόλις την προηγούμενη Κυριακή και μέσα από τις σελίδες του «Βήματος». Ομως είναι χαρακτηριστικό ότι ενόσω το κείμενο του Γιάννη Ζουμπουλάκη είχε πάρει τον δρόμο για το τυπογραφείο, ο γερμανός σκηνοθέτης Ματίας Λάνγκχοφ οδηγούνταν στο κρατητήριο Ναυπλίου για προσβολή μνημείου επειδή στο γύρισμά του στην Επίδαυρο υπήρχε μια γυμνή ηθοποιός. Αν μη τι άλλο, η Ελλάδα αντί για μια Ντόνα Ταρτ θα μπορούσε να εμπνέει συγγραφείς του θεάτρου του παραλόγου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ