Στον πέμπτο όροφο του Sadler’s Wells, του ιστορικού θεάτρου στη συνοικία Ισλινγκτον του Λονδίνου. Ο χορευτής και χορογράφος Ακραμ Καν φθάνει με καθυστέρηση μιας ώρας στο ραντεβού μας. Ζητάει συγγνώμη. Ερχεται από τα προάστια, όπου κατοικεί, για λίγο καλύτερη ατμόσφαιρα για τον ίδιο αλλά κυρίως για το παιδί του. Φοράει μπορντό παντελόνι, φούτερ με κουκούλα, μοιάζει με σκέιτερ. Είναι ίσως ο πιο αναγνωρίσιμος χορευτής στη Βρετανία, ιδιαίτερα μετά τη συμμετοχή του στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Λονδίνου το περασμένο καλοκαίρι, στο θέαμα του Ντάνι Μπόιλ που θεωρήθηκε καλλιτεχνικό επίτευγμα.
Το προηγούμενο βράδυ στην κεντρική σκηνή του Sadler’s Wells έχουμε παρακολουθήσει το «Desh», ένα αυτοβιογραφικό one man show, όπου ο Ακραμ Καν, με τη βοήθεια του βίντεο ανιμέισον και της ψηφιακής τεχνολογίας, επιστρέφει στον γενέθλιο τόπο της οικογένειάς του, το Μπανγκλαντές, για να μιλήσει τελικά για την ταυτότητα και την πρωταρχική φύση του ανθρώπου, για το νερό και το χώμα.
Αποθεώνεται, όπως κάθε φορά που παρουσιάζει αυτό το θέαμα, από τότε που έγινε η παγκόσμια πρεμιέρα του, στις 15 Σεπτεμβρίου 2011, στο Λέστερ. Είναι η πρώτη φορά που χορεύει μόνος του στη σκηνή, αλλά αυτό το τόσο προσωπικό θέαμα δεν θα μπορούσε να το χορέψει κανείς άλλος ή δεν θα μπορούσε να το μοιραστεί με κανέναν άλλο, όπως έχει συμβεί στο παρελθόν σε άλλες χορογραφίες, με τον Σίντι Σερκαουί, τη Συλβί Γκιλέμ ή τη Ζυλιέτ Μπινός.
Στο «Desh», μέσα σε ένα ηχητικό φόντο από φυσικούς ήχους, δαιμονικά κορναρίσματα και την ευρηματική μουσική της Ζόσλιν Πουκ, όπου το «Αβε Μαρία» και το «Αλληλούια» ταιριάζουν απόλυτα με τις κλίμακες της ανατολικής μουσικής, ο Ακραμ Καν μετατρέπει το προσωπικό του ταξίδι σε αρχετυπικό μύθο. Τον είδα σαν επικό ήρωα, σαν Προμηθέα, και την επόμενη μέρα, στη συνάντησή μας, του το λέω. «Είμαι συνδεδεμένος με τη μυθολογία και τη διαβάζω με έναν προσωπικό τρόπο» απαντάει.
Εργο-ταυτότητα
Ο ίδιος έχει τους προσωπικούς μύθους του. Είναι τα ελληνικά γλυπτά. Είναι οι κακοί ήρωες, οι bad heroes. Είναι η Ματίλντα και ο Τζόνι Ντεπ. Είναι ο κόσμος του σινεμά και των κόμικς. Είναι ο Πίτερ Μπρουκ, ιδιαίτερα ο Μπρουκ της «Μαχαμπαράτα», αλλά και ο Ρομπέρ Λεπάζ, είναι ο Μπρους Λι, ίσως γιατί πιστεύει πως το σώμα μιλάει. Ο ίδιος είναι ταχύτατος στη σκηνή, με πολύ υψηλή τεχνική και φανερή μια εκπαίδευση που στηρίζεται σε οπτικά στοιχεία. Διαβάζει φιλοσοφία και μέσα από την όλη στάση του είναι ένας καλλιτέχνης διανοούμενος.
Αν τον ρωτήσεις τι θεωρεί τον εαυτό του, Βρετανό ή Μπανγκλαντεσιανό, απαντάει χωρίς δισταγμό «Βritish». Αναγνωρίζει ότι είναι δημιούργημα της βρετανικής πολυπολιτισμικής κοινωνίας, που είναι ανοιχτή και παίρνει ρίσκα. Επιμένει στο τελευταίο. Θεωρεί ότι σήμερα μόνο στη Βρετανία αναλαμβάνονται ρίσκα στον χώρο του πολιτισμού, ενώ άλλες κοινωνίες, όπως για παράδειγμα η Αμερική, επιστρέφουν σε συντηρητικές επιλογές από τον φόβο μήπως χάσουν χρήματα. Στο Λονδίνο το καταλαβαίνεις. Είναι και πάλι η μεγάλη διεθνής μητρόπολη. «Είμαι Βρετανός και στέκομαι σαν παρατηρητής απέναντι στην κουλτούρα καταγωγής της οικογένειάς μου».
Ο Ακραμ Καν γεννήθηκε στη Βρετανία και για χρόνια αρνιόταν να επισκεφθεί τη χώρα καταγωγής της οικογένειάς του. Την επισκέφθηκε πρόσφατα για τις ανάγκες του «Desh». Εμεινε εκεί δέκα ημέρες με τους συνεργάτες του, προσπαθώντας να συγκεντρώσουν όσο το δυνατόν περισσότερες πληροφορίες από τη φύση και τους ανθρώπους –πληροφορίες που μετατρέπονται σε ποίηση και οπτικές εικόνες στο «Desh».
Αμήχανος μπροστά σε αυτή την κουλτούρα με την οποία αρνιόταν επί χρόνια να συνδεθεί, ο Ακραμ Καν ήρθε αντιμέτωπος με τα νέα στερεότυπα. Μας λέει μια συγκλονιστική ιστορία. Σε ένα χωριό πλησιάζει για να μιλήσει και να καταγράψει στο iphone του ένα παιδί με γυμνά πόδια και εμφανώς πεινασμένο. Το παιδί, βλέποντας το iphone του Ακραμ, βγάζει κι αυτό από την τσέπη του το δικό του iphone. Η φτώχεια μαζί με την τεχνολογία, μια εικόνα συμβίωσης και ταυτόχρονα μια ιστορία επιβίωσης.
Με το «Desh» ο Ακραμ Καν συμφιλιώθηκε με την κουλτούρα των γονιών του, της μητέρας του αλλά και του πατέρα του. Και μέσω της δικής του αναγνώρισης ως βρετανού και διεθνούς καλλιτέχνη αναγνωρίστηκε και από την πολυάριθμη κοινότητα του Μπανγκλαντές στη Βρετανία. To «Desh» είναι η ταυτότητα του Ακραμ Καν. Αλλά είναι και η ταυτότητα όλων μας. Είναι η βαθύτερη ερώτηση του ποιοι είμαστε.

Λονδίνο, Μπανγκλαντές, Αθήνα
Θα γύριζε ποτέ στο Μπανγκλαντές ο Ακραμ Καν; Η ερώτηση είναι ευθεία και η απάντηση κατηγορηματική. «Δεν θα μπορούσα να ζήσω στο Μπανγκλαντές ή στην Ινδία γιατί απουσιάζουν οι υποδομές». Βρίσκει την ασιατική τέχνη του χορού naïve και την ινδική κουλτούρα πολύ μελοδραματική. Σε κάποια αποστροφή του λέει ότι δεν θα μπορούσε να ζήσει ούτε στην Ελλάδα ακριβώς για τον ίδιο λόγο, για την απουσία υποδομών στον χορό. Οσο κι αν δεν μας αρέσει η απάντησή του, μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε ποια είναι η κατάστασή μας σε αυτόν τον χώρο. Και σαν να θέλει να μετριάσει κάπως την απογοήτευσή μας, συμπληρώνει ότι μπορεί να μην έχουμε υποδομές, έχουμε όμως καλούς χορευτές με πολύ ταμπεραμέντο, όπως η Λίντα Καπετανέα ή ο Ηλίας Λαζαρίδης.
Ομολογεί ότι εμπνεύστηκε από την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 αλλά δεν γνωρίζει τον Δημήτρη Παπαϊωάννου. Εχει χορέψει στην Αθήνα και θυμάται με τρόμο το Ηρώδειο, όπου χόρεψε με τη Συλβί Γκιλέμ: τον φόβο που του προκάλεσε η μεγάλη κλίμακα του ρωμαϊκού ωδείου. Θεωρεί την Αθήνα complicated place αλλά επιστρέφει με χαρά για να χορέψει το «Desh» στη σκηνή της Στέγης.

πότε & πού:
Akram Khan Company, «Desh», Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών. Στις 5, 6, 7, 9 και 10/12.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ