«Είμαι πραγματικά ένα παραδοσιακό κορίτσι, της οικογένειας. Είμαι παλαιών αρχών και είμαι πραγματικά πολύ προσγειωμένη για την τόσο εκκεντρική περσόνα που παρουσιάζω στο κοινό» λέει η Lady Gaga και κάποιος απορεί και ψάχνει μέσα στον «ορυμαγδό» των διαφορετικών εμφανίσεών της να εντοπίσει αυτά τα στοιχεία. Αυτό, όμως, θα έλεγα, είναι το λιγότερο που μπορεί να προβληματίσει κάποιον γύρω από το φαινόμενο «Lady Gaga».
Προσωπικά δυσκολεύομαι στα περίπου έξι χρόνια που βρίσκεται στο προσκήνιο να την αναγνωρίσω καν. Δεν είμαι σίγουρος ότι ξέρω τα χαρακτηριστικά της. Δεν αναγνωρίζω το μουσικό στίγμα της. Ποιος είναι ο ήχος της; Ποια ακριβώς είναι η φωνή της; Θα πει κάποιος: «Μα αυτό δεν συνιστά αυτομάτως μοναδικότητα οδηγώντας στην κορυφή και στην επιτυχία;». Θα απαντούσα πολύ εύκολα «ναι όντως» αν το ζητούμενο είναι αυτό και μόνο. Αν όμως ο στόχος, όπως πολύ συχνά ευαγγελίζεται η ίδια, είναι η τέχνη της και το καλλιτεχνικό της στίγμα, δεν είμαι και τόσο σίγουρος ότι κάτι τέτοιο υφίσταται έπειτα από τον βομβαρδισμό που έχουμε υποστεί από την κυκλοφορία της πρώτης επιτυχίας της «Just Dance» έως σήμερα. Η Lady Gaga πήρε το «The Philosophy of Andy Warhol (From A to B and Back Again)» του Αντι Γουόρχολ, το ύψωσε στη δεκάτη και όλο αυτό προσπάθησε να το πλασάρει στο άμαθο κοινό του νέου μιλένιουμ σε ενέσιμη μορφή μια κι έξω.
Καριέρα σε μια νύχτα


Και έπειτα πόσο καλλιτεχνική είναι η σκέψη «Οταν γράφω μουσική σκέφτομαι αυτομάτως τα ρούχα που θέλω να φορέσω στη σκηνή»; Η Lady Gaga συχνά-πυκνά όταν αναφέρεται στις επιρροές της μιλάει για τον Ντέιβιντ Μπάουι και τη Μαντόνα –αν και με την τελευταία υποτίθεται ότι βρίσκεται σε «πόλεμο». Και επειδή στο φόρτε τους πολλοί καλλιτέχνες καταλήγουν να συνομιλούν μόνο με τον εαυτό τους, καλό θα ήταν κάποιος να τη φωτίσει: παρά την τεράστια επιτυχία της έως σήμερα, βρίσκεται –και για αρκετό καιρό ακόμη –στο μεσοδιάστημα που θα μπορούσε να περάσει στη λήθη και να τη θυμόμαστε αραιά και πού στο μέλλον ως ένα από τα πολλά παράδοξα της ποπ κουλτούρας. Γιατί πολύ απλά οι μεγάλες καριέρες δεν χτίζονται σε μια νύχτα. Ο Μπάουι έφτιαξε τα alter ego με κάθε νέα κυκλοφορία του στη δεκαετία του ’70 και στο μεσοδιάστημα ήταν ο εαυτός του για να μπορέσει να συνεχίσει. Από τον Ζίγκι στον Aladdin Sane και από εκεί στον Thin White Duke υπήρχε ένα κενό, ένα διάστημα αναμονής ώστε να αναπνεύσουν κοινό και καλλιτέχνης. Επίσης το φρου-φρου συνόδευε μια σκέψη, μια σεξουαλική επανάσταση, τα συμπεράσματά του από τον Νίτσε και τον Οργουελ και όχι απλώς και μόνο το σαλόνι της τελευταίας «Vogue». Το ίδιο συνέβη και με τη Μαντόνα που ακολούθησε με σεβασμό τα βήματά του. Υπήρξε χρόνος από την «Παρθένα» των πρώτων ημερών και το «Υλικό κορίτσι» ως τη χειραφετημένη ντίβα που φωτογραφιζόταν γυμνή στους δρόμους από τους μεγαλύτερους φωτογράφους του πλανήτη.
Η Lady Gaga θέλησε να τα κάνει όλα μαζί. Και για του λόγου το αληθές, πλην των τόσων άλλων, παρακολουθήστε και μόνο το τελευταίο βιντεοκλίπ της για το τραγούδι «G.U.Y.» από το σχετικά πρόσφατο άλμπουμ της «Artpop». Τα πάντα όλα. Μια ιταλίζουσα ντίσκο-τέκνο φανφάρα που δεν καταλαβαίνεις πότε αρχίζει, πού τελειώνει, ποιο είναι το ρεφρέν. H ίδια αρχικά εμφανίζεται ως εκπεσών τραυματισμένος άγγελος για να μεταμορφωθεί στη συνέχεια (αφού δούμε ένα ιντερλούδιο όπου συμμετέχουν ηθοποιοί από το «The Real Housewives of Beverly Hills») σε θεά Αφροδίτη. Και στο φινάλε για μία ακόμη φορά να χορεύει α λα Τζάνετ Τζάκ-σον, λες και δεν το έχουμε χορτάσει, με μια στρατιά αμφίφυλων αγοριών ή να επιδίδεται σε σέξι πόζες μαζί τους ώστε να εξασφαλίσει και το ΟΚ. της γκέι κοινότητας, λες και η Μαντόνα δεν το έχει κάνει εκατό φορές καλύτερα, την ίδια ώρα που παρελαύνουν σε αυτό σωσίες από τον Μάικλ Τζάκσον ως τον Χριστό. Φυσικά οι πάντες έχουν βάλει το χεράκι τους, αφού το λευκό ensemble είναι δημιουργία του Γκοτιέ, τα τζιν της Versace, που είναι και «φίλη» της, και το κόκκινο μαγιό της La Perla μεταξύ άλλων.
Κανένα σοκ


Και το ερώτημα που τίθεται για μία ακόμη φορά: «Τι είναι αυτό που θα μπορούσε να κάνει πια και να σοκάρει η Lady Gaga;». Τίποτα ίσως; Να βγει μόνο φορώντας ένα τζιν και ένα μακό μπλουζάκι και στο πιάνο ή στην κιθάρα να παρουσιάσει τα τραγούδια της σε μια περιοδεία ώστε να δούμε αν αντέχουν χωρίς όλη αυτή τη φιοριτούρα με την οποία τα έχει φορτώσει. Δεν υπάρχει λόγος να την απορρίψουμε ή όχι τη Στέφανι Τζοάν Αντζελίνα Τζερμανότα. Ο χρόνος είναι πάντα ο καλύτερος κριτής.
Από τα τέλη της δεκαετίας του ’80 οι δισκογραφικές εταιρείες ψάχνουν απεγνωσμένα για την επόμενη Μαντόνα. Από τότε, δηλαδή, που αντιλήφθηκαν ότι το φαινόμενο δεν ήταν παροδικό και πως καλό θα ήταν να δημιουργήσουν κι άλλες χρυσοφόρες μηχανές σαν κι αυτήν. Εκαναν όμως το σφάλμα να μπουν στο εργαστήριο και να τις δημιουργήσουν, με αποτέλεσμα καμία από τις επίδοξες νέες βασίλισσες της ποπ να μην καταφέρει να αγγίξει στο ελάχιστο τη Μαντόνα. Ούτε η Μπρίτνεϊ Σπίαρς κατάφερε να δώσει ανάλογα δείγματα αυθεντικότητας, παρά τα όσα τραγικά συνέβησαν στην προσωπική ζωή της, ούτε η Κριστίνα Αγκιλέρα, παρά το γεγονός ότι είναι σπουδαίο ταλέντο –και οι δύο δημιουργήματα του Disney Channel. Η Γκουέν Στεφάνι πάλι δεν είχε εκείνο το προφίλ που θα μπορούσε να αγγίξει το μεγάλο κοινό και η πρόσφατη Κέιτι Πέρι ό,τι και να κάνει από εδώ και πέρα δεν θα είναι παρά μια επαρχιώτισσα που απλώς τα κατάφερε στο Μεγάλο Μήλο. Η Μαντόνα ήταν το αλάνι που μεγάλωσε στις γειτονιές του Ντιτρόιτ και με την πρώτη ευκαιρία έφυγε με το αμερικανικό όνειρο ανά χείρας για τη Νέα Υόρκη, όπου και τα κατάφερε. Κυρίως θα έλεγα γιατί πέρα από τα όσα επαναστατικά για την εποχή πέρασε με την εικόνα της είχε ως πρωταρχικό σκοπό της να παραδώσει στην Ιστορία και λίγη μουσική.
Στόχος η Μαντόνα


Η Lady Gaga είναι μια σύγχρονη εκδοχή της, μια βελτιωμένη έκδοσή της ίσως, αλλά η μόνη που, όπως φαίνεται, είναι ικανή να της αρπάξει τα σκήπτρα, τώρα μάλιστα που η πρώτη δείχνει να βρίσκεται στο φινάλε του παραμυθιού που δημιούργησε. Και για την ώρα τα έχει όλα. Τεράστια νούμερα πωλήσεων, τους πάντες στα πόδια της να υπηρετούν τα μεγαλεπήβολα σχέδιά της, εκατομμύρια φανατικών θαυμαστών να την προσκυνούν και να την παρακολουθούν καθημερινά μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Οι πωλήσεις της έως τώρα, σε μια περίοδο μάλιστα που δύσκολα υπάρχουν καν, «μιλούν» για 27 εκατομμύρια άλμπουμ και 125 εκατομμύρια σινγκλ. Πέντε Γκράμι και 13 βραβεία του MTV, ενώ σταθερά εμφανίζεται στις λίστες των «Forbes» και «Times» ως μία από τις πιο σημαντικές και με επίδραση προσωπικότητες στον χώρο της μουσικής βιομηχανίας. Η ίδια φαίνεται προς το παρόν να έχει τον έλεγχο αυτού του μεγαθηρίου που έχει στήσει. Η επικείμενη μάλιστα νέα κυκλοφορία της, που δεν είναι άλλη από ένα άλμπουμ-συνεργασία με τον αειθαλή κρούνερ Τόνι Μπένετ, φανερώνει ότι προσπαθεί να φτιάξει ένα πιο σύνθετο προφίλ από εκείνο της ποπ τσικλόφουσκας. Απλώς, πέρα από τα κοστούμια από μπριζόλες και τους κοθόρνους του Αλεξάντερ Μακ Κουίν, πρέπει να παρουσιάσει και λίγη μουσική. Ο χρόνος θα δείξει!
«Cheek To Cheek» με τον Τόνι Μπένετ
Το άλμπουμ-συνεργασία με τον ζωντανό μύθο του τζαζ τραγουδιού Τόνι Μπένετ έρχεται να βάλει την καριέρα της Lady Gaga σε άλλη τροχιά. Δεν ξέρω πόσο θα εκτιμηθούν από το εφηβικό και γενικότερα νεανικό κοινό της οι ηχογραφήσεις με έναν 88χρονο σε τραγούδια των Κόουλ Πόρτερ, Ερβιν Μπερλίν, Μπίλι Στρέιχορν ή Ντιουκ Ελινγκτον, πάντως οφείλουμε να δεχθούμε ότι χρειάζεται δύναμη και μόνο για να μπεις στο στούντιο με τον Μπένετ αλλά και για να συγκριθείς με τα μεγαθήρια του παρελθόντος που ερμήνευσαν αυτά τα αριστουργήματα του «Μεγάλου αμερικανικού ρεπερτορίου», όπως συνηθίζεται να αποκαλούνται. Οι δυο τους είχαν συναντηθεί στη σκηνή αρχικά το 2011 και ερμήνευσαν μαζί το «Orange Coloured Sky» του Νατ Κινγκ Κόουλ και έναν χρόνο μετά βρέθηκαν στο στούντιο για να τραγουδήσουν ντουέτο το «The Lady Is a Tramp» για το άλμπουμ του Μπένετ «Duets II». Ο ίδιος υποστηρίζει ότι με αυτό το άλμπουμ η Gaga θα γίνει πιο μεγάλη και από τον Ελβις Πρίσλεϊ και προσθέτει: «Δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να τραγουδά σύγχρονη μουσική. Οταν τραγουδά κλασικά τραγούδια, το κάνει με τέτοιο πάθος και θα εκπλήξει το κοινό με την ποιότητα της φωνής της». Και φυσικά το άλμπουμ ηχογραφήθηκε στη Νέα Υόρκη γιατί όπως λέει και το τραγούδι: «Αν τα καταφέρεις στη Νέα Υόρκη, θα τα καταφέρεις παντού». Θα κυκλοφορήσει στις 23 Σεπτεμβρίου.

πότε & πού:
Lady Gaga’s Artrave: The Artrop Ball, Παρασκευή 19 Σεπτεμβρίου, Ολυμπιακό Στάδιο (ΟΑΚΑ). Οι τιμές των εισιτηρίων ξεκινούν από τα 38,5 ευρώ και φτάνουν τα 82,5 ευρώ. Η τιμή εισιτηρίου στην αρένα είναι 49,5 ευρώ, ενώ θα διατεθεί περιορισμένος αριθμός VIP εισιτηρίων στα 115,5 ευρώ και Golden Standing στα 104,5 ευρώ. Η διάθεση των εισιτηρίων γίνεται από τα καταστήματα Γερμανός και το www.lavris.gr.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ