Το έχει στο αίμα της η Σινέντ Ο’ Κόνορ, δεν μπορεί να μπει σε καλούπι. Ποτέ δεν το έκανε άλλωστε από τα πρώτα και τόσο αγνά βήματά της στη δισκογραφία ως σήμερα. Η κάθε νέα κυκλοφορία της έχει αμφίσημη διάσταση. Δεν είναι το κλασικό ροκ κορίτσι, που βολεύεται στην παραμυθολογία του είδους και τυχαίνει να βγάζει και μερικούς καλούς δίσκους. Ετσι λοιπόν συμβαίνει και με το νέο άλμπουμ της «I’ m not bossy, I’ m the boss» που μόνο από τον τίτλο καταλαβαίνει κανείς ότι έχει ενδιαφέρον.
Ενα άλμπουμ-επιστροφή από όλες τις πλευρές. Το ποπ-ροκ στοιχείο μπροστά και πάλι, οι στίχοι-διαμαρτυρία και οι εξομολογήσεις δίνουν και πάλι το «παρών» και η κλασική Σινέντ είναι πάλι κοντά μας. Επίσης αν παρακολουθήσει κανείς και τα γυρίσματα του βιντεοκλίπ για το υπέροχο «Take Me To The Church» παρατηρεί μια ανανεωμένη φιγούρα, που έχει αφήσει πίσω τα περιττά κιλά που της πρόσθεσε η «ιεροσύνη», να «παίζει» με το γυναικείο μοντέλο όπως πλασάρεται όλα αυτά τα χρόνια. Στους στίχους του αυτοαναιρείται με δεξιοτεχνία λέγοντας: «Τι και αν έχω τραγουδήσει τραγούδια αγάπης πριν / Δεν θέλω να τα τραγουδάω πια / Δεν θέλω να είμαι εκείνο το κορίτσι πια / Δεν θέλω να κλαίω πια / Δεν θέλω να πεθαίνω πια / Γι’ αυτό κατέβασέ με από αυτό το παλιό δέντρο / Κόψε το σχοινί / και βάλε με στο πάτωμα / Είμαι το μόνο πρόσωπο που θα έπρεπε να λατρεύω». Δεν είναι παρά τραγούδια αγάπης, όπως λέει και η ίδια, σαν το «The Visnu Room» το οποίο είναι η πλευρά της γυναίκας στην πρώτη νύχτα του γάμου όπου ζητεί από τον σύζυγό της απλώς να ακουμπήσει το κεφάλι της στο στήθος του.
Εχουν ειπωθεί πολλά για τις εντάσεις που δημιουργεί αρκετά συχνά η Σινέντ Ο’ Κόνορ. Για το κατά πόσο είναι αυθόρμητες ή τεχνητές, σωστές ή λάθος. Εγώ έπειτα από τριάντα χρόνια έχω πεισθεί για το αγαθό τον προθέσεών της και ιδιαίτερα μετά τη γνωριμία που είχα μαζί της προ μερικών χρόνων στην επίσκεψή της στη χώρα μας. Νομίζω δε ότι καλύτερα το έχει πει η ίδια σε μια συνέντευξή της στη βρετανική εφημερίδα «ΝΜΕ» το 1991: «Δεν κάνω κάτι προκειμένου να δημιουργήσω αίσθηση. Απλώς συμβαίνει αυτά που κάνω να δημιουργούν προβλήματα. Είμαι υπερήφανη που είμαι ταραξίας». Αν και δεν έχει κάνει και λίγα μέσα στα χρόνια, πάντα φρόντιζε να δικαιολογεί τις κινήσεις και το κυριότερο η πρόθεσή της έμοιαζε πάντα να είναι καλή.
Αν επιχειρούσαμε κάπως να περιγράψουμε τη Σινέντ Ο’ Κόνορ, σε όλους τους χαρακτηρισμούς θα έμπαινε μπροστά η λέξη αντί. Δήλωσε λεσβία προκειμένου να δώσει χώρο ανάσας στη σεξουαλική επιλογή. Εγινε ιερέας προκειμένου να γίνει κατανοητό ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να είναι μόνο προνόμιο των ανδρών. Οταν έσκισε τη φωτογραφία του Πάπα τον Οκτώβριο του 1992 στην εκπομπή «Saturday Night Special», μια κίνηση που τόσο υποτίθεται ότι σόκαρε τότε, ήταν μια πράξη απελπισίας γιατί η ίδια υπήρξε κακοποιημένο παιδί και τα όσα είπε τότε για την καθολική εκκλησία βγήκαν τελικώς προφητικά.
Η άρνησή της να παίζει ο αμερικανικός εθνικός ύμνος πριν από κάθε εμφάνισή της σε αμερικανικό έδαφος δεν απέχει και πολύ από αυτό που όλοι ονομάζουμε κοινή λογική. Η συγκλονιστική ερμηνεία της στο «War» όταν το κοινό στη συναυλία για τα τριάντα χρόνια καριέρας του Μπομπ Ντίλαν την αποδοκίμασε με γιουχαΐσματα συνολικά για τις κινήσεις της, αν και στη συνέχεια έκλαψε στον ώμο του Κρις Κριστόφερσον, φανέρωσε ένα άτομο αποφασισμένο να υπερασπιστεί τις θέσεις και τις απόψεις του, όποιο και αν είναι το κόστος.
Τον Οκτώβριο του 2013 έστειλε μια ανοιχτή επιστολή στη Μάιλι Σάιρους με την οποία προσπαθεί να της ανοίξει τα μάτια λέγοντάς της ότι οι εταιρείες και γενικότερα το σύστημα του θεάματος θα παίξουν μαζί της για όσο καιρό τους φέρνει χρήματα και στη συνέχεια θα την πετάξουν σαν στυμμένη λεμονόκουπα. Αφομή στάθηκε το βιντεοκλίπ της Σάιρους για την επιτυχία της «Wrecking Ball» στο οποίο εμφανίζεται παρόμοια όπως η Σινέντ στο «Nothing Compares 2 U» αλλά στα υπόλοιπα πλάνα ολόγυμνη, γι’ αυτό της εφιστά την προσοχή για το γυναικείο μοντέλο που λανσάρει λέγοντάς της μεταξύ άλλων πως: «Το μήνυμα που συνεχίζεις να στέλνεις είναι πως κατά κάποιον τρόπο είναι cool να εκπορνεύεσαι… Δεν είναι cool, Μάιλι… είναι επικίνδυνο. Οι γυναίκες αξίζουν για πολύ περισσότερα από τη σεξουαλικότητά τους και μόνο. Δεν είμαστε απλώς και μόνο αντικείμενα του πόθου». Για να εισπράξει τη χλεύη της πιτσιρίκας Σάιρους, η οποία προφανώς βρίσκεται σε μια περίοδο της ζωής της που αδυνατεί να καταλάβει τι ακριβώς της λέει και πόσο δίκιο έχει.

Καμπάνια να εξαλειφθεί το «bossy»
Με τον τίτλο του νέου, δέκατου, άλμπουμ της «I’ m not bossy, I’ m the Boss» η Σινέντ Ο’ Κόνορ επιχειρεί να συνεισφέρει στην ομώνυμη καμπάνια που έχει ξεκινήσει στις ΗΠΑ και στηρίζουν πολλές προσωπικότητες, αμφιλεγόμενες και μη, όπως η Μπιγιονσέ, η Κοντολίζα Ράις, η Μισέλ Ομπάμα και άλλοι. Στο σάιτ της καμπάνιας υπάρχει σε εμφανές σημείο το μότο: «Οταν ένα αγόρι επιβάλλει τον εαυτό του το αποκαλούν αρχηγό, όταν ένα κορίτσι κάνει το ίδιο παίρνει το ρίσκο να χαρακτηριστεί αυταρχική-δεσποτική (bossy)». Σκοπός της καμπάνιας είναι να εξαφανιστεί η λέξη bossy από το αγγλικό λεξιλόγιο εξαιτίας του κακού που επιφέρει στις νέες γυναίκες.
Ο αρχικός τίτλος του άλμπουμ ήταν «The Visnu Room» από το ομότιτλο τραγούδι της, αλλά όταν άκουσε για την καμπάνια της Σέριλ Σάντμπεργκ (διευθύντρια επιχειρησιακών λειτουργιών του Facebook) ήθελε να αλλάξει τον τίτλο του άλμπουμ αλλά πίστευε ότι δεν μπορούσε πλέον γιατί το εξώφυλλο είχε τυπωθεί, μία αλλαγή όμως στη φωτογραφία του της έδωσε την ευκαιρία να το κάνει.
Στα 47 χρόνια της η Ο’ Κόνορ έχει αποδείξει πιθανότατα ότι μπορείς, όταν θέλεις, να χαράξεις τον δικό σου δρόμο στη ζωή, ακόμη και όταν οι επιπτώσεις είναι μεγάλες. Και ότι μπορείς να είσαι το αφεντικό της ζωής σου και να μην καθορίζουν οι άλλοι τα θέλω σου και αυτό όχι μόνο να γίνεται κατανοητό αλλά και να εκτιμάται από τα εκατομμύρια θαυμαστών της σε ολόκληρο τον πλανήτη!

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ