«Σε όλη μου την καριέρα έκανα καινούργια ταξίδια» λέει η Σάρα Μάιλς. «Κι αυτό που θα κάνω σήμερα στην Πάτμο, ένα ταξίδι είναι». Η βρετανίδα ηθοποιός, γλυκιά και επικοινωνιακή, κάθεται μπροστά μου στην πολυθρόνα του πολυτελούς διαμερίσματος της Βασιλέως Κωνσταντίνου, ακριβώς απέναντι από το Μέγαρο Μαξίμου. Είναι Πέμπτη 27 Μαρτίου απόγευμα και η διάθεσή της δείχνει καλή. Φοράει τζιν παντελόνι, μια ροζ-μπεζ μπλούζα και σομόν φουλάρι. Και φυσικά πίνει τσάι.
Στην Πάτμο η Σάρα Μάιλς θα γυρίσει ταινία, συμμετέχει στην πρώτη μεγάλου μήκους μυθοπλασία της Αντζελας Ισμαήλου, «Ιντερλούδιο – Η πόλη μιας νεκρής γυναίκας». Η λέξη «επιστροφή» δεν θα μπορούσε να ταιριάξει περισσότερο απ’ όσο στην περίπτωσή της. Η Μάιλς, ένα μεγάλο όνομα των δεκαετιών 1960, 1970 με τίτλους όπως οι «Υπηρέτης», «Blow up» και «Κόρη του Ράιαν» στη φιλμογραφία της, έχει να παίξει στο σινεμά από το 2004. Στην πραγματικότητα όμως είχε η ίδια δώσει τέρμα στην καριέρα της ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1970. Και ο λόγος που την ώθησε σε αυτή την απόφαση είναι που κάνει την ιστορία της τόσο πολύ ενδιαφέρουσα.
Ολα άρχισαν στα γυρίσματα μιας ταινίας της με τον Κρις Κριστόφερσον ονόματι «Οι αμαρτωλές μέρες ενός ξένου» που γυριζόταν στο Ντάρμουθ. «Ηταν μια εποχή που περνούσα την πιο αντιθρησκευτική περίοδό μου» θυμάται. Κορόιδευε καθετί που σχετιζόταν με τη θρησκεία. «Και ξαφνικά με «χτύπησε» μια τρομερή επιφοίτηση».
Βυθίστηκα στη σιωπή


Η Μάιλς μιλάει για μια εσωτερική «φωνή» η οποία την οδήγησε στην απόφαση να σταματήσει την καριέρα της. Ηταν μια ηχώ απροσδιορίστου φύλου και την ώθησε στο να αποσυρθεί από το σινεμά για να βυθιστεί στην σιωπή. «Δεν είχα καμία σχέση με τα ναρκωτικά ή το αλκοόλ, δεν χρειάστηκε να διαβάσω κανένα βιβλίο, δεν ζήτησα βοήθεια από κανέναν πνευματικό γκουρού και δεν ζήτησα ψυχοθεραπεία. Βυθίστηκα απλώς στη σιωπή». Αυτή η περίοδος της απόλυτης σιωπής υπήρξε μία από τις πιο σημαντικές της ζωής της. «Απεχθάνομαι τον όρο πνευματικό ταξίδι, προτιμώ να λέω ότι πήρα την ήσυχη διαδρομή».
Ο Θεός δεν χωρούσε στο περιβάλλον μέσα στο οποίο η Σάρα Μάιλς μεγάλωσε. Ο πατέρας της ήταν μέλος της Bloomsbury Set, μιας ομάδας διανοουμένων στις δεκαετίες του 1920, του 1930 και του 1940 (μέλος της και η Βιρτζίνια Γουλφ), όπου για να είσαι μέλος έπρεπε να είσαι άθεος και κομμουνιστής. Σήμερα δεν είναι άθεη, αν και δεν υποστηρίζει κάποια συγκεκριμένη θρησκεία. «Από την επιφοίτηση έμαθα ότι κάποια ανώτερη δύναμη υπάρχει. Κάποια στιγμή θα γίνει μεγάλη επανάσταση σε αυτόν τον τομέα». Και κομμουνίστρια; Υπήρξε ποτέ; «Δείχνει καλή στη θεωρία, όχι όμως και στην πράξη» απάντησε γελώντας η ηθοποιός.
Κατά τη διάρκεια αυτής της σιωπηλής περιπέτειας, η Σάρα Μάιλς στράφηκε προς το πλευρό του (επίσης άθεου) συζύγου της συγγραφέα Ρόμπερτ Μπολτ (1924-1995), τον οποίο μάλιστα παντρεύτηκε δύο φορές. Ο δις βραβευμένος με Οσκαρ Μπολτ («Δόκτωρ Ζιβάγκο», «Ενας άνθρωπος για όλες τις εποχές») είχε προσβληθεί από ισχυρότατο εγκεφαλικό και η Μάιλς στάθηκε δίπλα του. Εγινε η προστάτιδά του.

«Οταν σου έρχεται επιφοίτηση, κάτι πολύ παράξενο συμβαίνει μέσα σου»
λέει σήμερα, χωρίς να έχει μετανιώσει για τίποτε. «Φιλοδοξία, δόξα, επιτυχία, χρήμα, φήμη και όλα αυτά τα κολοκύθια εξαφανίζονται. Αποφασίζεις να υπηρετείς, και αυτό έκανα».
«Είμαι εργαλείο»


Επί μία 20ετία η Μάιλς αρνούνταν να μιλήσει για όλα αυτά και αν το κάνει σήμερα είναι επειδή εδώ και λίγα χρόνια άνοιξε ένα κέντρο θεραπείας στο σπίτι της στο Δυτικό Σάσεξ. «Πιστεύω πολύ στο ότι δεν μπορείς να έχεις ηρεμία χωρίς δικαιοσύνη. Και δεν μπορείς να έχεις δικαιοσύνη χωρίς να μοιράζεσαι. Συνεπώς έχω ανάγκη να κάνω αυτό που λέω». Η ίδια αποκαλεί τον εαυτό της «εργαλείο». Λέει ότι δεν κάνει τίποτε πέρα από το να είναι διαθέσιμη για τους άλλους. «Στο κάτω-κάτω η θεραπεία του πονοκεφάλου είναι κάτι πολύ πιο σημαντικό από το να κερδίζεις ένα Οσκαρ».
Η Σάρα Μάιλς έφτασε πολύ κοντά στα Οσκαρ μία φορά στη ζωή της, όταν το 1971 προτάθηκε για το Οσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου έχοντας παίξει στην «Κόρη του Ράιαν», το αριστούργημα του Ντέιβιντ Λιν. «Η υποψηφιότητα δεν σήμανε απολύτως τίποτε για μένα και εκείνη την εποχή ο θόρυβος για τα Οσκαρ δεν ήταν τόσο έντονος όσο σήμερα». Οι αναμνήσεις της άλλωστε από την εποχή των μεγάλων δραστηριοτήτων της ως ηθοποιού δεν είναι οι καλύτερες. «Οταν μου ήρθε η επιφοίτηση, είχα πια βαρεθεί τα χτυπήματα κάτω από τη μέση και τις πισώπλατες μαχαιριές. Τίποτε δεν είναι υγιές στο βασίλειο της Δανιμαρκίας» είπε χαρακτηριστικά, προτού συμπληρώσει άκρως παραστατικά το πώς η Γκρέτα Σκάτσι, συμπρωταγωνίστριά της στις «Παρεκτροπές» του Μάικλ Ράντφορντ φρόντισε να κοπεί «η ωραιότερη ερωτική σκηνή που έπαιξα ποτέ στο σινεμά!». Είναι μια σκηνή η οποία την έδειχνε να κάνει έρωτα με τον Τσαρλς Ντανς και κόπηκε διότι σύμφωνα με τη Μάιλς η Σκάτσι το απαίτησε από τον τότε εραστή της, Ράντφορντ. Χωρίς αυτά να σημαίνουν βέβαια ότι η Μάιλς νιώθει ανώτερη ή κατώτερη από τους συναδέλφους της. Για την ακρίβεια, η λέξη που χρησιμοποιεί είναι «ξένη». «Το να νιώθεις ξένη βέβαια, δεν είναι και τόσο όμορφο συναίσθημα».
Σεβαστή φυσικά η επιφοίτηση, αυτό δεν σημαίνει όμως ότι μπορεί να βάλει φαγητό στο τραπέζι. Η Μάιλς εξαφανίστηκε αλλά αναγκάστηκε να επανεμφανιστεί όταν τα έσοδά της τελείωσαν. «Το να είσαι θεραπεύτρια δεν φέρνει λεφτά στο σπίτι, επομένως έπρεπε να πάω να δουλέψω. Τόσο απλά».
Οταν η Σάρα Μάιλς ήταν 18-19 ετών, πήρε έναν όρκο, τον οποίο έχει τηρήσει. «Τον έχω γράψει σε ένα χαρτί και τον τηρώ ακόμη» είπε. «Ποτέ δεν θα παίξω σε μια ταινία ειδικών εφέ, ποτέ δεν θα συνδέσω τον εαυτό μου με ένα προϊόν και ποτέ δεν θα κάνω μια βίαιη ταινία. Το τίμημα αυτού του όρκου είναι ότι δέχομαι πολύ λίγα σενάρια». Η Μάιλς γελάει. «Εσκαψα βαθύ λάκκο για τον εαυτό μου αλλά κράτησα τον όρκο μου».
H Αποκάλυψη


Ενα από αυτά τα σενάρια ήταν της Αντζελας Ισμαήλου για την ταινία «Ιντερλούδιο – Η πόλη μιας νεκρής γυναίκας». Η ιστορία έχει ως επίκεντρο το Μοναστήρι της Αποκάλυψης, όπου ορισμένοι άνθρωποι, κάποιοι πιο κοντά και κάποιοι πιο μακριά από τη θρησκεία (ή έστω από οποιαδήποτε μορφή πίστης), θα έρθουν πιο κοντά, θα συγκρουστούν και θα ανακαλύψουν τη δική τους αλήθεια κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Η ίδια η Ισμαήλου υποδύεται την κεντρική ηρωίδα Δάφνη, ενώ δίπλα της πρωταγωνιστούν διεθνούς φήμης ηθοποιοί όπως ο Μπέρναρντ Χιλ, αλλά και πολύ αξιόλογοι Ελληνες (Ρούλα Πατεράκη, Γιάννης Βόγλης κ.ά.). «Ενα σενάριο σαν κι αυτό ήταν φυσικό να αγγίξει την καρδιά μου» συνέχισε η Μάιλς που περίμενε με ενθουσιασμό την επίσκεψή της στο νησί, το οποίο κατατάσσει στα σημεία του κόσμου που αναδίδουν ενέργεια. «Τρελαίνομαι για την ενέργεια, την αναζητώ σε όλον τον κόσμο» είπε. «Γιατί παραμένω σε αυτό το σιωπηλό ταξίδι μου. Είμαι μια τζάνκι της ενέργειας. Γιατί η ηχώ που με καθοδηγεί παραμένει μέσα μου. Και η Πάτμος είναι ένα νησί που ανέκαθεν έβγαζε συναισθήματα απερίγραπτα».
Η συνεργασία της Μάιλς με την Ισμαήλου σηματοδοτεί την πρώτη επαγγελματική δραστηριότητα της ηθοποιού στη χώρα μας, την οποία όμως φαίνεται να γνωρίζει πολύ καλά. Ενας αδελφός της ζούσε στον «πάτο» της Πελοποννήσου, όπως αποκαλεί το νότιο άκρο της, ενώ ένας άλλος αδελφός της ζούσε για χρόνια στα Χανιά. «Ομορφες μέρες με τα αδέλφια μου στην Ελλάδα, πολύ όμορφες» είπε η Μάιλς με ένα χαμόγελο νοσταλγίας. «Αλλά σε εντελώς διαφορετικές εποχές». Σήμερα ακούει στις ειδήσεις τα όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα και στενοχωριέται. «Ενας τόσο σπουδαίος λαός [να συμπεριφέρεται] τόσο ανόητα. Το μόνο που είχατε να κάνετε ήταν να με ρωτήσετε προτού μπείτε σε αυτή την ευρωπαϊκή χαβούζα! Τι λάθος! Για ποιον λόγο να μπείτε σε αυτή τη διαδικασία;».
Σε ό,τι αφορά το στοιχείο της βίας στον κινηματογράφο, η Σάρα Μάιλς συμφωνεί ότι η βία πολλές φορές μπορεί να είναι εσωτερική, κρυμμένη κάτω από την επιφάνεια στις ψυχές των ηρώων. Αυτό που δεν της αρέσει είναι η εκμετάλλευση της βίας. «Αυτό έχει παραγίνει ενοχλητικό και χωρίς να λέω ότι έχω δίκιο ή άδικο, προσπαθώ να το αποφύγω». Και η βία στον κόσμο; «Νομίζω ότι έχει έρθει πια η ώρα για τα αγοράκια να κρύψουν τα παιχνιδάκια τους που τόσο πολύ τα λατρεύουν. Αλλά είναι δύσκολο».

Ο μεγαλομανής Αντονιόνι
Αναμνήσεις από το «Blow up» και γιατί η Σάρα Μάιλς εγκατέλειψε την ταινία με το «έτσι θέλω»:
«Αν παρακολουθήσετε ξανά το «Blow up» θα δείτε ότι είμαι εκεί και ξαφνικά… δεν είμαι. Δεν υπήρχε σενάριο. Δεν υπήρχε τίποτε πέρα από αυτόν τον τιτάνιο εγωκεντρικό μεγαλομανή ονόματι Αντονιόνι. Ο οποίος ήθελε να τον αποκαλούμε Μικελάντζελο (η Μάιλς μιμείται τον Αντονιόνι στην ομιλία). Δεν καταδεχόταν να τρώει μ’ εμάς τους πληβείους, δεν μας μιλούσε καν. Δεν είχα ιδέα για το τι γυρίζαμε. Κανείς δεν είχε. Δεν ήξερα ποιος ήταν ο Ντέιβιντ Χέμινγκς στην ταινία. Μια μέρα βρίσκομαι στο σετ και ο Αντονιόνι μου ζητεί να βγάλω τα ρούχα μου και να πέσω στο κρεβάτι. «Και μετά;» τον ρωτώ. «Θα σου πω αργότερα» μου λέει. Βρίσκομαι λοιπόν εντελώς γυμνή και ντρέπομαι. Δεν υπάρχει σενάριο για να καλυφτώ, υπάρχει μόνον αυτός ο άνθρωπος που επιμένει να τον αποκαλούν Μικελάντζελο. Οπότε ξαφνικά έρχεται ένας άλλος ηθοποιός και ο Αντονιόνι του ζητεί να γδυθεί και να πέσει πάνω μου. Χωρίς να μας συστήσει. Αρχίζω λοιπόν να σκέφτομαι ότι «εδώ πέρα μ’ εκμεταλλεύονται». Στη συνέχεια ο Αντονιόνι μας είπε ότι θα κινηματογραφήσει τις πρόβες ενώ ο Ντέιβιντ Χέμινγκς θα μας παρακολουθεί. Ολα γίνονταν πολύ γρήγορα. Ηταν παμπόνηρος. Και το γύρισε. Οταν μας είπε να το ξαναγυρίσουμε του ζήτησα να μου εξηγήσει τι συμβαίνει. «Τι είναι ο Ντέιβιντ Χέμινγκς με τον οποίο δουλεύω έξι εβδομάδες;» τον ρώτησα. «Είναι ο σύζυγός μου; Ο εραστής μου; Ποιος είναι;». Και ο Αντονιόνι απάντησε: «Μα, Σάρα, δεν έχει σημασία». Οπότε του είπα: «Μικελάντζελο, αν αυτό δεν έχει σημασία, τότε τίποτε δεν έχει σημασία». Σηκώθηκα, φόρεσα το ρούχα μου και έφυγα από την ταινία».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ