Δύσκολη περίπτωση αυτή της Κασσάνδρα Γουίλσον. Οχι στην ακρόασή της, αφού η βαθιά, ζεστή κοντράλτο φωνή της και οι κομψές ενορχηστρώσεις των τραγουδιών της δεν αφήνουν περιθώρια αμφισβήτησης στους φίλους της μουσικής, και μόνο να την αγαπήσουν μπορούν. Δύσκολη γιατί δεν μπορείς να την κατατάξεις, δεν επιτρέπει η ίδια να τη βάλεις σε κάποιο συγκεκριμένο καλούπι, και αυτό έκανε από μικρή, όταν άφηνε το πιάνο για το κλαρινέτο και αυτό για το τραγούδι. Είναι αυτός ο ζεστός φολκ ήχος της που σε κερδίζει την ίδια ώρα που αναμετρείται εγκεφαλικά με τον ακροατή χάριν των τζαζ ενορχηστρώσεών της.
Η Κασσάνδρα Γουίλσον, αγαπημένη στο ελληνικό κοινό που την έχει γνωρίσει κυρίως από τις εμφανίσεις της στο Sani Festival, είναι πραγματικά ένας θησαυρός γνώσης γιατί κοντά της και δίπλα στα υπέροχα άλμπουμ της γνωρίζει κανείς την εξέλιξη της τζαζ καθώς θεωρείται –και δικαίως –η διάδοχος της Μπέτι Κάρτερ και της Αμπεϊ Λίνκολν, την ίδια ώρα που δίνει άλλη διάσταση στο έργο του Μάιλς Ντέιβις αλλά και διασκευάζει μοναδικά εξαιρετικά ποπ ή ροκ τραγούδια όπως το «Love Is Blindness» των U2, το «Harvest Moon» του Νιλ Γιανγκ ή το «Fragile» του Στινγκ. Μεγαλωμένη σε ένα σπίτι του Νότου, άκουγε μουσική από τον κιθαρίστα πατέρα της και διάβαζε από τη δασκάλα μητέρα της. Σε ένα σπίτι όπου ο Μάιλς Ντέιβις είχε τιμητική θέση στο πικάπ, ήταν λογικό επόμενο τα γούστα της να κινηθούν σε υψηλό επίπεδο τα χρόνια που ακολούθησαν.
Καθοριστικό ρόλο στην πορεία της και στην καριέρα της έπαιξε η ελευθερία που της έδωσε ο πατέρας της όταν του ζήτησε να της κάνει μαθήματα κιθάρας και εκείνος της πρότεινε να την ανακαλύψει μόνη της μέσα από τη μέθοδο Mel Bay. H ικανότητά της να εκτείνει και να κάμπτει την ένταση, να επιμηκύνει τις συλλαβές, να διαχειρίζεται τον τόνο, το χρώμα, από το βάθος ως την επιφάνεια, οφείλεται στα πρώτα χρόνια της καριέρας της, οπότε μαθήτεψε δίπλα στον σαξοφωνίστα Στιβ Κόλμαν και στο συγκρότημά του M-Base, καθώς και στο πέρασμά της από το αβανγκάρντ σχήμα New Air.
Οι πρώτες ηχογραφήσεις της περιείχαν όλους αυτούς τους πειραματισμούς και στον ήχο και στη φωνή της και έπρεπε να έρθει το ντεμπούτο της για την Blue Note «Blue Light ’til Dawn» το 1993, όπου πραγματικά μαγεύει κοινό και κριτικούς με τον συνδυασμό μπλουζ, ποπ, τζαζ, έθνικ και κάντρι-φολκ. Η ερμηνεία της στο «Black Crow» της Τζόνι Μίτσελ, μοναδική. Με το «New Moon Daughter» το 1996 κερδίζει το βραβείο Γκράμι και με το αφιέρωμά της στον Μάιλς Ντέιβις και το «Traveling Miles» κερδίζει και τους πιο δύσπιστους. Τελευταίες εξαιρετικές δουλειές της τα «Silver Pony» και «Another Country», που θα παρουσιάσει και στις εμφανίσεις της στο Gazarte στις 5 και 6 Απριλίου.
Θεωρείτε τον εαυτό σας τζαζ τραγουδίστρια ή όχι και γιατί;


«Είμαι μουσικός και τραγουδίστρια με ειδικότητα στην τζαζ μουσική!».
Ποια είναι η βασική παράμετρος για να επιλέξετε ένα τραγούδι;


«Προτιμώ να λέω ότι με επιλέγει εκείνο. Ξεμένει στην καρδιά και στο μυαλό μου».
Ηταν δύσκολη υπόθεση να επιλέξετε υλικό του Μάιλς Ντέιβις όταν ηχογραφήσατε το «Traveling Miles»;


«Οχι, γιατί ήμουν μαθήτρια της δουλειάς του από την ηλικία των πέντε ετών. Αντηχούσαν πάντα στο μυαλό μου κάποιες από τις συνθέσεις του».
Τι σας ώθησε να φτιάξετε κάτι τόσο ποιητικό και προσωπικό όπως το άλμπουμ σας «Another Country»;


«Η κιθάρα αποτέλεσε τη βασική έμπνευση. Ο Φαμπρίτσιο Σόλτι και εγώ μοιραζόμαστε την ίδια αγάπη για αυτό το απίθανο όργανο».
Εχετε πει ότι το «Sketches of Spain» (Μάιλς Ντέιβις) ακουγόταν στο σπίτι σας όταν ήσασταν παιδί. Το ακούμε στη μουσική σας;
«Το «Sketches of Spain» απεικονίζει τη συμβολή στυλ και προσεγγίσεων για να φτιάξεις μουσική. Μπορεί να μην είναι εμφανείς οι αναφορές του στη δουλειά μου, το modus operandi του όμως έχει πολλά κοινά στοιχεία με το δικό μου».

Είναι πιο εύκολο να διασκευάσετε ένα ροκ ή ποπ τραγούδι από ένα τζαζ standard;
«Το καθένα αποτελεί μια μοναδική πρόκληση. Ενώ τα γνωστά τζαζ τραγούδια έχουν ήδη ένα συγκεκριμένο στίγμα στην αρμονία, τα ροκ ή ποπ τραγούδια είναι πιο απλά και πιο ανοικτά σε εναλλακτική αρμονία, άρα και στη διασκευή τους».

Πότε συνειδητοποιήσατε ότι το τραγούδι θα είναι η καριέρα σας;
«Κατάλαβα ότι αυτό είναι το πάθος μου σε ηλικία 19 ετών».
Τι κοινό έχετε με τις τραγουδίστριες-μύθους της τζαζ;
«Αρκετά, πιστεύω!».

Είστε από το Μισισίπι και φαντάζομαι ότι έχετε ακούσει πολύ μπλουζ από μικρή…
«Το Μισισίπι είναι γενέτειρα των μπλουζ και είναι λογικό να έχω ακούσει πολύ μπλουζ μεγαλώνοντας. Μεγάλωσα στο Τζάκσον, μόλις 180 χιλιόμετρα από τη Νέα Ορλεάνη. Η κουλτούρα με την οποία μεγάλωσα ήταν κατά κάποιον τρόπο επέκταση αυτού που βρίσκεις στη Νέα Ορλεάνη. Δεν μπορείς να έχεις τζαζ χωρίς τα μπλουζ».
Εχετε επαφή με τις νέες τεχνολογίες;
«Τη λατρεύω την τεχνολογία. Είμαι εσωστρεφής σπασίκλας».
Τι ακούτε αυτές τις ημέρες; Τι θα παίξετε στην Ελλάδα;
«Μερικά παλιά, μερικά νέα, κάτι δανεικό, κάτι λυπημένο… Οσο για τις εμφανίσεις μου στην Αθήνα, «τα ίδια πράγματα που φορά μια νύφη στον γάμο της»».
Τι θυμάστε περισσότερο από την Ελλάδα;
«Λάτρευα να περπατώ στην Παλιά Αγορά στη Θεσσαλονίκη. Πραγματικά μπορούσα να αισθανθώ την ιστορία και την κουλτούρα της».

πότε & πού:
5&6 Απριλίου 2014 Gazarte, Βουτάδων 32-34, Γκάζι.Σάββατο 22.00, Κυριακή 21.00.Τιμές εισιτηρίων Προπώληση: A’ ζώνη: 55€ | Β’ ζώνη: 40€ | Ορθιοι: 20€. Ταμείο: A’ ζώνη: 60€ | Β’ ζώνη: 45€ | Ορθιοι: 25€.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ