Πρώτες και δεύτερες εκδόσεις μυθιστορημάτων του, κινηματογραφικά και τηλεοπτικά σενάρια, κασέτες με ηχογραφημένες ραδιοφωνικές εκπομπές του και βιντεοκασέτες με τηλεοπτικές εκπομπές, χειρόγραφα και δακτυλόγραφα, κριτικές, αρχείο με αποκόμματα εφημερίδων μιας 35ετίας, επιστολές και ζωγραφικά έργα που δημιουργήθηκαν για εξώφυλλα βιβλίων του δώρισε το 2012 στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη ο συγγραφέας Βαγγέλης Ραπτόπουλος, από τους εκπροσώπους της λεγόμενης πεζογραφικής γενιάς του 1980.

«Γέμιζαν δυο ντουλάπες στο σπίτι μου», είπε ο συγγραφέας της Αυτοκρατορικής μνήμης του αίματος, των Διοδίων, της Λούλας, του Εργένη, των Τζιτζικιών σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε με αφορμή το Αρχείο του, το βράδυ της Τρίτης 12 Νοεμβρίου, στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη με ομιλητές τους συγγραφείς Βασίλη Βασιλικό και Αλέξη Πανσέληνο και τον κριτικό Αλέξη Ζήρα.

Η εκδήλωση επικεντρώθηκε στην προσωπικότητα και στο έργο του ιδιοκτήτη του Αρχείου. Τα στοιχεία που θαυμάζει στον Ραπτόπουλο απαρίθμησε ο Βασίλης Βασιλικός ενώ ο Αλέξης Πανσέληνος και ο Αλέξης Ζήρας αναφέρθηκαν σε δύο από τα τελευταία βιβλία του, στην Πιο κρυφή πληγή (Ίκαρος, 2012) και στην Επινόηση της πραγματικότητας (Κέδρος, 2010) αντίστοιχα.

Την εξοικείωσή του με το Περιστέρι, τη γειτονιά του Ραπτόπουλου, μέσα από τα κείμενά του οφείλει στον νεότερο συγγραφέα ο Βασίλης Βασιλικός, αλλά και τα ενσταντανέ στον Ηλεκτρικό, γραμμένα με την οπτική της φωτογραφικής μηχανής. Μοιράζεται μαζί του την αμφιταλάντευση για όσα τους έλκουν και μαζί τους απωθούν όπως το Mall στο Μαρούσι, τη νοσταλγία για άλλες εποχές, την καταγγελία του χρήματος, τα πρότυπα από την αμερικάνικη λογοτεχνία και, όπως είπε χαριτολογώντας, το ότι είναι και οι δύο ετεροφυλόφιλοι και έχουν από μία κόρη που θα φροντίσει για την υστεροφημία τους όπως έκανε η Μαρίνα Καραγάτση για τον συγγραφέα του Γιούγκερμαν.

Για την ικανότητα του Ραπτόπουλου να συνδέει φαινομενικά ασύνδετα στοιχεία του μύθου πάνω σε έναν πολύ πειστικό πολιτικό και ψυχολογικό καμβά «δημιουργώντας έναν κόσμο που μας παρασύρει με την αμεσότητά του» μίλησε ο Αλέξης Πανσέληνος, που είπε ότι τα Τζιτζίκια και τα Διόδια τον μύησαν σε μια άγνωστη για εκείνον Αθήνα.

«Αν υπάρχει μια αυτοκαταστροφική —ευλογημένη, πάντως— τάση του Ραπτόπουλου σ’ αυτά τα πολυσέλιδα έργα του, αρχής γενομένης από την “Αυτοκρατορική μνήμη του αίματος”, τη βρίσκουμε εδώ ακριβώς: στο ότι από ένα σημείο και πέρα αυτές οι ανοικονόμητες συνθέσεις του, που αν είναι δυνατόν να τα χωρέσουν όλα, βάζουν τον μεγεθυντικό καθρέφτη της ρεαλιστικής τους μυθοπλασίας μπροστά σ’ ένα κοινό (αλίμονο, γυναικείο!) που διαβάζει για να δραπετεύει, και που, γι’ αυτό το λόγο, αρνείται κάθετα να βλέπει τον εαυτό του μαζί με άλλα δυσάρεστα απεικάσματα του νεοελληνικού βίου» κατέληξε μιλώντας για την Επινόηση ο Αλέξης Ζήρας.

Γεννημένος το 1959, ο Ραπτόπουλος ξεκίνησε να γράφει στα είκοσί του. Σήμερα τα εκδομένα βιβλία του ξεπερνούν τους είκοσι δύο τίτλους. Κάνοντας λόγο για τις σκοτεινές και επιθετικές πλευρές του έργου του και την έλξη του προς ψυχωσικούς χαρακτήρες που επιτρέπουν την εξερεύνηση ακραίων θεμάτων ο τιμώμενος εξήγησε πως δεν είναι αυτό που βλέπει κανείς μέσα στα βιβλία του και ότι είναι «ένας κανονικός άνθρωπος, που έχει το προνόμιο να κάνει μια δημιουργική εργασία, που έχει την ανάγκη να επινοεί ιστορίες και έχει πάθος με το γράψιμο».

«Το Αρχείο παραδόθηκε καλά ταξινομημένο και είναι επισκέψιμο», ανακοίνωσε η διευθύντρια της Γενναδείου Βιβλιοθήκης Μαρία Γεωργοπούλου. Χρονικές ρήτρες καλύπτουν το άνοιγμα της αλληλογραφίας του συγγραφέα με ζώντες ομοτέχνους του, τον Μένη Κουμανταρέα, τον Βασίλη Βασιλικό και άλλους. Εντυπωσιασμένος από τις άριστες συνθήκες φύλαξης και τη διαθεσιμότητα του υλικού δήλωσε ο συγγραφέας ο οποίος εξέφρασε την επιθυμία το Αρχείο να ψηφιοποιηθεί σύντομα.