Η ποιητική Μποφίλιου (4/7)
Η Νατάσσα Μποφίλιου τραγούδησε ελληνική ποίηση μελοποιημένη από τον Αγγελο Τριανταφύλλου στη Μικρή Επίδαυρο. Οταν τελείωσε η παράσταση, επικρατούσε ένα γενικό μούδιασμα: εύκολες μελωδίες δεν ακούστηκαν και ο ποιητικός λόγος απαιτεί συγκεντρωμένο νου αν θέλεις να αγγίξεις μέρος έστω του νοήματός του. Φαίνεται όμως ότι η ατμόσφαιρα της βραδιάς και τα μικρά σκηνοθετικά ευρήματα (το τελετουργικό άναμμα μιας λάμπας από τα μέλη της χορωδίας, η παρουσία στη σκηνή των γονιών κάποιων από τους συντελεστές) άσκησαν μια γοητεία βραδύκαυστη και καθόλου ευεξήγητη: λειτούργησαν, νομίζω, η μαγεία της ποίησης και οι ερμηνείες της Νατάσσας Μποφίλιου που υπηρέτησε το όραμα του συνομήλικού της συνθέτη με αφοσίωση και συγκινητική συστολή. Η μόνη στιγμή που συντονίστηκε με τον γνωστό δυναμισμό της ήταν στο «Επινίκιο» του Γεράσιμου Ευαγγελάτου, το πιο άμεσα «προσβάσιμο» κομμάτι όσον αφορά τη μελοποίησή του και ένα πολύ ωραίο ποίημα (όπως και ο «Απολογισμός» του ίδιου του Τριανταφύλλου, καθώς και η «Ταυτότητα» της Λένας Κιτσοπούλου). Δεν ξέρω αν το έκανε επειδή ένιωθε βαθύτερη σύνδεση με τις λέξεις του ή αν ήθελε να τιμήσει έναν από τους στενότερους συνεργάτες και φίλους της. Αυτό που ξέρω είναι πως το πορτοκαλί προγραμματάκι το έχω φυλάξει στο σακίδιό μου (όχι, δεν ψήφισα Ποτάμι) και ρίχνω μια κλεφτή ματιά σε κάποιους από τους στίχους όποτε νιώσω την ανάγκη. Πιο συχνά ανατρέχω στα «Τελευταία Σχεδιάσματα» του Κώστα Ουράνη –μου έκανε και στη συναυλία εντύπωση: «Πόσο μεγάλη ήταν η φόρα / –πόσο το πήδημα μικρό». Ταιριάζει πολύ με την «Επικίνδυνη ηλικία», έτσι λεγόταν η παράσταση, το στάδιο εκείνο της ζωής, λίγο μετά τα 30, όταν αρχίζουν οι απολογισμοί και μπαίνουν πρόσημα. Ωραία θα ήταν αν επαναλάμβαναν τη βραδιά ή αν το ηχογραφούσαν.

Ναι μεν, αλλά… (10/7)
Η Ελεωνόρα Ζουγανέλη απέδειξε στο Ηρώδειο, στο αφιέρωμα στη μουσική πλευρά της καλλιτεχνικής προσωπικότητας της Μελίνας Μερκούρη, ότι διαθέτει στόφα τραγουδίστριας προορισμένης να απευθύνεται σε μεγάλο κοινό. Λαμπερή, άνετη, άψογη φωνητικά, στάθηκε με αυτοπεποίθηση στο αρχαίο ωδείο σε ένα πρόγραμμα με σημαντικά, σωστά επιλεγμένα τραγούδια. Ωστόσο, η συνθήκη, ειδικά στο πρώτο μισό της παράστασης, τελικά την αδίκησε: δεν χρειάζονταν οι χιλιοακουσμένες ιστορίες για τη ζωή της Μελίνας Μερκούρη ούτε οι (κακής αισθητικής) χορευτικές πινελιές από ένα μπουκέτο όμορφων, ασυγχρόνιστων αγοριών. Το δεύτερο μέρος, αυτό με τις πιο απρόσμενες επιλογές τραγουδιών, ήταν πιο δεμένο, πιο απολαυστικό και πιο ενδιαφέρον: παρότι ακόμη νέα, η Ζουγανέλη έδωσε το απαιτούμενο βάθος σε δύσκολα κομμάτια σαν το «Αννα, μην κλαις» ή την «Προσευχή της Παρθένου». Ο αποχαιρετισμός ήταν τόσο ευχάριστος, το κεφάτο, ανεβαστικό «Εφτά τραγούδια θα σου πω», που ξεχνούσες τις όποιες αντιρρήσεις σου.

Φιλοvassiliko ρεύμα (11/7)
Μία από τις καλύτερες στιγμές του Φεστιβάλ –γενικώς. Ο Vassilikos ήταν μαγευτικός στη Μικρή Επίδαυρο στο αφιέρωμά του στο έργο του Βασίλη Τσιτσάνη ή, για να είμαι πιο ακριβής, στη σκοτεινή φλέβα του έργου του Τσιτσάνη –μια συνέχεια της σπουδής του που κυκλοφόρησε στο άλμπουμ «Sunday Bloody Sunday» πέρυσι. Τραγουδιστής με σπάνια (και αξιοθαύμαστη) εσωτερικότητα, ο πρώην frontman των Raining Pleasure παρέδωσε στο κοινό μια καθαρή, συμπαγή καλλιτεχνική πρόταση, μια δική του ανάγνωση σε κάποια από τα γνωστότερα τραγούδια του λαϊκού μας συνθέτη, τα οποία ακούστηκαν χωρίς μπουζούκι, σαν ύμνοι από κάποιον άλλον κόσμο, χωρίς λυγμικές παρεκτροπές ή ψεύτικη δωρικότητα. Τα αγάπησε τα άσματα αυτά ο Vassilikos, τα αναδιαμόρφωσε μέσα του και μας τα ξαναχάρισε. Η παρουσία της cool Δήμητρας Γαλάνη και της αιθέριας Ελευθερίας Αρβανιτάκη αποτέλεσε τη γέφυρα μιας σύνδεσης με το παρελθόν –της πρώτης ήθελες να της φιλήσεις τα χέρια έτσι ωραία που είπε το «Ο,τι κι αν πω, δεν σε ξεχνώ», η δεύτερη εκπλήρωσε ένα χρόνιο απωθημένο κάποιων από εμάς τραγουδώντας το «Τρελέ Τσιγγάνε», που είχε ευτυχώς ηχογραφηθεί με τη φωνή της χάρη στη Δόμνα Σαμίου. Αν έπρεπε να ξεχωρίσω τις σπουδαίες στιγμές του Vassilikou, θα κρατούσα σίγουρα το ανατριχιαστικό τρίπτυχο με το οποίο ξεκίνησε, το «Αντιλαλούνε τα βουνά», «Το γράμμα» και το «Κάνε λιγάκι υπομονή», δηλαδή, καθώς και την «Γκιουλμπαχάρ». Φαίνεται πως τη χάρηκε τόσο πολύ και ο ίδιος τη συναυλία που ανέβηκε στις κερκίδες προς το τέλος για να μοιραστεί τον ενθουσιασμό του με τους θεατές. Θα θέλαμε κι αυτόν να τον δούμε με το ίδιο πρόγραμμα και στην Αθήνα.

Εν τούτω Monika
Εχω ακούσει αρκετά το «Secret In the Dark» και μου αρέσει πολύ ο φρέσκος ήχος του: το ομώνυμο τραγούδι το χορεύω μόνος μου στο σπίτι, το «Shake Your Hand» το βρίσκω υπέροχο, η φανκ τού «Gave You My Soul» με τρελαίνει. Είμαι, κοντολογίς, φαν του συνθετικού ταλέντου της Monika (εδώ και χρόνια) και πήγα με χαρά να τη δω στη μεγάλη εν Αθήναις καλοκαιρινή συναυλία της. Δυστυχώς, «her gun was not loaded», για να παραφράσω έναν δικό της στίχο. Κακός ήχος (ειδικά στην αρχή), αμήχανη παρουσία, ροή τραγουδιών χωρίς εξέλιξη, γεμάτη απότομα φρεναρίσματα. Τόσο ωραία σκηνή, τόσο εντυπωσιακά φώτα και το αποτέλεσμα θαμπό –κρατάω μόνο το στήσιμο του «Exit» και την απόφαση να πει το «Φύγε, λοιπόν, μη στέκεσαι» των Μίμη Πλέσσα – Λευτέρη Παπαδόπουλου (γνωστό από τη φωνή της Πόλυς Πάνου), κυρίως επειδή με εξέπληξε. Φοβάμαι ότι η νεαρή τραγουδοποιός δεν έχει κατακτήσει ακόμη την επαφή με τους θεατές. Ακόμη κι όταν ανέβηκε στις κερκίδες για να γεφυρώσει την απόσταση με το κοινό που μοιραία δημιουργεί ένας χώρος σαν το Ηρώδειο, τραγουδώντας το «Yes I do» ανάμεσά μας, έλειπε αυτή η αίσθηση αυθόρμητης χαράς που μετατρέπει στιγμές σαν αυτήν από απλές εμπειρίες σε ακριβές αναμνήσεις. Υπάρχει όμως ένα μέρος του κοινού που της έχει παραδοθεί άνευ όρων. Φαντάζομαι πως κάποιοι που την εκτιμάμε και έχουμε περισσότερες απαιτήσεις θα πρέπει, όσο ακούμε το καινούργιο άλμπουμ, να περιμένουμε το επόμενο live για να ευχαριστηθούμε. Μακάρι να είναι καλύτερα προετοιμασμένη.

HeliosPlus