Σε κάποια σκηνή της ταινίας «Joe: Μια δυνατή φιλία», που από την περασμένη Πέμπτη προβάλλεται αποκλειστικά στη Δεξαμενή, βλέπουμε τον Νίκολας Κέιτζ να αρπάζει από το κεφάλι ένα φίδι και κρατώντας το ψηλά να βγάζει λόγο στους παρισταμένους προτού τελικά το πετάξει μακριά του. «Το φίδι ήταν αληθινό» θα μου έλεγε μετά την προβολή ο σκηνοθέτης της ταινίας Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν στη συνάντηση που είχαμε κατά τη διάρκεια του περασμένου Φεστιβάλ Βενετίας όπου ο «Joe» έκανε πρεμιέρα. «Και ήταν επίσης δηλητηριώδες. Μπορούσαμε αν θέλαμε να χρησιμοποιήσουμε ψεύτικο ή τουλάχιστον μη δηλητηριώδες. Ο Νικ όμως ήταν ανένδοτος. Η σκηνή έπρεπε να γυριστεί με αληθινό και δηλητηριώδες φίδι. Νομίζω ότι αυτή ήταν η πιο τρομακτική στιγμή της ζωής μου» συνέχισε ο σκηνοθέτης. «Γιατί, αν το φίδι τον δάγκωνε, ο Νικ θα πέθαινε».
Η παραστατική αφήγηση του Γκριν επιβεβαιώνει κάτι που κανείς δεν αμφισβήτησε ποτέ για τον Νίκολας Κέιτζ: είναι ένας από τους πιο εργατικούς και πλήρως αφοσιωμένους στη δουλειά τους ηθοποιούς του Χόλιγουντ. Εχει ακουστεί ότι δεν δίστασε να βγάλει ένα δόντι για τις ανάγκες της ταινίας «Μπέρντι, ο άνθρωπος-πουλί» (όπου υποδύθηκε έναν τραυματισμένο στο πρόσωπο βετεράνο του πολέμου στο Βιετνάμ) και ότι υποδυόμενος έναν σύγχρονο βρικόλακα στο «Ερωτας με την πρώτη δαγκωματιά» έφαγε μια κατσαρίδα.
Από την άλλη πλευρά, όμως, τα τελευταία τουλάχιστον 15 χρόνια η ενέργεια του Κέιτζ διοχετευόταν συχνά σε λάθος πράγματα, σε ανούσιες ταινίες που, αν κατάφερναν κάτι, ήταν να ακυρώσουν το ταλέντο του. Ταινίες όπως οι δύο «Ghost rider», το «Trespass», το «Κυνήγι των μαγισσών», το «The sorcerer’s apprentice» αλλά και το πρόσφατο «Rage» αποδεικνύουν πόσο εύκολα ένας καλός ηθοποιός σπαταλιέται.
Ισως αυτός να είναι ο λόγος που το «Joe» πραγματικά με εξέπληξε. Μεταμορφωμένος στην κυριολεξία, ο Νίκολας Κέιτζ εδώ έχει τη μορφή ενός… κανονικού ανθρώπου, φτιαγμένου από σάρκα και αίμα και οστά και με σκοτεινή ψυχή που αξίζει να «εξιχνιάσεις». Πρώην κατάδικος, ο Τζο εργάζεται πλέον ως καταστροφέας δέντρων στα δάση του Τέξας. Ενας άνθρωπος ο οποίος, παρότι δεν πάει γυρεύοντας, κρύβει οργή μέσα του και ανά πάσα στιγμή είναι έτοιμος να ξεσπάσει. Η παθιασμένη αφοσίωσή του σε έναν έφηβο από διαλυμένο σπίτι (Τάι Σέρινταν) που τον αντιμετωπίζει ως πρότυπο φτιάχνει μια ιδιαίτερη σχέση «πατέρα – γιου» επάνω στην οποία ο Γκριν χτίζει την ταινία του.
«Ξέρω ποιος είμαι…»


Ο Νίκολας Κέιτζ έδειχνε πολύ χαλαρός ενώ καθόταν στην πολυθρόνα του πολυτελούς «Mazeratti Lounge» στο προαύλιο του ξενοδοχείου «Exelsior» προκειμένου να μιλήσει για την ταινία. Τα σκούρα γυαλιά ηλίου με τον ανοιχτόχρωμο σκελετό ταίριαζαν με το μαύρο παντελόνι, τα μαύρα παπούτσια και το μπεζ μπουφάν πάνω από το λευκό T-shirt του κάλυπτε το τατουάζ που εξείχε αμυδρά από τον δεξί καρπό του. Ενα μεγάλο δαχτυλίδι στο μεσαίο δάχτυλο του αριστερού χεριού, αρκετοί μπρεσελέδες και φυλαχτά στον λαιμό. Αλλά και πολλή διάθεση να μιλήσει, κάτι που δεν θυμάμαι από παλαιότερες (βαρετές) συναντήσεις μαζί του.
Είναι φυσικό βέβαια ο ίδιος ο Κέιτζ να μη μιλάει επικριτικά για τις ταινίες του. Οταν είπε ότι θεωρεί πολύ παράξενο που η κινηματογραφική βιομηχανία στην οποία ανήκει είναι η μόνη που δέχεται αρνητική κριτική όταν κάποιος δουλεύει πάρα πολύ, τον ρώτησα ευθέως αν σε αυτό μπορεί να φταίνε κάπως και οι επιλογές του. Γουρλώνοντας τα μάτια ο Κέιτζ απάντησε ψύχραιμα: «Ακόμη και σε αυτό το επιχείρημα διαφωνώ. Αν κοιτάξετε προσεκτικά τη φιλμογραφία μου, θα δείτε ότι έχει εναλλαγές και ότι για κάθε «National treasure» υπάρχει ένα «Δίδυμοι Πύργοι» και για κάθε «Ghost Rider» υπάρχει ένα «Bad Lieutenant». Απλώς οι περιπέτειες κερδίζουν μεγαλύτερη προσοχή, κάτι που δεν καταλαβαίνω, αλλά δεν είναι δική μου δουλειά να το ερμηνεύσω. Ξέρω ποιος είμαι, υποστηρίζω τη δουλειά μου και προσπαθώ πάντα να είμαι εκλεκτικός. Ολα είναι προσχεδιασμένα στην περίπτωσή μου. Ακόμη και όταν ακούω να λένε ότι είμαι υπερβολικός, ακόμη και τότε το έχω κάνει βάσει σχεδίου. Υπερβολικός σημαίνει ότι βρίσκεσαι εκτός ελέγχου και εγώ είχα πάντα τον έλεγχο σε ό,τι έχω κάνει».
Ψάχνοντας στο παρελθόν


«Ηταν σαν να μη χρειαζόταν να παίξω με αυτόν τον ρόλο» είπε ο 49χρονος ηθοποιός αναφερόμενος στον «Joe». «Συχνά υποκρίνομαι σημαίνει ψεύδομαι και το ψέμα είναι αναπόφευκτο στη δουλειά ενός ηθοποιού. Ο Τζο όμως με άγγιξε σε ένα πιο προσωπικό επίπεδο, βρήκα στοιχεία του εαυτού μου πάνω του». Τον ρωτώ πώς ακριβώς μπορεί να τον άγγιξε ένας άντρας που ζει μόνος, κυκλοφορεί διαρκώς με ένα τσιγάρο στο στόμα και ένα μπουκάλι στο χέρι και κρύβει μέσα του απύθμενη οργή, έτοιμος ανά πάσα στιγμή να ξεσπάσει.
Ο Κέιτζ εξηγεί ότι όργωσε τις αναμνήσεις του, ότι ξαναβρέθηκε στα εφηβικά χρόνια του, «όταν η συμπεριφορά μου ήταν λίγο ανάρμοστη». Είπε επίσης ότι καταλάβαινε πολύ καλά πώς αισθανόταν ο Τζο και ότι δεν χρειάζεται να είσαι το 80% ενός ήρωα για να τον καταλάβεις ούτε και να έχεις παίξει μπουνιές με τους αστυνομικούς. «Ολοι μας έχουμε ένα ποσοστό του Τζο μέσα μας και νομίζω ότι όλοι έχουμε ανάγκη να τον έχουμε μέσα μας, άντρες και γυναίκες» είπε επίσης. Οσο για την οργή, αυτή για τον Κέιτζ είναι πλέον χάσιμο χρόνου, γι’ αυτό και σήμερα νιώθει ήρεμος, κατασταλαγμένος και συνειδητοποιημένος. «Αν και με τα χρόνια βλέπω ότι πολύς κόσμος γίνεται πιο οργισμένος απ’ ό,τι πριν, εγώ, αντιθέτως, χαλαρώνω. Γιατί είναι πολύ πιο ξεκούραστο όταν αντιμετωπίζεις τα πράγματα με ηρεμία και υπομονή».
Η πολλή έκθεση επηρεάζει τη σκέψη
Σε συνάρτηση με τη δουλειά, που είναι όντως το πάθος του, ο Κέιτζ πιστεύει ότι «η εποχή που ζούμε δεν είναι καλή για τις διασημότητες». Τον ενοχλεί η διαρκής έκθεση των διασημοτήτων, τον τρομάζει «η τρομοκρατία του Ιnternet» και τον προβληματίζει το πώς η έκθεση και η φήμη μπορούν να επηρεάσουν το σκεπτικό πολλών συναδέλφων του. «Οταν άρχιζα σε αυτή τη δουλειά» είπε «το μόνο που με ενδιέφερε ήταν να μπορέσω να κάνω κάτι αντίστοιχο με το «Ανατολικά της Εδέμ» ή «Το λιμάνι της αγωνίας», ταινίες δηλαδή που θα δημιουργούσαν όμορφα συναισθήματα σε αυτόν που θα τις έβλεπε. Ετσι αισθανόμουν εγώ όταν τις έβλεπα. Σήμερα δεν ξέρω αν πολλοί νιώθουν έτσι».

πότε & πού:
Η ταινία «Joe: Μια δυνατή φιλία» προβάλλεται στη Δεξαμενή, σε διανομή Σπέντζος Φιλμ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ