Θα το ξαναπώ ότι οι νέοι Depeche Mode μου άρεσαν γιατί κυκλοφόρησαν ένα άλμπουμ με ωραία ολοκληρωμένα τραγούδια σε μία περίοδο που ακούμε σποραδικά μόνο ενδιαφέροντα πράγματα. Σε άλλη χρονική περίοδο μπορεί και να το προσπερνούσα. Αυτό συμβαίνει και με τη νέα κυκλοφορία του Ντεβέντρα Μπάνχαρντ που μου αρέσει γιατί είναι οικείος εκτός από καλός καλλιτέχνης, όμως η νέα δουλειά φυσικά και δεν συγκρίνεται με τις παλιότερες. Το ίδιο και οι Suede. Εξαίρεση φυσικά αποτελούν οι Yeah Yeah Yeahs που ωριμάζουν από άλμπουμ σε άλμπουμ εντυπωσιακά και δεν τίθεται θέμα συζήτησης για τον Τζέιμς Μπλέικ ο οποίος πιθανότατα κυκλοφόρησε ένα από τα πέντε καλύτερα άλμπουμ της χρονιάς.

James Blake: «Overgrown»

Republic

Αν θεωρήσουμε ως δεδομένο ότι η ποπ μουσική έχει ανάγκη να επαναπροσδιορίσει τον εαυτό της, ο Τζέιμς Μπλέικ αποτελεί χωρίς αμφιβολία την απόλυτη πρόταση προς αυτή την κατεύθυνση. Είμαι σίγουρος, παρά την αρκετά σημαντική εμπορική επιτυχία που έχει εισπράξει και κυρίως την σύσσωμη αποδοχή του μουσικού Τύπου, ότι ο Τζέιμς Μπλέικ δεν πρόκειται να γίνει σταρ με την παραδοσιακή έννοια. Ακόμη και αν αυτό το δεύτερο δύσκολο άλμπουμ είναι ακόμη καλύτερο από το ντεμπούτο του. Είναι και προφανώς θα παραμείνει ένας άγγελος-μεταφορέας των συναισθημάτων της πιο βαθιάς ενδοσκόπησής μας. Όπως λέει και ο ίδιος στο ομώνυμο τραγούδι του νέου άλμπουμ του «Δεν θέλω να γίνω σταρ / Αλλά μία πέτρα στην ακτή». Η επιδίωξη του νεαρού λονδρέζου για τον οποίο τόσα έχουν γραφτεί είναι να διατηρήσει την ύπαρξή του ζωντανή στην σύγχονη αβάντγκάρντια προκειμένου να μην κάνει συμβιβασμούς σε αυτό το ηλεκτρονικό, dupstep, γκόσπελ φανκ υβρίδιο με το οποίο καταπιάνεται. Ακόμη και οι συνεργασίες σε αυτό το δεύτερο άλμπουμ προς αυτήν την κατεύθυνση οδηγούν, όταν αυτές αφορούν τον RZA και τον Μπράιαν Ινο. Σπασμένες νότες από πιάνο που θα ζήλευε και ο Ντεμπυσί, ατελείωτες λούπες και κυρίως αυτή η φωνή με την οποία όποιος δεν συγκινηθεί καλύτερα να απευθυνθεί στον ψυχίατρό του. Διάσπαρτες ημιτετελείς μελωδίες, επιμελώς επιλεγμές σαν να έχει προηγηθεί το ντανταίστικό ψαλίδι του cut-up και ο Τζέιμς σαν ένας πειραγμένος από τον Σατί, Ααρον Νέβιλ, να τραγουδά για τις σκοτεινές πτυχές της ψυχής του (μας;)

9/10

Yeah Yeah Yeahs: «Mosquito»

Interscope

Η περίπτωση των Yeah Yeah Yeahs είναι ιδιαίτερη στην ανεξάρτητη ροκ σκηνή υπό την έννοια ότι δεν είναι ένα ακόμη συγκρότημα που έβγαλε ένα καλό πρώτο άλμπουμ, δυο-τρια σιγκλάκια και τέλος. Είναι η μπάντα που μπορεί σήμερα ένας πιτσιρικάς να ταυτιστεί γιατί καλύπτει όλες τις προυποθέσεις. Εχει κυκλοφορήσει με το «Mosquito», τέσσερα εξαιρετικά άλμπουμ, έχει ήχο, τραγούδια που μπορείς να ακούς και να χορεύεις σε ένα κλαμπ και μία τραγουδίστρια φωτιά και λάβρα.

Το «Mosquito» δε, νομίζω ότι είναι το άλμπουμ με το οποίο θα μπορούσε να τους γνωρίσει και αγαπήσει κανείς ακόμη και αν δεν έχει ακούσει ένα τραγούδι τους. Με άρτια παραγωγή που έχουν αναλάβει ο Ντέιβιντ Σίτεκ των TV On The Radio, ο Νικ Λόνεϊ και ο Τζέιμς Μέρφι είναι τόσο δυνατό και φρέσκο όσο οποιοδήποτε άλμπουμ ντεμπούτο του είδους. Δυνατές κιθάρες, ντραμς που κροταλίζουν, ηλεκτρονικά περάσματα που ανεβάζουν τη διάθεση στον ουρανό και φυσικά η Κάρεν Ο, αυτό το κορίτσι που την μια τρέμει σύγκορμη σαν άλλη PJ στο «These Paths» και την άλλη σου παγώνει την καρδιά όπως άλλοτε η Σούζι με την ερμηνεία στο «Slave». Το «Sacrilege» έχει κάθε λόγο να βρίσκεται στις λίστες με τα καλύτερα τραγούδια της χρονιάς.

8/10

Devendra Banhart: «Mala»

Nonesuch

Δεν γνωρίζω πως ακριβώς η σπουδαία συνθέτις, συγγραφέας, φιλόσοφος και Αγία του Μεσαίωνα Χίλντεγκαρντ του Μπίνγκεν έγινε ξάφνου της μόδας στον χώρο της ποπ, αφού ο Ντεβέντρα έρχεται λίγο μετά τον Ντέιμον Αλμπαρν να αφιερώσει μία ωδή σε αυτήν, όμως δεν μου κάνει καθόλου εντύπωση για τον πρώτο. Το πρώην freak-folk της τελευταίας δεκαετίας, έρχεται εξαγνισμένο-καθαρό-κουρεμένο και μία νέα αγαπητικιά υπό μάλης να μας παρουσιάσει τις μετα-φολκ συνθέσεις του εξαγνισμένος από το πολυτάραχο παρελθόν του. Δεν είναι τυχαίο που στο «Taurobolium» μας υπενθυμίζει ότι «Δεν μπορώ να κρατήσω τον εαυτό μου από το κακό» και κάπως έτσι τελικώς συμβαίνει γιατί παρά το clean look και τις ανάλαφρες τζαζ ή μπόσα νόβα πινελιές και τις φλαμένκο κιθάρες, ιδιάιτερο ρόλο παίζουν οι ντίσκο αναφορές, προσθέτει πλήκτρα απευθείας από τα 80ς και ηχογραφεί σε vintage χιπ-χοπ εξοπλισμό. Είναι ανήσυχος ο Ντεβέντρα όποιο στυλ ζωής και να ακολούθήσει και τραγούδια όπως τα «Daniel», «Mala» και «Never Seen Such Good Things» το αποδεικνύουν περίτρανα. Απλώς έχει φύγει η πρώτη έκπληξη από τόσο νωρίς. Μένει βεβαίως να μας συντροφεύει το φαλσέτο της φωνής του και οι ανορθόδοξες ποπ, τελικώς, συνθέσεις αυτού του καλού άλμπουμ.

7/10

Suede: «Bloodsports»

Suede Ltd

Αυτό και αν είναι επιστροφή! Το αγαπημένο μου συγκρότημα από τη δεκαετία του ’90 και γνήσια τέκνα του Μπάουι επιχειρούν το δύσκολο: να φωτίσουν εκ νέου την πρώτη και καλύτερη δισκογραφική περίοδό τους. Κομμάτι δύσκολο αλλά ευτυχώς όλες οι παράμετροι που μας ώθησαν να αγαπήσουμε τραγούδια όπως τα «Beautiful Ones», «Animal Nitrate», και «New Generation» είναι παρούσες: οι γκλαμ δυνατές αλλά μελωδικές κιθάρες, οι σπαραξικάρδιοι στίχοι και κυρίως η μελοδραματική ερμηνεία του Μπρετ Αντερσον. Δεν έχω αυταπάτες ότι μπορούν τα νέα τραγούδια να συναγωνιστούν τα παλιά μεγαλεία όμως, και αυτό είναι σημαντικό, με ένα μοναδικό τρόπο σε ωθούν να θέλεις πάλι να ακούσεις το παλιό ρεπερτόριο. Διόλου μικρό επίτευγμα όταν συνήθως συμβαίνει το αντίθετο. Σε παραγωγή του Εντ Μπούλερ που είχε και την ευθύνη για τρία πρώτα άλμπουμ, το «Bloodsports» διαθέτει τραγούδια όπως τα «Hit Me» και «Sometimes I Feel I’ll Float Away» που μπορούν να σταθούν με άνεση στα live του συγκροτήματος. Σαν ερωτική επιστολή από μία παλία αγάπη!

7/10