Συμπονώ πραγματικά τον Κώστα Τσόκλη. Ολόκληρη έκθεση έστησε στη Σπιναλόγκα για να μας υπενθυμίσει πως δεν μπορεί να γράφονται μόνο βιβλία για το νησί και να γυρίζονται ταινίες απολαμβάνοντας τα οφέλη της διεθνούς προβολής τους. Πρέπει και οι εικαστικές τέχνες να λάβουν μερίδιο. Διότι η Σπιναλόγκα, όσο να πεις, έχει «ψωμί» μπροστά της, που με τους κατάλληλους χειρισμούς μπορεί να εκτινάξει ονόματα, μαζί και τις τραπεζικές καταθέσεις. Αλλά ένας δημιουργός όπως ο Τσόκλης, με διεθνή φήμη και με έργο τεράστιο πίσω του, τι τα θέλει αυτά, μπορεί να αναρωτηθεί κάποιος (και εγώ μαζί). Τι να απαντήσω; Το γεγονός ότι επανέρχεται ξανά και ξανά για να επιβάλει το έργο του –έναν τεράστιο σταυρό από καθρέφτες –εκεί όπου ούτε το θέλουν ούτε κατά γενική ομολογία αρμόζει, ούτε καν του υποσχέθηκε κανείς (το αντίθετο ακριβώς), είναι κάτι που δύσκολα ερμηνεύεται. Είναι η αγάπη του δημιουργού για τα «παιδιά» του, που γι’ αυτόν είναι όλα ίδια, καλά και κακά; Είναι η αδυναμία του να τα αποχωριστεί; Είναι η δυσκολία του, εν τέλει, να αποδεχτεί μια άρνηση θεωρώντας ότι ένας καλλιτέχνης του μεγέθους του δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπίζεται όπως όλοι οι άλλοι; Ο,τι και να συμβαίνει, το αποτέλεσμα είναι θλιβερό.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ