Η σύγχρονη ελληνική ιστορία βρίσκεται στο επίκεντρο της καινούργιας δουλειάς που θα παρουσιάσει στη Στέγη η θεατρική ομάδα Pequod. Είναι το «Διπλό βιβλίο», το τελευταίο έργο του Δημήτρη Χατζή (1913-1981), το οποίο στα χέρια της ερευνητικής αυτής παρέας, που ιδρύθηκε το 2009, γίνεται εργαλείο θεάτρου.
«Από τότε που κάναμε τον «Γλάρο»» λέει ο Δημήτρης Ξανθόπουλος, εκ των ιδρυτών της Pequod, μαζί με την Αγγελική Παπαθεμελή και τον Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη, «είχαμε σκεφτεί μια παράσταση με θέμα την εργασία αλλά και το «Διπλό βιβλίο» του Δημήτρη Χατζή. Η Αγγελική και εγώ άλλωστε έχουμε παρελθόν με αυτό το κείμενο γιατί το είχαμε δουλέψει με την Αννα Κοκκίνου για μια παραγωγή που τελικά δεν έγινε στο Φεστιβάλ. Το είχαμε αγαπήσει πολύ. Και τώρα, αυτή την εποχή, έχει μεγάλη σημασία για μας να δούμε το παρελθόν μας και να καταλάβουμε πού βρισκόμαστε. Γιατί σε αυτό το παρελθόν βρίσκονται οι βάσεις τού σήμερα».
Αφού το διάβασε η υπόλοιπη ομάδα και συμφώνησαν όλοι, ξεκίνησαν τη δουλειά και κατέθεσαν την πρότασή τους στη Στέγη. «Το βιβλίο έχει δύο βασικούς άξονες. Από τη μια, είναι ο συγγραφέας, πρόσωπο ζωντανό του έργου, που αναζητεί το ρωμαίικο ακολουθώντας τον ήρωά του, τον Κώστα. Παράλληλα με την ιστορία του ανθρώπου ξετυλίγεται και μια ιστορικότητα. Στην παράστασή μας δεν υπάρχει η εποχή. Παίζουμε σε μια άδεια σκηνή με τέσσερις πάγκους και δύο καρέκλες. Τα ρούχα που φοράμε είναι σημερινά. Δεν πρόκειται για μια παρελθοντική αναζήτηση. Θέτει σημερινά ζητήματα: ο έρωτας, η θέση μας στον κόσμο, η δουλειά, τα μεγάλα ερωτήματα. Γραμμένο στα τέλη του ’70, το «Διπλό βιβλίο» πραγματεύεται θέματα διαχρονικά, αλλά έχουν ενδιαφέρον η δομή και ο τρόπος που τα χειρίζεται. Ο ίδιος ο Χατζής είναι, όπως λέει, ένας άνθρωπος χωρίς πατρίδα. Εζησε πολλά χρόνια στην εξορία, στερήθηκε την ελληνική υπηκοότητα αλλά αρνήθηκε να πάρει την ουγγρική που του προτάθηκε όταν ζούσε στην Ουγγαρία».
Η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης θεατρικής πρότασης είναι ότι η ομάδα Pequod απέφυγε να δραματοποιήσει το κείμενο. «Δεν το κάναμε, με σκοπό να το δουλέψουμε σαν να μην υπάρχουν ρόλοι» εξηγεί ο σκηνοθέτης και ηθοποιός. «Το αρχικό σκεπτικό – ίσως το μόνο σκεπτικό – ήταν ότι δεν πρόκειται για την ιστορία ενός ανθρώπου αλλά για την ιστορία μιας γενιάς, της γενιάς μας. Κρίναμε ότι δεν έπρεπε να μοιραστεί το κείμενο σε ρόλους αλλά να γίνει μια ιστορία όλων μας, την οποία θέλουμε να διηγηθούμε ως όλον και ως ένα πρόσωπο: την ιστορία του συγγραφέα, του αφηγητή, του Χατζή».
Εχοντας ξεκινήσει να δουλεύουν από τα τέλη Νοεμβρίου κατέληξαν στο τελικό κείμενο μέσα από τις πρόβες. «Το σημαντικό στην περίπτωσή μας είναι ότι υπάρχει μια εποπτεία όλου του υλικού από όλους – δεν ασχολήθηκε ο καθένας με το δικό του κομμάτι. Για εμάς το πιο σημαντικό είναι να αποκτήσουμε μια κοινή γλώσσα. Αυτό προσπαθούμε. Πρόσφατα κάναμε μαθήματα αφήγησης με τη Μίρκα Γεμεντζάκη. Καταλάβαμε ότι είναι πολύ σημαντικό να περιγράφουμε το ίδιο δωμάτιο και την ίδια στιγμή ο καθένας μας να βλέπει ένα άλλο δωμάτιο. Αυτό είναι πολύ ωραίο. Και αυτή η λειτουργία ζητάει και από τον θεατή να κάνει το ίδιο, δεν τον αφήνει απαθή, όπως η τηλεόραση».

Ο επίλογος ενός κόσμου που φεύγει

«Μια έκφραση της αγωνίας για την Ελλάδα µπροστά στον σύγχρονο κόσµο». Κάπως έτσι είχε περιγράψει η κριτική το «Διπλό βιβλίο» του Δημήτρη Χατζή όταν κυκλοφόρησε, το 1976. Ηταν η εποχή των βεβαιοτήτων, γι’ αυτό και ξάφνιασε – για ορισμένους μάλιστα θεωρήθηκε «αποτυχημένο». Σήμερα, στην εποχή της ρευστότητας, διαβάζεται πιο «καθαρά». Η αγωνία του συγγραφέα μπροστά στη μεταπολιτευτική έκρηξη, με δύο χαμένες γενιές πίσω της, μοιάζει πλέον πιο ώριμη ώστε να συζητηθεί καθώς συνδιαλέγεται δημιουργικά με την αγωνία της έκφρασης του κόσμου που ανδρώθηκε στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα και κατέρρευσε στην πρώτη δεκαετία του 21ου.

Το «Διπλό βιβλίο» είναι ένα πολυφωνικό κείμενο με επαναλαμβανόμενα θεματικά μοτίβα. Αποτελείται από εννέα αφηγηματικές ενότητες που διαβάζονται και χωριστά, αλλά αποτελούν ένα σύνολο. Οι βασικοί ήρωες είναι δύο: ο Κώστας και ο ίδιος ο συγγραφέας. Ο Κώστας εργάζεται στη Γερμανία, σε ένα εργοστάσιο που κατασκευάζει φώτα για αυτοκίνητα. Παλαιότερα δούλευε σε ξυλάδικο στον Βόλο. Ο πατέρας του – την ιστορία του θα αφηγηθεί ο ίδιος ο συγγραφέας – εκπροσωπεί τη χαμένη γενιά της αντίστασης. Η αδελφή του, η Αναστασία, είναι η επόμενη χαμένη γενιά της επαρχίας. Γύρω τους βρίσκονται κομπιναδόροι, φιλολογούντες, παραιτημένοι, αλλοτριωμένοι και άλλοι, όπως ο Δημήτρης Σκουρογιάννης, μετανάστης στη Γερμανία, που αντλεί δύναμη από το βαθύ αίσθημα νοσταλγίας για το χωριό του στην Ηπειρο, αλλά επιστρέφοντας ανακαλύπτει ότι τίποτε δεν είναι πια ίδιο.

Η «διπλή» φύση του βιβλίου υποδηλώνεται με πολλούς τρόπους. Με την αφήγηση που περνάει εναλλάξ από τον Κώστα στον συγγραφέα. Με τα περάσματα από τον ρεαλισμό στη μεταφορική σημασία των γεγονότων (η Αναστασία, που ζει μια δεύτερη μυστική ζωή βαθιά μέσα στην ψυχή της). Και τέλος στον επίλογο, όπου ο συγγραφέας αναφέρεται στο βιβλίο που δεν ολοκληρώνεται αλλά και σε εκείνο που μέλλεται να γραφτεί.

Η κύρια αντίθεση που διαπερνά το έργο είναι ανάμεσα στο παρόν και στο παρελθόν, στον παλιό τρόπο ζωής και οικονομίας και στον νέο, στη μεγαλούπολη και στην επαρχία, στην Ευρώπη και στην περιφέρεια, στην παράδοση και στο καινούργιο που πιθανόν θα την αντικαταστήσει. Στο τρίτο κεφάλαιο ο Κώστας περιγράφεται ως ένας νέος Κάσπαρ Χάουζερ (ήρωας που βρέθηκε να ζει στα δάση χωρίς να μπορεί να μιλήσει), όπου θίγεται και ένα σημερινό ζήτημα: η αλλοτρίωση του μετανάστη, η απώλεια της προσωπικής αλλά και της εθνικής ταυτότητας σε έναν κόσμο ξένον γι’ αυτόν. Σημερινές αναφορές υπάρχουν κι άλλες: η Ευρώπη και ο ρόλος της Ελλάδας, η αλλοτρίωση του μετανάστη, ο εσωτερικός μετανάστης και ο ξένος, και τέλος ο αποσπασματικός χαρακτήρας που δηλώνει, μαζί με τον θάνατο του συγγραφέα, τη δυνατότητα γέννησης ενός νέου μυθιστορήματος στο οποίο οι πρωταγωνιστές γίνονται με τη σειρά τους συγγραφείς.

Ο Δημήτρης Χατζής, πρόσωπο του μυθιστορήματος κι αυτός, δημιουργεί το πρώτο μεταμοντέρνο μυθιστόρημα στη χώρα μας καθώς προσπαθεί να ολοκληρώσει ένα βιβλίο (έναν κόσμο) σε μια Ελλάδα που καταρρέει. Οχι τυχαία, στο τέλος ο συγγραφέας εξαφανίζεται μαζί με τον κόσμο που τον απασχόλησε συγγραφικά, έναν κόσμο που χάνεται. Το δίλημμά του αναφέρεται στη σολωμική παράδοση με τα απανωτά θραύσματα, λαμπρά συντρίμμια που δεν ολοκληρώνουν αλλά υποδηλώνουν την αγωνία της δημιουργίας σε έναν κόσμο διασπασμένο. Ερώτημα ακέραιο και για τον σημερινό δημιουργό.



πότε & που:
«Το διπλό βιβλίο» του Δημήτρη Χατζή,
Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, Μικρή Σκηνή.
Πρεμιέρα: Τετάρτη 18 Απριλίου, στις 21.00.
Παραστάσεις ως τις 6 Μαΐου, εκτός Δευτέρας και Τρίτης.
Σκηνοθεσία και δραματουργική επεξεργασία: Pequod.
Ερμηνεύουν: Γιάννης Κλίνης, Χριστίνα Μωρόγιαννη, Νικολίτσα Ντρίζη, Δημήτρης Ξανθόπουλος, Αγγελική Παπαθεμελή.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ