«Οι Γάλλοι είναι οι πρωταθλητές των βασανιστηρίων» θεωρεί ο Ζαν Κριστόφ Γκρανζέ, συγγραφέας του αστυνομικού μυθιστορήματος «Ελέησόν με», που έχει γίνει μεγάλη εμπορική επιτυχία, όχι μόνο στην πατρίδα του, τη Γαλλία, αλλά και στην Ελλάδα (εκδόσεις Καλέντη). «Υστερα από τον πόλεμο της Αλγερίας οι εμπειρίες των γάλλων στρατιωτικών σε ό,τι αφορά τις μεθόδους βασανιστηρίων ήταν απίστευτες, με αποτέλεσμα πολλές χώρες να ζητούν από τη Γαλλία να στέλνει στρατιωτικούς καλά εκπαιδευμένους στα βασανιστήρια».
Στο «Ελέησόν με», του οποίου η κινηματογραφική μεταφορά σε σκηνοθεσία του Γαλλοαμερικανού Σιλβέν Γουάιτ είναι ήδη έτοιμη, ο συγγραφέας της τεράστιας επιτυχίας «Πορφυρά ποτάμια» καταπιάνεται πάλι με πολλά ζητήματα. Νεοναζιστές, γενετική, θανάσιμα πειράματα στο ανθρώπινο σώμα, κακοποίηση παιδιών, η σκοτεινή πλευρά της Εκκλησίας, ακόμη και η συμμετοχή των Γάλλων στο πραξικόπημα του Πινοτσέτ στη Χιλή! Στη μέση αυτού του τυφώνα δύο γάλλοι αστυνομικοί. Ο ένας, ο Κασντάν (Ζεράρ Ντεπαρντιέ) είναι συνταξιούχος, ομοφοβικός, ακροδεξιός αλλά δίκαιος. Ο άλλος, ο Βολοκίν, που στην ταινία ονομάζεται Σαλέκ (Τζόεϊ Σταρ), είναι ηρωινομανής. Πώς, αλήθεια, θα μπορούσε αυτό το ανορθόδοξο ντουέτο να φέρει αποτελέσματα;
Είναι κάτι σαν άλλη μία εκδοχή του Δον Κιχώτη και του Σάντσο Πάντσα, είχα πει στον Ζαν Κριστόφ Γκρανζέ όταν είχαμε μιλήσει τηλεφωνικώς για το μυθιστόρημά του. Και του είχε αρέσει η σύγκριση «γιατί όποτε γράφω σκέφτομαι τους ήρωές μου ως ιππότες από μιαν άλλη εποχή. Με άλογο και σπαθί, σε δάση με δράκους. Μόνο που το τέρας στο «Ελέησόν με» είναι κάτι περισσότερο από τον κακό δράκο του παραμυθιού. Είναι μια ιδέα. Στο όνομα μιας ιδέας που εξυπηρετεί το σχέδιό σου μπορείς να επαναφέρεις τον ναζισμό, μπορείς να αλλάξεις το ανθρώπινο γένος, μπορείς να κάνεις οτιδήποτε θέλεις. Και δύσκολα σκοτώνεις μια ιδέα».
Ενδιαφέρον στην ιστορία του «Ελέησόν με» προκαλεί το γεγονός ότι η «μασονική» κοινότητα που έχει την ευθύνη της τερατώδους ιδέας υπήρχε όντως στη Χιλή. Στη δεκαετία του 1980, όταν ο Ζαν Κριστόφ Γκρανζέ ήταν ακόμη ελεύθερος ρεπόρτερ, είχε λάβει μέρος σε μια μεγάλη έρευνα για μια κλειστή κοινότητα με έδρα τη Χιλή. Το αποτέλεσμα υπήρξε τρομακτικό. «Από τη μια πλευρά έβλεπες μια θρησκευτική κοινότητα όπου ο κόσμος ζούσε μια αγνή ζωή με γάμους, τραγούδια και πανηγύρια. Αλλά την ίδια στιγμή υπήρχε μια άλλη πλευρά, σκοτεινή, γεμάτη θανάτους και βασανιστήρια, απολυταρχία και παιδοφιλία».
Η κοινωνία της Χιλής την οποία ερεύνησε ο Γκρανζέ διαλύθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1980, όταν οι βασικοί «εγκέφαλοι» συνελήφθησαν. Ωστόσο ο επικεφαλής της κοινότητας, Γερμανός και πρώην ναζιστής, δεν συνελήφθη αμέσως καθώς τον προστάτευε η κυβέρνηση της Χιλής. Αυτό το φαινόμενο ήταν συχνό στις χώρες της Λατινικής Αμερικής: οι κυβερνήσεις προστάτευαν τους ναζιστές που είχαν βρει εκεί καταφύγιο. Ο επικεφαλής συνελήφθη μόλις πριν από μερικά χρόνια και ενώ είχε κλείσει πια τα 80. Σήμερα έχει πεθάνει. Το θέμα είναι ότι όλη αυτή η ιστορία σφραγίστηκε στο μυαλό του Ζαν Κριστόφ Γκρανζέ και έτσι κάποια στιγμή τη χρησιμοποίησε για το δικό του έργο μυθοπλασίας. Ωστόσο ξεκαθαρίζει ότι αυτή η κοινωνία δεν πέρασε ποτέ τον Ατλαντικό για να εγκατασταθεί στη Γαλλία, όπως φαίνεται στο βιβλίο του. Αυτό ήταν πέρα ως πέρα προϊόν φαντασίας.
Ο Γκρανζέ άλλωστε αναζητεί πάντοτε αληθινά γεγονότα για να στηρίζει τις ιστορίες του. Πιστεύει ότι η διαδικασία συλλογής των στοιχείων που πλάθουν μια ιστορία είναι εξίσου σημαντική με τη συγγραφή του βιβλίου. «Μου αρέσει πολύ να περιγράφω κάτι αληθινό μέσω της μυθοπλασίας, γιατί έτσι η μυθοπλασία γίνεται άλλοθι για να μιλήσεις για κάτι άλλο». Ενας άλλος λόγος είναι ότι χρειάζεται τις αληθινές λεπτομέρειες των περιστατικών ακριβώς επειδή γράφει μόνο μυθοπλασία. Μόνο έτσι μπορεί να πειστεί ο αναγνώστης.

Δημοσιεύτηκε στο HeliosPlus στις 26 Ιουλίου 2013

HeliosPlus