Κανείς από τους συνεργάτες του δεν μπορεί να πιστέψει πως δεν θα ξανακουστεί το δυνατό, γεμάτο πειθώ, θετική ενέργεια και σιγουριά «πάμε» του Θόδωρου. Αυτό το «πάμε» που σ’ έκανε ν’ ανατριχιάζεις, έμοιαζε με πρόσταγμα πριν από τη μάχη που εμπεριείχε τη βεβαιότητα της νίκης.
Η αναπάντεχη και ξαφνική αναχώρηση του μεγάλου σκηνοθέτη μας μάς γέμισε οδύνη, απορία και θυμό. Ναι, ο Θόδωρος ήταν μαχητής, οδήγησε την Ελλάδα στον παγκόσμιο κινηματογραφικό χάρτη ερήμην του ελληνικού κράτους, όταν με τον «Θίασο», το 1975, δεν προτάθηκε καν να συμμετάσχει στο διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ των Καννών και όταν η εγχώρια κριτική μικροψυχία ήταν ήξεις-αφίξεις για τη σπουδαία ταινία του.
Αλλά η ιστορία θέλησε αλλιώς… Και ήταν ο Θόδωρος που παρέμεινε Ελληνας και μαχητής, στέλνοντας πάντοτε τις ταινίες του κάτω από την ελληνική σημαία, παρ’ όλες τις δελεαστικές προτάσεις από ξένες χώρες.
Το ένα βραβείο πίσω από το άλλο. Δεκάδες εκδόσεις, άρθρα, διδακτορικά πάνω στο έργο του, κι ο Θόδωρος με μια έγνοια πάντα στο κεφάλι του, την Ελλάδα. Εσκυψε στην ιστορία της, φώτισε τις κοινωνικές παραμέτρους, αναζήτησε τον μυστικό κώδικα επικοινωνίας των Βαλκανίων, έσκυψε πάνω από τη μάστιγα του περασμένου αλλά και του τωρινού αιώνα, τον ξεριζωμό χιλιάδων ανθρώπων από τις πατρίδες τους, αγκάλιασε τον πρόσφυγα και δημιούργησε μια σειρά ανεπανάληπτα αριστουργήματα που τιμούσαν την πατρίδα του και τον άνθρωπο.
Δεν θα σταθώ στην ανταμοιβή της πατρίδας του απέναντι στο γιγάντιο έργο του. Θα σταθώ όμως στην παντελή έλλειψη σεβασμού του σημερινού υποτιθέμενου υπουργείου Πολιτισμού απέναντί του. Εντάξει, κύριε Γερουλάνο, δεν έχετε χρήματα. Σεβασμό όμως; Συζητήσατε ποτέ με τον σπουδαίο σκηνοθέτη ή κρυφτήκατε πίσω από το τηλέφωνό σας;Είμαι σε θέση να γνωρίζω ότι ο σεβασμός αυτός που οφείλει η Πολιτεία στους μεγάλους δημιουργούς της δεν υπήρξε. Ομως ο μαχητής Θόδωρος Αγγελόπουλος μπήκε στη μάχη άοπλος, με τη συμπαράσταση και την πίστη των συνεργατών του και δίπλα του απ’ ό,τι ξέρω στάθηκαν η Τουρκία και η Γαλλία.
Είμαστε πολύ οργισμένοι, πολύ αναστατωμένοι, πολύ συγκλονισμένοι. Κι έχουμε πολλές απορίες και ερωτήματα. Η ελληνική διανόηση και οι έλληνες καλλιτέχνες τιμούν τον Θόδωρο Αγγελόπουλο, αλλά βρίσκουμε «λίγο», πώς να το κάνουμε, το όψιμο ενδιαφέρον του υπουργείου Πολιτισμού να θεσπίσει βραβείο στη μνήμη του. Αυτό έτσι κι αλλιώς του ανήκει, όπως του ανήκουν και άλλα που θα του τα δώσει η Ιστορία.
Ο σπουδαίος αυτός ποιητής των εικόνων, ο διανοητής, ο βαθιάς καλλιέργειας γνώστης της Ιστορίας, ο άνθρωπος με την ικανότητα να σκέφτεται και να δημιουργεί πάνω στα πράγματα και στις εξελίξεις προτού αυτές φανούν στον ορίζοντα, έφυγε αναπάντεχα αφήνοντας ένα μεγάλο κενό στον πολιτισμό μας. Το έργο του αποτελεί παγκόσμια πνευματική παρακαταθήκη και εγώ νιώθω βαθιά ευγνωμοσύνη για τη σημαντική αυτή συνάντηση στη ζωή μου.
Οι οκτώ ταινίες του για τις οποίες εμπνεύστηκα τη μουσική μού χάρισαν ένα ταξίδι γεμάτο γνώση, εμπειρίες και συγκινήσεις.

Θόδωρε, καλό σου ταξίδι στα Κύθηρα και στην αιωνιότητα.

Το μοιραίο γύρισμα
Για το τελευταίο γύρισμα της «Αλλης θάλασσας», που επρόκειτο να είναι το τελευταίο της ζωής του Θόδωρου Αγγελόπουλου, «Το Βήμα» επικοινώνησε με το «δεξί χέρι» του σκηνοθέτη, τον διευθυντή φωτογραφίας Ανδρέα Σινάνο, ο οποίος υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας της τραγωδίας.

«Εγινε μπροστά στα μάτια μας και χωρίς να ξέρουμε καν ότι έχει πέσει ο Θόδωρος κάτω» είπε με τρεμάμενη φωνή ο κ. Σινάνος, ο οποίος είχε επίσης συνεργαστεί με τον Αγγελόπουλο αναλαμβάνοντας τη διεύθυνση φωτογραφίας στις ταινίες «Μια αιωνιότητα και μια μέρα», «Το λιβάδι που δακρύζει» και «Η σκόνη του χρόνου».

«Ετοιμάζαμε μια μεγάλη σκηνή, μπαίναμε στα νυχτερινά πλάνα της ταινίας, που είναι πάντα τα δύσκολα γυρίσματα, με πολύ κόσμο και σε μεγάλους χώρους. Βέβαια, ακόμη και η πιο απλή σκηνή, το πιο απλό πλάνο, ο Θόδωρος δεν το έκανε εύκολα. Γνωρίζαμε όμως από την προηγουμένη τι θα κάναμε, είχαμε φέρει έναν γερανό, κάναμε γύρους σε αυτόν τον δρόμο που είναι ταχείας κυκλοφορίας, μετά το Κερατσίνι, δίπλα στο εργοστάσιο των τσιμέντων. Από τη μία είχε στηθεί ο γερανός, από την άλλη επρόκειτο να στηθούν πέντε νταλίκες φορτωμένες με λαθρομετανάστες.

Κάποιος τον πήρε τηλέφωνο. Ο Θόδωρος έρχεται. Τον γνωρίζω 38 χρόνια, από τον “Θίασο”, αλλά, με κάθε ειλικρίνεια, δεν τον είχα δει ποτέ τόσο χαρούμενο, τόσο ευδιάθετο και με τόσο χιούμορ όσο εκείνη την ημέρα. Είχε μάλιστα λάβει και καλές ειδήσεις σχετικά με την παραγωγή (σ.σ.: ενδεχομένως να είχε βρεθεί ακόμη ένας χρηματοδότης από τη Γαλλία). Το ίδιο μού έλεγε και ο ιταλός πρωταγωνιστής, ο Τόνι Σερβίλο, με τον οποίο ο Θόδωρος είχε πάρα πολύ καλές σχέσεις. Δεν τον είχε δει ποτέ τόσο χαρούμενο όσο εκείνη την ημέρα.

Ο Θόδωρος είδε το πλάνο, είδε τον γερανό και είχε περάσει απέναντι με τον βοηθό του για να στήσει τις πέντε νταλίκες. Σκοτείνιαζε πια, εγώ ήμουν έτοιμος, τον περίμενα, τον έψαχνα με το βλέμμα μου, τον είχα δει απέναντι με τον Παναγιώτη Πορτοκαλάκη να στήνει τις νταλίκες. Ας μην τον φωνάξω πάλι, λέω μέσα μου. Θα έρθει. Ξαφνικά βλέπω ένα μηχανάκι μπροστά μας, από τη δική μας πλευρά – της ανόδου – να σέρνεται. Και παράλληλα, σχεδόν προτού τελειώσει το σούρσιμό του, ακούω κάτι σαν “ασθενοφόρο, ασθενοφόρο!”. Δεν κατάλαβα τι ακριβώς. Και λίγο μετά, πίσω του κάποιοι να είναι πάνω σε κάτι, δεν είδα τι. Φαντάστηκα ότι θα είναι κάποιος κομπάρσος ή κάποιος περίεργος. Πέντε λεπτά αργότερα μάθαμε ότι ήταν ο Θόδωρος κάτω…

Το παράδοξο – και αυτό μάλιστα μου έκανε πάντα εντύπωση στον Θόδωρο – είναι ότι στις δυσκολίες, είτε αυτές ήταν καιρικές είτε οποιασδήποτε φύσης, γινόταν ο πιο δυνατός απ’ όλους μας. Δεν τον έβαζαν κάτω οι δυσκολίες. Γινόταν γίγαντας ακόμη και στην πιο μεγάλη καταστροφή. Ο αέρας να έχει γκρεμίσει ένα ολόκληρο σκηνικό, ας πούμε, εκείνος εκεί, αγέρωχος, ακούραστος. Πάντα αψηφούσε τον κίνδυνο, δεν χαμπάριαζε πουθενά και τελικά έφυγε από ένα κωλομηχανάκι».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ