Στα χρόνια της δεκαετίας του 1960 αρκετοί Γάλλοι σκηνοθέτες, ανάμεσα στους οποίους και εκπρόσωποι του Νέου Κύματος που τότε βρισκόταν πολύ στα πάνω του, άρχισαν να δείχνουν ενδιαφέρον προς την επιστημονική φαντασία, ένα κινηματογραφικό είδος που ως τότε κανένας δεν έπαιρνε στα σοβαρά με πρώτο και καλύτερο το ίδιο το Χόλιγουντ. Ο Φρανσουά Τριφό θα γυρίσει το «Fahrenheit 451», μια διασκευή του μυθιστορήματος του Ρέι Μπράντμπερι, ο Ροζέ Βαντίμ θα παντρέψει το κιτς με το ερωτικό στοιχείο στην «Μπαρμπαρέλα» με την Τζέιν Φόντα και ο Ζαν Λικ Γκοντάρ θα υπογράψει την δική του σάτιρα προς την επιστημονική φαντασία προσθέτοντας νουάρ πινελιές στο «Alphaville» που από την ερχόμενη Πέμπτη εμφανίζεται ξανά στα σινεμά. Μια ταινία που πρωτοπαίχθηκε στην Ελλάδα ως «Λέμι Κόσιον εναντίον Α-60».

Κεντρικός ήρωας στην «Alphaville» είναι ο μυστικός πράκτορας Λέμι Κόσιον ο οποίος προσποιούμενος τον δημοσιογράφο φτάνει στην πόλη «Alphaville» με αποστολή να ανακαλύψει τα ίχνη ενός συναδέλφου του. Θα τον βρει νοητικά παροπλισμένο, εθισμένο στο σεξ και στο αλκοόλ σε κάποιο ξενοδοχείο της τελευταίας διαλογής. Παρόμοια συμπτώματα όμως, φαίνεται ότι έχει όλος ο πληθυσμός της πόλης. Ο Κόσιον μαθαίνει ότι η πόλη κυριαρχείται από τον υπολογιστή Alpha-60, κατασκεύασμα ενός παρανοϊκού επιστήμονα του οποίθου η μορφή παραπέμπει σε ναζιστή. Όταν η κόρη του επιστήμονα _που υποδύεται η Ανα Καρίνα, μούσα του Γκοντάρ στην εποχή της ταινίας_ αναλαμβάνει την παρακολούθηση του Κόσιον, τα πράγματα θα πάρουν μια πολύ διαφορετική τροπή.
Η ιδέα ότι μέσα σε ένα κοινωνικοπολιτικό χάος, ο Γκοντάρ βλέπει τον έρωτα ως την ύστατη σανίδα σωτηρίας δεν είναι υπερβολική. Όπως θα έλεγε και ο Φρίντριχ Νίτσε, ο έρωτας είναι η μόνη απόλυτα εγωιστική πράξη που όχι μόνο δε βλάπτει τον πλησίον αλλά του κάνει το μεγαλύτερο δυνατό καλό.
Στον ρόλο του Λέιμι Κόσιον ο Γκοντάρ ,διόλου τυχαία, χρησιμοποίησε τον Εντι Κονσταντέν (1917 – 1993) του οποίου η καριέρα έπιασε κορυφή χάρη στη συμμετοχή του σε μια σειρά δευτεροκλασάτων γαλλικών αστυνομικών ταινιών στις οποίες υποδύθηκε τον σκληροτράχηλο μυστικό πράκτορα Λέμι Κόσιον. Πριν από το «Άλφαβιλ» ο ίδιος ηθοποιός, είχε παίξει τον διασημότερο ήρωα της καριέρας του, σε επτά ταινίες: «Η σειρήνα της Καζαμπλάνκας» («La môme vert de gris», 1953) του Μπερνάρ Μπορντερί, «Ενας επικίνδυνος άνθρωπος» («Cet homme est dangereux», 1953) του Ζαν Σασά, «Αριστοκράτισσα γκανγκστερίνα» («Les femmes s’en balancent», 1954) του Μπ. Μπορντερί, «Ο καπετάν φασαρίας» («Vous pigez?», 1955) του Πιέρ Σεβαλιέ και οι «Η επιστροφή του Λέιμι Κόσιον» («Comment qu’elle est!», 1960), «Σάρκα, πιστόλι και σατανάς» («Lemmy pour les dames», 1962) και «Ο Εντι σε μυστική αποστολή» («À toi de faire… mignonne», 1963), όλες σε σκηνοθεσία Μπορντερί.
Αμερικανοθρεμένος Γάλλος, ο Κονσταντέν δεν μπόρεσε ποτέ να γίνει ο τραγουδιστής που ήθελε αλλά χάρη στη βοήθεια της Εντίθ Πιάφ που τον πρόσεξε ως τραγουδιστή στα Παριζιάνικα καμπαρέ, δοκιμάστηκε στο μιούζικαλ («La petite Lili») και αργότερα βρήκε τον δρόμο του στον χώρο της ηθοποιίας. Η Λέμι Κόσιον «εκδοχή» του Γκοντάρ περιλαμβάνει -εκτός από τα ήδη γνωστά στο γαλλικό κοινό- αναφορές σε όλη τη γκάμα των ηρώων της μαζικής κουλτούρας: Ο Ντικ Τρέισι, ο Τζέιμς Μποντ και ο Φλας Γκόρντον είναι μερικοί ήρωες της ποπ κουλτούρας που αφήνουν το αποτύπωμά τους στην ταινία του Γκοντάρ.