«Η δημιουργία είναι ζωή και η χαρά της δημιουργίας είναι η χαρά της ζωής. Και το νόημα της δημιουργίας είναι σχεδόν πάντα ταυτόσημο με το νόημα της ζωής».
O Ντίνος Κατσουρίδης, που έφυγε από τη ζωή τον Νοέμβριο του 2011, υπήρξε ο απόλυτος εργάτης στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου και ένας διακριτικός δημιουργός. Το βράδυ της Τετάρτης (6/2/13) παρουσιάστηκε η αυτοβιογραφία του με τίτλο «Αναζητώντας τον K» στον πολυχώρο των εκδόσεων Γαβριηλίδη στο Μοναστηράκι.
Σε αυτή δεν αφηγείται απλώς «τη ζωή ενός ανθρώπου που πέρασε εξήντα ολόκληρα χρόνια στα «χαρακώματα» του κινηματογράφου» αλλά και ιστορίες με τους μεγάλους πρωταγωνιστές της εποχής όπως επίσης όψεις και περιστατικά της δικής του προσωπικής πορείας. «Μισή ζωή κινηματογράφος, μισή έρωτας, και τα δυο μαζί έρωτας αξεδιάλυτος για τη ζωή» γράφει ο ίδιος που πρόλαβε να ολοκληρώσει αυτή τη μαρτυρία πριν πεθάνει.
Για το βιβλίο μίλησε ο συγγραφέας Πέτρος Μάρκαρης ενώ αποσπάσματα από την αυτοβιογραφία διάβασε η Δήμητρα Χατούπη. Ο συνεργάτης και φίλος του Μίμης Πλέσσας ερμήνευσε στο πιάνο μουσικά θέματα από ταινίες του Κατσουρίδη τις οποίες επένδυσε μουσικά ο ίδιος ενώ ο Γρηγόρης Ψαριανός έπαιξε γνωστά τραγούδια από την χρυσή περίοδο συνεργασίας «Ντίνος Κατσουρίδης –Φίνος Φιλμ».
«Οι τσέπες του Φίνου είχαν καβούρια» γράφει ο Κατσουρίδης που αναπλάθει με ανεπιτήδευτη γλώσσα –και σε τρίτο πρόσωπο κατά κύριο λόγο –μια ολόκληρη εποχή μεταφέροντάς μας στα άγνωστα παρασκήνιά της.
Για το βάπτισμα του πυρός
«Ο θείος του, Νίκος Κατσουρίδης, αδερφός του πατέρα του (που αραιά και πού τον χαρτζιλίκωνε με κάποιο διπλοσέλινο), ήταν γενικός διευθυντής του ενός από τους δυο κινηματογράφους που είχε η Λευκωσία (λεγόταν «Κινηματογράφος Παπαδοπούλου», ο άλλος είχε πιο φαντεζί όνομα, «Μαγικό Παλάτι»). Στον κινηματογράφο του θείου του, δίπλα στο ταμείο, υπήρχε μια σχεδόν κατακόρυφη ξύλινη σκάλα που σε πήγαινε κατευθείαν στο υπερώο. Από την τέταρτη τάξη και μετά, εκεί μπαινόβγαινε σχεδόν καθημερινά. Είχε κλείσει τα δεκάξι κι ένα βράδυ, απάνω εκεί στο υπερώο, έρχεται απρόσκλητη και κάθεται δίπλα του μια κοπελίτσα, ήταν δεν ήταν δεκαοχτώ χρόνων, και τον παρακάλεσε να της διαβάζει τα γράμματα γιατί εκείνη δεν ήξερε να διαβάζει».
«Κατάλαβε από τα κυπριακά που μιλούσε πως ήταν Τουρκοπούλα κι αυτός δεν είχε πρόβλημα να της εξηγεί για να παρακολουθεί τι γίνεται στο έργο. Ήταν μια πολεμική ταινία (ναζιστικά υποβρύχια εναντίον αμερικάνικων πλοίων) που μια εικόνα του κόλλησε στο μυαλό (το πηλήκιο του καπετάνιου ενός βυθισμένου αμερικανικού πλοίου που σε γκροπλάν επέπλεε στον ωκεανό) και που τριάντα σχεδόν χρόνια αργότερα τη μετέφερε αυτούσια στο «Τι έκανες στον πόλεμο, Θανάση» (το τσόφλι ενός αυγού να επιπλέει στον Κηφισό –κοίτα φίλε μου τι θυμήθηκα τώρα!). Όταν τέλειωσε η ταινία, είπε γεια και σηκώθηκε να φύγει αλλά η Τουρκοπούλα τον κράτησε από το χέρι».
Για τον Θανάση Βέγγο

«Να πω εδώ δυο λόγια για ένα απίστευτο χαρακτηριστικό του Βέγγου. Καταρχήν, υπάρχει ένας μύθος (που σε μεγάλο βαθμό τον έστησαν οι κριτικοί) ότι ο Βέγγος παίζει μονίμως τον εαυτό του και μάλιστα αυτοσχεδιαστικά. Ουδέν ψευδέστερον. Ο Θανάσης δούλευε σχεδόν εξαντλητικά κάθε πλάνο, άλλο αν κατάφερνε στο γύρισμα να δίνει την εντύπωση ότι αυτοσχεδιάζει και μπράβο του. Με τον Θανάση εγώ προσωπικά έκανα πάντως όσες πρόβες χρειαζόμουν μέχρι τη στιγμή που θα οριστικοποιούσαμε και την κίνηση και την εκφορά του λόγου και την εν γένει παρουσία του μέχρι την πιο μικρή λεπτομέρεια».
Για τον Κώστα Χατζηχρήστο
«Το σημειώνω παρεμπιπτόντως, αλλά ο Χατζηχρήστος ως άνθρωπος είχε ένα μεγάλο κουσούρι, που δεν μπορούσε κανείς να του το κόψει: Έβριζε τον κόσμο. Όταν κάναμε εξωτερικά γυρίσματα και μαζεύονταν διάφοροι αργόσχολοι να γελάσουν με τα τσαλίμια του, τους έβριζε, κυρίως τις γυναίκες:
«Άντε, κυρά μου, στο σπίτι σου να φτιάξεις και κάνα φαί στον άντρα σου» και άλλες πιο σοβαρές χοντράδες που δύσκολα μπορούν να καταγραφούν εδώ.
«Βρε Κώστα» του έλεγα «για σένα μαζεύονται, γιατί τους βρίζεις; Άσε τον Σταύρο τον Τσιώλη (που ήταν βοηθός σκηνοθέτη και γλυκός άνθρωπος) να τους συμμαζεύει και σταμάτα εσύ το βρισίδι».
Τίποτα εκείνος, δεν έχανε καμιά ευκαιρία να τους βρίζει, μερικές φορές μάλιστα τόσο χοντρά που είναι απορίας άξιο πώς δεν είχαμε σοβαρά παρατράγουδα. Μονομανία είχε ο άνθρωπος».
Για την Αλίκη Βουγιουκλάκη

«Η Αλίκη είχε πάθει κάποτε την πλάκα της όταν γύριζε το «Έρωτας στους αμμόλοφους», γιατί ο φωτογράφος πλατό άφησε να διαρρεύσουν (;) οι φωτογραφίες της γυμνής Αλίκης, που βρέθηκαν να κυκλοφορούν πακέτο με τις τσιχλόφουσκες σε όλη την Ελλάδα. Όχι ότι έπεσε η ζάχαρη στο νερό, αλλά θα προτιμούσε να τις… διαρρεύσει η ίδια και με τον δικό της τρόπο, για να πετύχει το μεγαλύτερο δυνατό αντιστάθμισμα δημοτικότητας».
Η έκδοση συνοδεύεται από ένα «προσάρτημα» που επιμελήθηκε ο ίδιος ο Κατσουρίδης με τις «μονταρισμένες» απόψεις φίλων και συνεργατών για το έργο του αλλά και συνεντεύξεις σε εφημερίδες και περιοδικά. Επιπροσθέτως παρατίθεται αναλυτικά η φιλμογραφία του και ένα πολυσέλιδο φωτογραφικό άλμπουμ με «στιγμές» από τη ζωή του.
Info

Αυτοβιογραφία
ΝΤΙΝΟΣ ΚΑΤΣΟΥΡΙΔΗΣ
Αναζητώντας τον «Κ»
Εκδόσεις Γαβριηλίδη, 2012, 396 σελ., τιμή 21 ευρώ