Προτού η τρέχουσα περί δημοσιογραφίας άποψη αποδώσει στον όρο «τέταρτη εξουσία» καθοριστική βαρύτητα στη λέξη «εξουσία» ο χώρος περιβαλλόταν από μια ηρωική αχλή. Τα επώνυμα των Μπομπ Γούντγουορντ και Καρλ Μπέρνστιν μπορεί να ξέφτισαν σε σχέση με την εποχή του Γουότεργκεϊτ εξαιτίας της τακτικής τριβής του πρώτου με τους κύκλους των insider που κάποτε ξεμπρόστιαζε, όμως η ερευνητική δημοσιογραφία την τελευταία δεκαετία, μάλλον αθόρυβα, φαίνεται να ευδοκιμεί εκ νέου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα όσον αφορά τις πολιτικές προεκτάσεις, τη συμβολική σημασία και την ηθική της βαρύτητα είναι η περίπτωση που περιγράφεται στο βιβλίο «Hack Attack. How the Truth Caught Up with Rupert Murdock» (εκδ. Chatto & Windus, 25 ευρώ) του δημοσιογράφου του «Guardian» Νικ Ντέιβις. Πόσο συχνά άλλωστε εντοπίζει κανείς ένα γιγάντιο οργανωμένο δίκτυο υποκλοπών διασήμων και ασήμων, προκαλεί το κλείσιμο ενός θεσμού του σκανδαλοθηρικού Τύπου και κλονίζει τη θέση ενός μεγιστάνα όπως ο Ρούπερτ Μέρντοκ;
Σταθερή αξία


Ο Ντέιβις προσωποποιεί ουσιαστικά το στυλ δημοσιογραφίας που κάνει τον «Guardian» να αποτελεί έγκυρη αξία σε καιρούς πολλαπλής αμφισβήτησης –πολιτική άποψη χωρίς παρωπίδες, έρευνα χωρίς άνωθεν παρεμβάσεις, έμφαση σε άβολες για την εκάστοτε κυβερνητική πλειοψηφία υποθέσεις. Η εξιστόρηση της περίπτωσης των τηλεφωνικών υποκλοπών που διενεργούσε συστηματικά η ιδιοκτησίας Μέρντοκ «News of the World» προκειμένου να τροφοδοτεί τη σκανδαλοθηρική της ύπαρξη ξεκινά από τις αρχικές μετριοπαθείς αποκαλύψεις του 2007.
Αν τα πρώτα στοιχεία επιβεβαίωναν ένα κοινό μυστικό (τις διαβλητές πρακτικές του κίτρινου Τύπου), η εμμονή του Ντέιβις στις λεπτομέρειες προοριζόταν να οδηγήσει τελικά την υπόθεση στον προθάλαμο της Ντάουνινγκ Στριτ, όπου ο πρώην διευθυντής της εφημερίδας και εμπνευστής των παρακολουθήσεων Αντι Κόλσον υπηρετούσε πια ως επικοινωνιακός αρχιπαρατρεχάμενος του πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον.
Η χιονοστιβάδα των διασυνδέσεων δεν παρέσυρε τον αρχηγό των Συντηρητικών, υποχρέωσε όμως σε άτακτη υποχώρηση τον κύριο μιντιακό υποστηρικτή του, Ρούπερτ Μέρντοκ, ο οποίος αναγκάστηκε να κλείσει άρον-άρον τη «News of the World» στις 7 Ιουλίου 2011. Σφάζοντας μια ιερή αγελάδα ηλικίας σχεδόν 170 ετών και κυκλοφορίας 2.600.000 φύλλων ο αυστραλός καναλάρχης ήταν κάτι λιγότερο από ευτυχής: σε ιδιωτικές συνομιλίες που ήρθαν αργότερα στο φως δήλωνε προκλητικά πως οι τακτικές των εφημερίδων του δεν αποτελούσαν παρά «έκφραση της κουλτούρας της Φλιτ Στριτ».
Σε στυλ νουάρ


Για να αποδώσει όλα αυτά ο Ντέιβις υιοθετεί τη φόρμα του νουάρ. Οι χαρακτήρες του είναι κλέφτες και αστυνόμοι, πολιτικοί και δικηγόροι. Τα ταμπλόιντ εξαγοράζουν δημόσιους λειτουργούς σε καθημερινή βάση, εθελοντές εμφανίζονται προκειμένου να πουλήσουν σε τιμή ευκαιρίας «τα μυστικά όσων τους εμπιστεύονται περισσότερο», ο ίδιος «παραχωρεί πληροφορίες» σε πολιτικούς των Εργατικών που δείχνουν ότι «θέλουν να φτάσουν στην αλήθεια». Ωστόσο η αλήθεια είναι μια δυσχερής έννοια. Ερωτηματικά ως προς τη δεοντολογία πλανώνται πάνω από τη μέθοδο του Ντέιβις (πόσο διευρύνει την ανεξαρτησία του Τύπου ως αρχή η ανταλλαγή στοιχείων με κομματικά στελέχη, έστω και για την προώθηση μιας υπόθεσης που βρωμάει;), κυρίως όμως πάνω από τη διάκριση των εξουσιών στη δυτική δημοκρατία.
Ο Μέρντοκ μπορεί να υποχρεώθηκε σε καταβολή αποζημιώσεων ύψους 1 δισ. δολαρίων στα θύματα των υποκλοπών, ο γιος του όμως, στο επίκεντρο του σκανδάλου αρχικά, δεν προσήχθη καν σε δίκη. Οι 18 μήνες φυλάκισης του Κόλσον δεν είναι αρκετοί για τον Ντέιβις που ολοκληρώνει το βιβλίο του μιλώντας για την παλινόρθωση των ελίτ. Αλλά ελίτ πάντα θα υπάρχουν. Το ίδιο και η ανάγκη μιας επίμονα κριτικής «τέταρτης εξουσίας».

HeliosPlus