Το κλίμα είχε διαμορφωθεί εδώ και μία δεκαετία. Η αυτοαναφορικότητα και ο ναρκισσισμός, έκφραση ενός νευρωτικού εκλεκτικισμού, καθιέρωσαν τη σύγχρονη αρχιτεκτονική ως μια δραστηριότητα μεμονωμένων προσωπικοτήτων και εκπληκτικών κτιριακών αντικειμένων. Ετσι προσλάμβαναν την αρχιτεκτονική και η κοινωνία και τα μέσα ενημέρωσης: ως ένα είδος διεθνούς πασαρέλας χωρικών σκηνογραφιών. Την ίδια στιγμή, άλλοι αρχιτέκτονες προβληματίζονταν για την πορεία της αρχιτεκτονικής στον νέο αιώνα, μετά το τέλος της αποδόμησης και όλων των -ισμών. Την απάντηση σε αυτή τη σύγκρουση δύο κόσμων και δύο αντιλήψεων την έδωσε ο αρχιτέκτονας σερ Ντέιβιντ Τσίπερφιλντ, διευθυντής της εφετινής Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής.
Ο Τσίπερφιλντ είναι Βρετανός, όπως και ο Ρίκι Μπάρντετ, ο μόνος διευθυντής της Μπιενάλε που τόλμησε, το 2006, να μετατοπίσει τη συζήτηση από το κυρίαρχο τότε πεδίο των αρχιστάρ στο ζήτημα της πόλης: κατά τα άλλα, η πρώτη δεκαετία τακτικής διετούς διεξαγωγής της Μπιενάλε (2000-2010) κινήθηκε ως επί το πλείστον στον αστερισμό της αρχιτεκτονικής πρωτοτυπίας ως αέναης πρωτοπορίας. Η λέξη πρωτοπορία δεν ακούστηκε εφέτος ποτέ στη Βενετία και κανένας δεν διανοήθηκε να την προφέρει. Πρωτοφανές αλλά αληθινό.
Η άποψη του Τσίπερφιλντ είναι απλή: ο αρχιτέκτονας σήμερα έχει μια ευθύνη απέναντι στην κοινωνία και ως «Common Ground» δεν εννοείται το κοινό πεδίο επαφής και ανταλλαγής μόνο μεταξύ των αρχιτεκτόνων, αλλά και μεταξύ αυτών και της κοινωνίας. Σκοπός δεν είναι μόνο να αναδειχθούν τα μεμονωμένα ταλέντα, αλλά και οι διαφορετικές ιδέες που συμβάλλουν σε μια κοινή αφήγηση, σε έναν κοινό στόχο, σε ένα πλαίσιο συλλογικών ιδεωδών. Θα πρέπει να ορίσουμε εκ νέου τις έννοιες της κοινότητας, της πόλης, του δημόσιου και του κοινόχρηστου. Οι αρχιτέκτονες λογοδοτούν στην κοινωνία, ενώ η αρχιτεκτονική θα πρέπει να εκφράσει κάτι περισσότερο από υπέροχα και εξαιρετικά στιγμιότυπα του κατασκευασμένου κόσμου μας.

Δράση αντί θεωρίας
Ο Τσίπερφιλντ αναφέρεται σπανίως στην οικονομική κρίση, δείχνει σαν η θέση του να υπαγορεύεται από την τρέχουσα συνθήκη της αρχιτεκτονικής. Στους υπέροχους χώρους του Αρσεναλίου και των Κήπων στήνει δύο εκθέσεις που δεν είναι αυτοβιογραφικές, δεν παρουσιάζουν ολοκληρωμένα κτίρια, δεν έχουν το στοιχείο της θεαματικότητας. Από την άποψη αυτή η απόσταση που χωρίζει αυτή τη μόστρα από την προηγούμενη της Sejima του 2010 είναι αβυσσαλέα, είναι μια άλλη εποχή.
Οι εκθέσεις του Τσίπερφιλντ, όπου φιλοξενούνται προτάσεις 68 αρχιτεκτόνων ή ομάδων, παρουσιάζουν την αρχιτεκτονική ως παραγωγική διαδικασία, ως σειρά δράσεων που περισσότερο δημιουργούν περιβάλλοντα καθημερινής ζωής παρά παράγουν θεωρητικά μανιφέστα. Ο πραγματιστής Τσίπερφιλντ προσκαλεί σε αυτό το πλαίσιο αουτσάιντερ όπως η Ινδή Anupama Kundoo και το καταπληκτικό χειροποίητο σπίτι της που ανακατασκευάζεται στο Αρσενάλι, τους Urban – Think Tank από τη Βενεζουέλα που υλοποιούν ένα έκθεμα-λειτουργικό εστιατόριο ως κοινωνικό χώρο, και φυσικά τον Aλεχάντρο Αραβένα και τις επεμβάσεις του στη Χιλή• επιμέρους επιμελητές όπως τον Βιτόριο Μανιάνο Λαμπουνιάνι, τον Diener & Diener και τον Kένεθ Φράμπτον, που επιλέγουν με τη σειρά τους άλλους συμμετέχοντες• δασκάλους της αρχιτεκτονικής, όπως τον Zumthor, τον Moneo, τον Snozzi και τον Kollhoff, αλλά και αρχιστάρ, όπως τους Herzog & De Meuron, Tschumi, Nouvel, Foster, Koolhaas (η παρουσία των τελευταίων προκαλεί σε κάποιες περιπτώσεις αμηχανία). Ο Τσίπερφιλντ μάλιστα στη συνέντευξη Τύπου αισθάνθηκε την ανάγκη να αιτιολογήσει και τη συμμετοχή της Ζάχα Χαντίντ (!). Σημεία των καιρών.

Η μνήμη και η συνέχεια
Ο Τσίπερφιλντ τονίζει επίσης ότι ο διάλογος με τη μνήμη και την Ιστορία ως εγγύηση συνέχειας δεν θα πρέπει να οδηγεί σε παραχωρήσεις στον εικονογραφικό συναισθηματισμό και σε αντίσταση απέναντι στην πρόοδο. Στο σημείο αυτό ο μόνος σύγχρονος αρχιτέκτονας στον οποίο αναφέρθηκε στη μεγάλη συνέντευξη Τύπου είναι ο Ραφαέλ Μονέο και το αριστουργηματικό Μουσείο Ρωμαϊκής Τέχνης στη Μέριδα της Ισπανίας (1984), αναφορά εξαιρετικά αποκαλυπτική για το πώς ο λονδρέζος αρχιτέκτονας αντιλαμβάνεται την έννοια της μνήμης και της ένταξης.
Βέβαια, σε αυτή την Μπιενάλε ελλοχεύει μια παρεξήγηση: η έμφαση στην αξία του παρελθόντος και της συνέχειας, οι αναφορές σε ζητήματα όπως αυτό της σημασίας της αντιγραφής και της μίμησης στην ιστορία της αρχιτεκτονικής, η συμμετοχή του Αϊζενμαν με τις «παραλλαγές του Πιρανέζι», ακόμη και η παρουσία του αμερικανού μεταμοντερνιστή Ρόμπερτ Στερν στην πενταμελή επιτροπή των βραβείων, θα μπορούσαν να ανοίξουν την όρεξη σε επίδοξους εραστές μιας νεοπαραδοσιακής οπισθοχώρησης, σε ένα είδος «επιστροφής στην τάξη» που είναι ό,τι πιο ξένο από τις επιδιώξεις της εφετινής Μπιενάλε. Η ωραία Μπιενάλε του Τσίπερφιλντ, πλούσια και σημαντική στο σύνολό της, απαιτεί προσεκτική επίσκεψη.
Αρκεί οι αρχιτέκτονες να μη σύρουν τον χορό της «ευθύνης» μόνο ως τις 25 Νοεμβρίου, τελευταία ημέρα της έκθεσης, ενισχύοντας την υποψία ότι είναι οι πιο επιτήδειοι χαμαιλέοντες της συγκυρίας και του πνεύματος της εποχής.
Η Ελλάδα και η πολυκατοικία της
Η πολύ αξιόλογη ελληνική συμμετοχή κινήθηκε στο πεδίο του προβληματισμού για την Αθήνα και το σημαντικότερο κτίριό της, την πολυκατοικία, με τρόπο δημιουργικό και στοχαστικό. Επειδή, όπως αποδείχτηκε, εφέτος τα βλέμματα πάρα πολλών ήταν στραμμένα στην παρουσία της Ελλάδας, θα ήταν τεράστιο λάθος μια συμμετοχή «φυγής» ή αγνόησης της πραγματικότητας.
Οι επίτροποι Πάνος Δραγώνας και Αννα Σκιαδά το πέτυχαν με ένα πυκνό σε περιεχόμενο και συμμετοχές περίπτερο θέτοντας στο κέντρο του προβληματισμού τον δημόσιο χώρο, χωρίς να πέσουν στην παγίδα ούτε της αδιαφορίας για τη συγκυρία της κρίσης (όπως π.χ. το ισπανικό περίπτερο) ούτε στην παγίδα της κυριολεξίας (επανάχρηση – ανοικοδόμηση – ένταξη – οικολογία), όπως έγινε σε πολλά άλλα περίπτερα, από τις ΗΠΑ ως τη Γαλλία, τη Δανία, τη Γερμανία και την Ελβετία. Ελειπαν βέβαια οι επίσημοι: η παρουσία ενδεχομένως του δημάρχου Αθηναίων θα είχε σημασία, ακόμη και για την προβολή της ελληνικής πρωτεύουσας.

πότε & πού:
13η Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής Βενετία, ως τις 25 Νοεμβρίου.
Χορηγός της ελληνικής συμμετοχής είναι το Ιδρυμα Ωνάση

Ο κ. Ανδρέας Γιακουμακάτος είναι αναπληρωτής καθηγητής Ιστορίας και Θεωρίας της Αρχιτεκτονικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ