Αν σε κάτι δείχνουν να συμφωνούν όλοι όσοι ακούν ροκ μουσική αυτές τις μέρες είναι στον Μπρους Σπρίνγκστιν. Μέσα στην παραζάλη των διαφόρων υβριδίων που κατακλύζουν τη μουσική τού σήμερα, ο Μπρους φαντάζει ως σταθερή αξία και, γιατί όχι, συνδετικός κρίκος. Το «Αφεντικό» δείχνει να βιώνει μία δεύτερη άνοιξη στην καριέρα του καθώς κάθε νέα κυκλοφορία του πέραν του ότι κινείται πάντα στα ίδια υψηλά ποιοτικά standards αντιμετωπίζεται και ως επιστροφή στην κορυφή. Αυτό κυρίως συμβαίνει από το 2002 και το άλμπουμ του «The Rising» και ακριβώς το ίδιο συμβαίνει και εφέτος με το «High Hopes», ακόμη κι αν αυτό δεν περιέχει αποκλειστικά νέο, πρωτότυπο υλικό.
Με το «High Hopes» επιστρέφει «χρέη» και επιρροές σε αγαπημένα ακούσματα. Μεγάλη έμπνευση στάθηκε ο νέος συνεργάτης του, ο κιθαρίστας των Rage Against The Machine, Τομ Μορέλο.
Το «Just Like Fire Would» για παράδειγμα είναι ένα τραγούδι από το αγαπημένο του αυστραλέζικο πρωτο-πάνκ συγκρότημα Saints. Η άλλη σπουδαία στιγμή –και μάλλον αναπάντεχη –είναι η διασκευή στο τραγούδι του ανατρεπτικού νεοϋορκέζικου ντουέτου Suicide, στη σύνθεσή τους «Dream Baby Dream», και έτσι υπάρχει η πιθανότητα να σπάσουν τα όρια του καλτ περιγύρου όπου σταθερά επί δεκαετίες βρίσκονται. Το ίδιο ισχύει και για το ομώνυμο τραγούδι που έχει ήδη δει το φως της κυκλοφορίας και ανήκει στον φολκ μπλούζμαν Τιμ Σκοτ Μακ Κόνελ. Τρία από τα τραγούδια έχουν παρουσιαστεί είτε σε συναυλίες του είτε σε προηγούμενα άλμπουμ όπως είναι τα «The Ghost Of Tom Joad», «American Skin (41 Shots)» και «The Wall». Το τελευταίο είναι ένα τραγούδι που έγραψε έπειτα από κοινή επίσκεψη με την Πάτι Σμιθ στο Μνημείο των Πεσόντων στο Βιετνάμ στην Ουάσιγκτον και είναι αφιερωμένο στον ρόκερ Γουόλτερ Σιτζόν που έχασε τη ζωή του στον πόλεμο. «Πιστεύω», λέει ο Σπρίνγκστιν, «ότι πρόκειται για μερικές από τις καλύτερες συνθέσεις μου και αξίζουν μια αξιοπρεπέστερη στούντιο ηχογράφηση». Τα υπόλοιπα είναι τραγούδια που ηχογράφησε με την περίφημη E Street Band στην επανασύνδεσή τους το 1999, όπου συμμετέχουν και οι Ντάνι Φεντερίτσι και Κλάρενς Κλέμονς που έχουν πεθάνει.

1975
Born to run
Το άλμπουμ που έβαλε τον Σπρίνγκστιν στον κόσμο των εκλεκτών της ροκ μουσικής και εκείνο με το οποίο απέδειξε σε όσους είχαν ακόμη αμφιβολίες ότι δεν ήταν ένας ακόμη αντιγραφέας του Μπομπ Ντίλαν αλλά ένας σοβαρός δημιουργός, ξεχωριστός, στον οποίο ανήκε το μέλλον, όπως και έγινε. Τη δεύτερη εβδομάδα της κυκλοφορίας του έγινε χρυσό στις ΗΠΑ και ο ίδιος ταυτόχρονα εξώφυλλο στο «Time» και στο «Newsweek». Είχαν προηγηθεί τα «Greetings From The Assbury Park, N.J.» και «Wild, The Innocent & The E Street Shuffle», εξαιρετικές δουλειές, από τις οποίες όμως απουσίαζε ο ήχος που θα καθιέρωνε το Αφεντικό τα χρόνια που έρχονταν. Και κυρίως μιλώ για κομμάτια όπως το «Thunder Road» και φυσικά το ίδιο το «Born To Run», σήμα κατατεθέν στις συναυλίες του με την περίφημη E Street Band. Εκτοτε κοσμεί πάντα τις λίστες με τα καλύτερα άλμπουμ όλων των εποχών.

1978
Darkness on the edge of town
Τρία χρόνια μετά, και με τις γνωστές τετράωρες εμφανίσεις του στο πλαίσιο των ατελείωτων περιοδειών του και με μία εξουθενωτική δικαστική διαμάχη με τον ατζέντη του, το «Αφεντικό» επιστρέφει με αυτό το αριστούργημα, κατά πολλούς το καλύτερο άλμπουμ που ηχογράφησε. Το «Darkness On The Edge Of Town» δείχνει σαφή αλλαγή πλεύσης, τόσο μουσικά όσο και στιχουργικά, με κεντρικό πυρήνα του την αμερικανική εργατική τάξη. Σκοτεινό άλμπουμ τόσο γιατί ο ίδιος επέλεξε έξι από τα τραγούδια να περιέχουν τις λέξεις darkness και dark ενώ τα εννέα τη λέξη night, όσο και στην ουσία της στιχουργικής του και στον ήχο.
1980
The river
Χωρίς αμφιβολία ένα από τα σπουδαιότερα άλμπουμ όλων των εποχών. Διπλό βινύλιο εκείνη την εποχή, χορταστικό αφού περιείχε όλα τα κλισέ της ροκ μυθολογίας. Ενα εξαιρετικό χιτ όπως το «Hungry Heart», μία σπαρακτική μπαλάντα όπως το υπέροχο ομώνυμο τραγούδι που έγραψε για τον γαμπρό του όταν έμεινε άνεργος και την αδελφή του, και τα υπόλοιπα τραγούδια κοντά στη θεματολογία του Darkness αφού ήθελε να κρατήσει το ύφος και τους χαρακτήρες της άλλης πλευράς της αμερικανικής κοινωνίας, όχι εκείνης που λάνσαρε το Χόλιγουντ, όπως ο ίδιος ανέφερε τότε. «Το ροκ αναφέρεται πολύ συχνά στις ευτυχισμένες πλευρές της ζωής, αλλά το ροκ επίσης καταπιάνεται με τη σκληρότητα, την παγωνιά και τη μοναξιά…».
1984
Born in the U.S.A.
Σεντόνια έχουν γραφτεί για αυτό το άλμπουμ, το έβδομο στην καριέρα του Μπρους Σπρίνγκστιν και αυτό που τον έκανε ένα από τα μεγαλύτερα αστέρια στην ιστορία της ροκ μουσικής. Επτά από τα δώδεκα τραγούδια του μπήκαν στο τοπ τεν των αμερικανικών τσαρτς, επίτευγμα που έχουν καταφέρει μέχρι σήμερα μόνο ο Μάικλ Τζάκσον με το «Thriller» και η Τζάνετ Τζάκσον με το «Rhythm Nation 1814». Παρεξηγημένο την εποχή που κυκλοφόρησε από πολλούς που πίστευαν ότι συνέπλεε με την ψευδή εικόνα για το αμερικανικό όνειρο που προωθούσε η κυβέρνηση Ρίγκαν, ενώ ο Σπρίγκστιν μέσω των στίχων του ακριβώς αυτό καυτηρίαζε, ότι δηλαδή για τον μέσο Αμερικανό το αμερικανικό όνειρο ήταν όνειρο απατηλό και ιδιαίτερα για εκείνον που είχε γυρίσει δαφνοστεφανωμένος από πολέμους όπως εκείνος του Βιετνάμ για να ξεχαστεί λίγο αργότερα. Η φωτογραφία δε της Αν Λίμποβιτς με τα οπίσθια του ίδιου με φόντο την αμερικανική σημαία έγινε σύμβολο της δεκαετίας του ’80.
2002
The rising
H μεγάλη επιστροφή του Σπρίνγκστιν και η επανασύνδεσή του με την E Street Band έπειτα από 18 χρόνια. Επιστροφή στη μεγάλη θεματολογία, επηρεασμένος από τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 και με ήχο που πατά με το ένα πόδι στις παλιές δόξες και με το άλλο στο σήμερα, το «Αφεντικό» γράφει με μια αμεσότητα και έναν λυρισμό που σοκάρει, όπως συμβαίνει στα τραγούδια «Lonesome Day» και «My City Ruins». Εμπορικά έσκισε, κέρδισε ένα Γκράμι ως καλύτερο ροκ άλμπουμ της χρονιάς ενώ έχασε στην κατηγορία του άλμπουμ της χρονιάς από το ντεμπούτο της Νόρα Τζόουνς.
2006
We shall overcome the seeger sessions
Το μόνο άλμπουμ του Σπρίνγκστιν που δεν περιέχει δικό του υλικό καθώς δεν είναι κάτι άλλο από έναν φόρο τιμής στο ίνδαλμά του, τον φολκ ακτιβιστή Πιτ Σίγκερ. Ενα άλμπουμ εξαιρετικό αφού ο Σπρίνγκστιν χωρίς άγχος αγγίζει τα τραγούδια αυτά όχι μόνο με σεβασμό αλλά και με μια διάθεση για ζωή που είναι εμφανής από το πρώτο άκουσμα και το πολύ όμορφο «Old Dan Tucker», φυσικά το «O Mary Don’t You Weep» και το ομώνυμο τραγούδι. Το «We Shall Overcome: The Seeger Sessions» αποτελεί κλασική περίπτωση στη δισκογραφία σπουδαίων μουσικών που είτε έχουν μπλοκάρει είτε νιώθουν ότι δεν έχουν να αποδείξουν κάτι και κάνουν αυτό που τους ευχαριστεί χωρίς το άγχος της επιβεβαίωσης και στον Μπρους συνέβαινε το δεύτερο!

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ