«Αν ήταν να δώσουμε μια ονομασία στο making off του «Boyhood» («πώς γυρίστηκε το «Boyhood»») νομίζω ότι ο καταλληλότερος τίτλος θα ήταν «12 χρόνια σκλάβος»» λέει γελώντας ο Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ, ενώ πίνει μια γουλιά από το νερό του στη σουίτα του ξενοδοχείου «Soho» στο Λονδίνο όπου καθόμαστε. Για την ακρίβεια, ενώ η ταινία βρισκόταν στο μοντάζ, ο τεξανός σκηνοθέτης σκεφτόταν διαρκώς τις λέξεις «12 χρόνια» για τον κανονικό τίτλο της ταινίας. «Και κάποια στιγμή έμαθα ότι μια από τις ταινίες που επρόκειτο να βγουν στις αίθουσες λεγόταν «12 χρόνια σκλάβος». Η ιδέα αναγκαστικά απορρίφθηκε… Μα, καλά, δεν θα μπορούσαν να πουν «10 χρόνια»; 13 ίσως; Γαμώ το, εκεί που είχαμε βρει τον τίτλο μας…».
Για όσους αναρωτηθούν τι είναι όλα αυτά για τον τίτλο και τι σημαίνουν τα 12 χρόνια, η απάντηση είναι απλή. Ο 54χρονος σήμερα Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ, γνωστός από την τριλογία «Πριν το ξημέρωμα», «Πριν το ηλιοβασίλεμα» και «Πριν τα μεσάνυχτα» που γυρίστηκε πρόπερσι στη Μεσσηνία, κατάφερε να γίνει ο πρώτος σκηνοθέτης στην ιστορία του κινηματογράφου που γύρισε μια ταινία διάρκειας 164′ σε μια περίοδο 12 χρόνων. Η συνολική διάρκεια των γυρισμάτων ήταν μόλις 39 ημέρες οι οποίες όμως εντάσσονται σε μια περίοδο που ξεπερνούσε τις 4.200 ημέρες!
Στην πράξη, με άλλα λόγια, κάθε χρονιά από το 2002 ως το 2013 ο Λινκλέιτερ συγκέντρωνε για ένα μικρό χρονικό διάστημα τους ίδιους ηθοποιούς και τους κινηματογραφούσε στο πλαίσιο μιας συγκεκριμένης ιστορίας η οποία διαρκεί 12 χρόνια και παρουσιάζεται εξ ολοκλήρου στην ίδια ταινία. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, στην ίδια ταινία, βλέπουμε το κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας, τον Μέισον, να μεγαλώνει πραγματικά. Το ίδιο συνέβη με τους υπόλοιπους ηθοποιούς, τον Ιθαν Χοκ και την Πατρίτσια Αρκέτ που υποδύονται τους γονείς του αλλά και τη Λορελέιλ Λινκλέιτερ, κόρη του Λινκλέιτερ, που υποδύεται την αδελφή τού Μέισον. «Ενδεχομένως να είναι και το πιο μεγάλο σε διάρκεια σχεδιασμένο από πριν γύρισμα στην ιστορία του κινηματογράφου –τσεκάρουμε με το βιβλίο ρεκόρ Γκίνες».
Το «Boyhood» είναι η ιστορία του Μέισον (Ελαρ Κολτρέιν), ο οποίος μεγαλώνει στο Οστιν του Τέξας (η Πολιτεία στην οποία γεννήθηκε ο Λινκλέιτερ). Τον συναντάμε για πρώτη φορά παιδάκι, έτοιμο να πάει στο σχολείο και όταν η ταινία τελειώνει, ο Μέισον είναι έτοιμος να πάει στο κολέγιο. Το σχεδόν τρίωρο εγχείρημα του Λινκλέιτερ διακρίνεται από μια μοναδικότητα που πολύ σπάνια συναντάμε στον κινηματογράφο. Κάτι παρόμοιο είχε κάνει ο ρώσος σκηνοθέτης Νικίτα Μιχάλκοφ στην «Αννα», όπου κινηματογράφησε την κόρη του, Aννα Μιχάλκοβα, από παιδάκι ως την εφηβεία (1980-1991). Εκείνη η ταινία όμως ήταν ντοκιμαντέρ.

«Ηθελα 12 χρόνια γιατί τόσο διαρκεί το σχολείο
» μας είπε ο Λινκλέιτερ. «Από τη στιγμή που μπαίνεις στην πρώτη τάξη του δημοτικού ως τη στιγμή που τελειώνεις το λύκειο. Μέχρι την ελευθερία του. Στα 18 είσαι έτοιμος να βουτήξεις τη ζωή, μπορείς να πας στο Πανεπιστήμιο ή να μην πας, μπορείς να δουλέψεις, μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις. Ως τότε όμως είσαι αναγκασμένος να μείνεις με τους δικούς σου και όλο αυτό μου κάνει κάτι σαν ποινή φυλάκισης. Ετσι τουλάχιστον το έβλεπα εγώ όταν ένιωθα ότι εξέτια την ποινή μου».
Ο Λινκλέιτερ έχει τη φήμη του αυστηρού σκηνοθέτη ο οποίος ζητεί από τους ηθοποιούς του να ακολουθούν κατά γράμμα το σενάριο και τις οδηγίες του και να μην παρεκκλίνουν αν πρώτα δεν το συζητήσουν μαζί του. Ακόμα και ο φίλος του, ο Ιθαν Χοκ, που έχει παίξει σε πολλές ταινίες του Λινκλέιτερ, έχει να το λέει ότι μια φορά που αυτοσχεδίασε άκουσε τα εξ αμάξης. Ισως να είναι ένας τρόπος για να δημιουργεί οικογενειακό κλίμα στις ταινίες του, κάτι που συνέβη στο «Boyhood», όπως είπε στο «Βήμα» ο νεαρός Ελαρ Κολτρέιν που υποδύεται τον Μέισον. Κατ’ αρχάς ο Κολτρέιν έκανε κανονική οντισιόν για τον ρόλο. Ο Λινκλέιτερ ήθελε κάποιον με σχετική άνεση παρότι η οντισιόν έγινε χωρίς σενάριο, χωρίς διαλόγους και χωρίς κάποια συγκεκριμένη σκηνή. «Νομίζω ότι ήθελε να πάρει μια ιδέα από τον ηθοποιό με τον οποίο θα συνεργαζόταν για 12 χρόνια» είπε ο Κολτρέιν, ο οποίος βρήκε στους καλλιτέχνες γονείς του (πατέρας ζωγράφος, μητέρα χορεύτρια που σήμερα διατηρεί κέντρο εναλλακτικής θεραπείας) υποστηρικτές χωρίς καταπίεση. Ο Λινκλέιτερ δεν του έδειξε ποτέ κινηματογραφημένο υλικό γιατί δεν ήθελε να αλλοιώσει την ερμηνεία του.

Ηθελε από τον μικρό ηθοποιό (που βεβαίως χρόνο με τον χρόνο μεγάλωνε και συμμετείχε πιο ενεργά) να παραμείνει αποστασιοποιημένος, προσανατολισμένος και γνήσιος. Στην ταινία επικρατούσε πλήρης μυστικότητα, συνεντεύξεις δεν επιτρέπονταν «αλλά και πάλι πώς μπορείς να πεις σε ένα μικρό παιδί να μη μιλήσει για κάτι που κάνει με τους φίλους του;» αναρωτήθηκε ο Κολτρέιν που εμφανίστηκε στη συνέντευξη φορώντας ένα σκισμένο τζιν και ξεχειλωμένο φανελάκι. «Ο Ρικ μπορούσε να σε σκηνοθετεί χωρίς να καταλαβαίνεις ότι το κάνει» είπε ο Κολτρέιν. «Αυτό αντιλήφτηκα από παιδί, είδα έναν άνθρωπο πολύ αφοσιωμένο σε αυτό που έκανε αλλά με έναν δυσδιάκριτο χειρισμό. Είναι εύκολο να πιέσεις ένα παιδί αλλά αν το κάνεις δεν θα έχεις μια φυσική ερμηνεία. Μου επέτρεψε να κάνω αυτό που ήθελα».

Ο αυτοδίδακτος κινηματογραφιστής Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ ήταν ένας από τους πρώτους (και από τους πιο επιτυχημένους) σκηνοθέτες που βγήκαν κατά τη διάρκεια της άνθησης του αμερικανικού ανεξάρτητου κινηματογράφου στη δεκαετία του 1990. Γεννημένος στις 30 Ιουλίου του 1960 στο Χιούστον, ο Λινκλέιτερ ανέβαλε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο Σαμ Χιούστον για να δουλέψει σε πετρελαιοπηγές στον Κόλπο του Μεξικού. Αργότερα επέστρεψε στο Τέξας, εγκαταστάθηκε στην πρωτεύουσα της Πολιτείας, το Οστιν, και σιγά-σιγά βρήκε μια θέση στον κύκλο των κινηματογραφιστών της πόλης. Η πρώτη ταινία του είναι το «It’s Impossible to Learn to Plow by Reading Books» (1988), αλλά η ταινία που τον έκανε όνομα είναι το «Slacker» (1991), μια αξιοπερίεργη ματιά στη νεολαία της δεκαετίας του 1990 από την οποία έλειπε εντελώς η πλοκή, γεγονός που δεν την εμπόδισε να ακολουθήσει μια πολύ σημαντική φεστιβαλική πορεία.

«Το στοιχείο του χρόνου με ενδιαφέρει πολύ
» είπε ο Λινκλέιτερ, ο οποίος στην τριλογία τού Πριν, «παίζει» και πάλι με την έννοια του χρόνου: τρεις διαφορετικές ταινίες, με τους ίδιους ήρωες, τον Τζέσι και τη Σελίν, γυρισμένες σε τρεις διαφορετικές περιόδους (1995, 2004, 2013). Η πρώτη ταινία είχε θέμα την ημέρα που συναντήθηκαν για πρώτη φορά στη Βιέννη, στη δεύτερη ξαναβρίσκονται για λίγο στο Παρίσι και στην τρίτη τους βλέπουμε παντρεμένους με παιδιά στην Πελοπόννησο. Το ενδιαφέρον στο εγχείρημα είναι ότι τον Τζέσι και τη Σελίν υποδύονται πάντοτε οι ίδιοι ηθοποιοί, ο Ιθαν Χοκ και η Ζιλί Ντελπί, που όπως οι ήρωές τους, έτσι και αυτοί μεγαλώνουν. «Ο χρόνος είναι το οικοδομικό τετράγωνο του κινηματογράφου, η ουσία του ίδιου του μέσου» πιστεύει ο Λινκλέιτερ. «Και όλοι έχουμε μια ιδιαίτερη σχέση μαζί του. Προσωπικά σκέφτομαι πολύ τους τρόπους με τους οποίους μπορώ να αφηγηθώ μια ιστορία και θέλω να σπρώξω με όποιον τρόπο μπορώ τα όρια της αφήγησης. Συχνά επιλέγουμε την εύκολη οδό γιατί θέλουμε απλώς να κάνουμε τη δουλειά μας. Ομως τα περιθώρια έρευνας υπάρχουν μπροστά μας και αυτά είναι που κάνουν τη δουλειά του κινηματογραφιστή τόσο ενδιαφέρουσα».
Παίζοντας με τον χρόνο μπορείς επίσης να σκεφτείς καλύτερα το θέμα σου. Στην περίπτωση του «Boyhood», ο Λινκλέιτερ είχε χρονικό ορίζοντα ενός ολόκληρου χρόνου για να σκεφτεί τι θα κάνει. «Βλέπεις και ξαναβλέπεις το υλικό, το μοντάρεις με διαφορετικούς τρόπους, παίρνεις νέες αποφάσεις σε σχέση με το πού θέλεις να πας την ταινία, ανακαλύπτεις πράγματα που δεν ήξερες. Και όλο αυτό είναι καλό. Είναι καλό γιατί σκέφτεσαι, ενώ υπό κανονικές συνθήκες η ίδια η μηχανή του κινηματογράφου που τρέχει με ασταμάτητους ρυθμούς δεν σου το επιτρέπει».
πότε & που

Η ταινία «Boyhood» θα προβάλλεται στις αίθουσες από την Πέμπτη 11 Σεπτεμβρίου σε διανομή UIP, την οποία ευχαριστούμε για αυτές τις συνεντεύξεις

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ