Μια εκδρομή στο Παρίσι του 19ου αιώνα, σ΄ένα τοπίο ρομαντικό, «ανοιχτό» σε μεγάλες στιγμές της τέχνης αλλά και σε θρυλικά πάθη μας προτείνει ο πιανίστας Δημήτρης Τουφεξής για το βράδυ της Δευτέρας 6 Φεβρουαρίου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
Μέσα από την μουσική του Σοπέν και του Λιστ, ο καταξιωμένος πιανίστας «αναβιώνει» την ατμόσφαιρα η οποία τροφοδότησε έναν από τους πιο πολυσυζητημένους έρωτες στην ιστορία του ρομαντισμού, τη σχέση του Σοπέν με την πρώτη μοντέρνα, απελευθερωμένη γυναίκα, την Γεωργία Σάνδη. Παράλληλα, η ηθοποιός Κλειώ – Δανάη Οθωναίου θα διαβάσει αποσπάσματα από τα ημερολόγια του Σοπέν και του Λιστ αλλά και από κείμενα της Γεωργίας Σάνδη. Την επιμέλεια των κειμένων έχει κάνει ο Δημήτρης Τουφεξής. Η εκδήλωση (ώρα έναρξης: 20.30) εντάσσεται στη σειρά «Μουσικές βραδιές στην Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος».
Η σχέση του Σοπέν και της Σάνδη υπήρξε αντικείμενο διαμάχης, υποθέσεων και ρομαντικών εξιδανικεύσεων από την πρώτη στιγμή που συναντήθηκαν το 1836 στο σαλόνι της ερωμένης του Λιστ, Μαρί ντ’Αγκούλ. Ηταν ίσως το πρώτο ειδύλλιο διασημοτήτων στην ιστορία και κράτησε δέκα χρόνια με εντάσεις και διακυμάνσεις οι οποίες έκαναν τα όρια ανάμεσα στην αλήθεια και τον μύθο μάλλον αξεδιάλυτα.
Σοπέν και Σάνδη ήταν και οι δύο διάσημοι στην εποχή τους και πρωταγωνιστικές φιγούρες του Ευρωπαϊκού Ρομαντισμού. Εκείνος, καθιερωμένος δάσκαλος, πιανίστας, συνθέτης, γεννημένος στην Πολωνία το 1810 και εκπατρισμένος στο Παρίσι από το 1831 μέχρι τον θάνατό του το 1847, υπήρξε μια διασημότητα των παρισινών σαλονιών. Ανθρωπος κομψός, ευαίσθητος, βαθειά καθολικός και συντηρητικός, είχε δύο μεγάλα πάθη: την Πολωνία και την τέχνη του.
Η Γεωργία Σάνδη ήταν το απόλυτο αντίθετο του συντρόφου της: Γεννημένη στο Παρίσι το 1804 από καλή οικογένεια, άλλαξε το όνομά της όταν άρχισε την λογοτεχνική της καριέρα (είχε βαφτιστεί Αμαντίν Ορόρ Λυσίλ Ντυπέν), υιοθέτησε το ανδρικό ντύσιμο, έγινε φλογερή σοσιαλίστρια, υπήρξε φεμινίστρια πριν από τον φεμινισμό, πολέμια της θρησκοληψίας και οπαδός της προόδου. Η Σάνδη υπήρξε αντικείμενο πόθου και θαυμασμού όλων των διασήμων της εποχής και όταν συναντήθηκε με τον Σοπέν είχε ήδη ζήσει τη ζωή της με τρόπο αδιανόητο για την εποχή: παντρεύτηκε, μεγάλωσε δύο παιδιά, εγκατέλειψε τον άνδρα της, έγινε ερωμένη διάσημων λογοτεχνών και μουσικών, έγραψε πολλές σελίδες λογοτεχνίας, δοκιμίων και θεάτρου και φρόντιζε την καριέρα και το όνομά της μέχρι τον θάνατό της το 1876.
Μέσα από την δύναμη των αντιθέσεών του, λοιπόν, συνδέθηκε αυτό το αταίριαστο ζευγάρι. Ο Σοπέν τρομοκρατήθηκε στην αρχή και προσπάθησε να την αποφύγει, η Σάνδη ένιωσε από την πρώτη στιγμή έλξη, «σύγχιση και ταραχή» όπως έγραψε χαρακτηριστικά, γεγονός το οποίο εξέπληξε ακόμη και την ίδια.
«Ο Σοπέν έδειχνε να τρέμει την Μαντάμ Σάνδη περισσότερο από κάθε άλλη γυναίκα» έγραψε από την πλευρά του ο Λιστ στην αμφιλεγόμενη βιογραφία του για τον Σοπέν. «Εκείνη κατάφερε να τον αποπλανήσει…»