Στις 21 Οκτωβρίου του 2010 η ψυχολόγος, γλωσσολόγος και καθηγήτρια Τζούλια Κρίστεβα μετέτρεψε την αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών σε… γυναικωνίτη δίνοντας τότε μια ενδιαφέρουσα διάλεξη με τον τίτλο «Η γυναίκα στην ψυχανάλυση» στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του «Megaron Plus». Παρόμοιες σκηνές – για μια εκδήλωση που αφορούσε τη λογοτεχνία – είδαμε το απόγευμα της Τρίτης 13 Δεκεμβρίου 2011 στην ίδια αίθουσα και αυτή τη φορά η αιτία ήταν δυο Ελληνίδες αγαπημένες του κοινού: η συγγραφέας Ζυράννα Ζατέλη (που είναι ακριβοθώρητη) και η καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Φωτεινή Τσαλίκογλου. Οι δυο τους συνομίλησαν για τα πάθη της ζωής και της λογοτεχνίας σε μια δημόσια συζήτηση που πήρε τον τίτλο της από ένα μυθιστόρημα της δεύτερης με τον τίτλο «Ονειρεύτηκα πως είμαι καλά» (Καστανιώτης, 2004) όπου η ηρωίδα Ιουλία Δαμασκηνού πάσχει από την «ιερά νόσο», την επιληψία.

Στο πρώτο δεκάλεπτο είχαν εξαντληθεί τα δελτία εισόδου με αποτέλεσμα αρκετοί να παρακολουθήσουν σε οθόνες την εκδήλωση έξω απ’ την ασφυκτικά γεμάτη αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος, άλλοι καθισμένοι στις καρέκλες που προστέθηκαν στο φουαγιέ και άλλοι (εκ των πραγμάτων) στο πάτωμα ή στις σκάλες. Το γυναικείο φύλο πλειοψηφούσε βεβαίως αλλά το ενδιαφέρον ήταν ότι στο κοινό υπήρχαν άνθρωποι όλων των ηλικιών που άκουσαν τις δυο ομιλήτριες με μεγάλη προσήλωση και στο τέλος τους απηύθυναν ερωτήσεις. Κινούμενες σε δυο βασικούς άξονες, στο όνειρο και την πραγματικότητα, οι δυο τους αναρωτήθηκαν ποιο είναι το αντίδοτο στις κρίσεις της ζωής μας και αν η λογοτεχνία μπορεί να μας δώσει τις απαντήσεις που ψάχνουμε.

«Ζούμε σε δραματικούς καιρούς. Είναι όμως ενδιαφέροντες οι καιροί;» είπε η Φωτεινή Τσαλίκογλου και διερωτήθηκε γιατί προστρέχουμε στη λογοτεχνία. «Το κάνουμε» συνέχισε η ίδια «για να γίνουν οι λέξεις πιο αληθινές, οι λέξεις που χάνουν στον καθημερινό λόγο της πολιτικής και της οικονομίας την τιμή και την αξιοπιστία τους. Οι λέξεις και τα πάθη δημιουργούν τη λογοτεχνία που μας βοηθά να ισορροπούμε απέναντι σε αυτό που συμβαίνει και σε αυτό που φανταζόμαστε ότι συμβαίνει». Η Ζυράννα Ζατέλη που γράφει ακόμα με μολύβι και δεν χρησιμοποιεί καθόλου ηλεκτρονικό υπολογιστή είπε για μια ακόμα φορά ότι «δε μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς το γράψιμο. Γράφω γιατί έτσι παρηγοριέμαι, γιατί έτσι μαλακώνει η ροή του χρόνου. Το γράψιμο βέβαια είναι και αγωνία για μένα. Από μικρή με γοήτευαν τα όνειρα, ακόμα και οι εφιάλτες. Με τη γραφή βιώνω μια μύχια τρέλα και μια φοβερή διαύγεια ταυτόχρονα. Τρελαίνομαι και ξετρελαίνομαι συνεχώς».

Προσπάθησαν επιπλέον να εντοπίσουν τις διαφορές ανάμεσα στην επιστήμη και τη λογοτεχνία ως προς την προσέγγιση και την απόδοση του ανθρώπινου ψυχισμού. «Για μένα η ψυχολογία ίσως και να ήταν τροχοπέδης στη γραφή. Προτιμώ να τα ψυχανεμίζομαι τα πράγματα. Δεν θέλω να τα ξέρω όλα» είπε η Ζυράννα Ζατέλη. Η Φωτεινή Τσαλίκογλου έκανε έναν απολογισμό των τελευταίων είκοσι χρόνων που διδάσκει και παραλλήλως γράφει μυθιστορήματα. «Ανέκαθεν με προσήλκυαν η τρέλα και η μελαγχολία. Πιστεύω ότι αυτά τα δυο κρύβουν αλήθειες για τη ζωή μας» σημείωσε η ίδια που σ’ όλα τα μυθιστορήματά της έχει ασχοληθεί επιπλέον με πολλές από τις μορφές της ψυχικής νόσου. «Ωστόσο, συμφωνώ, ότι η ψυχολογία δε θα μπορέσει να μιλήσει ποτέ για την τρέλα επειδή η τρέλα κατέχει την αλήθεια της ψυχολογίας. Οταν άρχισα να γράφω διαπίστωσα ότι η νόσος δεν κρύβει μονάχα μυστικά για τη ζωή αλλά και την ίδια τη γραφή».

{{{ moto }}}Τότε υπογράμμισε τη λογοτεχνικότητα μιας φράσης ενός νοσούντος, του Μιχάλη, που είπε κάποτε «Θεέ μου, κάνε με να εκφραστώ τον εαυτό μου!» ενώ η επίκληση του έργου της Μαργαρίτας Καραπάνου ήταν καθοριστική για να σκεφτούν όλοι στην αίθουσα τη σχετικότητα του όρου «φυσιολογικός». «Απολύτως υγιής ψυχικά δεν είναι κανένας» συμφώνησαν για να αναφερθούν στην συνέχεια στις πολλές όψεις του θανάτου, ο φόβος του οποίου καθορίζει τη ζωή. «Ο έρωτας και ο θάνατος βγαίνουν απ’ την ίδια μήτρα. Η αναφαίρετη οδύνη του θανάτου καθρεφτίζεται στη ζωή. Όλα πηγάζουν απ’ το φόβο του θανάτου. Το κίνητρο είναι ο πόνος εν τέλει, άρα ο θάνατος. Ο θάνατος είναι ένας δίδυμος αδελφός μας που λείπει στα ξένα και όταν έρχεται φεύγουμε εμείς» διάβασε η Ζυράννα Ζατέλη απ’ τις σημειώσεις της.

Η Φωτεινή Τσαλίκογλου συνέδεσε το θάνατο με την παιδική ηλικία στην προσπάθεια που κάνει να αποδώσει την πολυπλοκότητα του ανθρώπινου ψυχισμού. «Το παιδί. Το παιδί σε βοηθάει να ξεχνάς. Χρησιμοποιώ το παιδί στη λογοτεχνία μου για να ξεχάσω αυτά που ξέρω. Υπάρχει έτσι μια άλλη πρόσληψη για την κατάθλιψη και τη μελαγχολία. Το υποκείμενο δεν το βλέπουμε μόνο δια μέσου της νόσου αλλά πρέπει να το παρατηρούμε σε όλες του τις διαστάσεις, συνολικά» είπε για να προσθέσει η Ζυράννα Ζατέλη ότι «η παιδική ηλικία τελειώνει όταν το παιδί αντιλαμβάνεται για πρώτη φορά την προοπτική του θανάτου». Για τη γραφή συγκεκριμένα συμφώνησαν απολύτως, ότι δηλαδή «ακόμα και αν δεν υπήρχε η παιδική ηλικία ο συγγραφέας θα έπρεπε να την εφεύρει» και αφηγήθηκαν στο κοινό ιστορίες που τις συγκλόνισαν και τις ακολουθούν μέχρι σήμερα από τα παιδικά τους χρόνια.

«Η παρούσα κρίση μας δείχνει πόσο τα πράγματα είναι, ανά πάσα στιγμή, αβέβαια» συνέχισε η Ζυράννα Ζατέλη. «Αφού χάσαμε την ψυχή μας για τα λεφτά, χάνουμε τώρα και τα λεφτά. Γεμίσαμε όλα αυτά τα χρόνια πλαστές ανάγκες. Το τραγικό είναι ότι θα την πληρώσουν το τίμημα πολλοί αθώοι και θα γλιτώσουν πολλοί που φταίνε για την κατάσταση. Απορώ πώς μερικοί άνθρωποι κοιμούνται τα βράδια. Κι αυτές τις μέρες σκέφτομαι τον Καμύ που έλεγε ότι το ζητούμενο είναι «να είσαι καλός, έντιμος» έστω κι «από παραξενιά». Κανένας ανήσυχος πάντως δεν πιάστηκε στον ύπνο εδώ που τα λέμε. Πιστεύω ότι αυτή η καταστροφή κάπου θα βγάλει, θα βρεθούν οι βαθύτερες ισορροπίες που χάθηκαν. Τα πράγματα γίνονται και απαντιώνται. Τα πράγματα όμως αλλάζουν αργά και επώδυνα. Νομίζω παράγινε το κακό με την ανωτερότητα του ανθρώπινου είδους για το οποίο τα πάντα είναι η υλική του ευμάρεια. Μπορούμε λ.χ. από ένα βιβλίο να έχουμε ατόφιο ψυχικό κέρδος. Η ανάγνωση είναι η μόνη ηδονή που παραμένει ατιμώρητη. Η δυσκολία, το ανυπόφορο, πιστεύω ότι θα ωριμάσει τους ανθρώπους. Να σας πω, επιπλέον, ότι δε μ’ αρέσει καθόλου που απ’ το πρωί μέχρι το βράδυ οικτίρουμε τη νεολαία» κατέληξε.
Η Φωτεινή Τσαλίκογλου εξέφρασε την άποψη ότι «πληρώνουμε μια ατσαλάκωτη εποχή» και ότι «η αποδοχή της αδυναμίας μας συνιστά δύναμη». Μια αλλαγή συνείδησης θα σήμαινε μια αλλαγή των επιθυμιών μας. «Υπάρχει όμως ο κίνδυνος να ηθικοποιηθεί αυτή η κρίση» τόνισε θεωρώντας μια τέτοια διάσταση παραπλανητική. Ένας νεαρός την ρώτησε προς το τέλος που έχει καταλήξει η ίδια μετά από τόσα χρόνια ενασχόλησης με την κατάθλιψη ως καθηγήτρια και ως συγγραφέας. «Είναι για μένα ενδιαφέρουσα και παράξενη αυτή η συνθήκη που σ’ έναν άνθρωπο του αδειάζει τη ζωή. Νομίζω όμως ότι δεν τα καλύπτει εν τέλει όλα ο φόβος του θανάτου. Το ορατό είναι πάντα το πρόσχημα. Η ύπαρξη ενός απόλυτου «πριν» που είναι σκοτεινό και απροσδιόριστο βρίσκεται στη ρίζα της μελαγχολίας. Είναι αυτό που ο Χειμωνάς ονόμασε «υπερτροφικό άλεκτο». Η αναζήτηση αυτού του πράγματος δεν έχει τέλος, γι’ αυτό συνεχίζω να γράφω, είναι αυτή η έλλειψη που με κινητοποιεί, αυτή η πάλη με το ανέφικτο» ανέφερε.

Τις εντυπώσεις έκλεψε και το χειροκρότημα απέσπασε μια 16χρονη κοπέλα που πήρε το λόγο. «Κυρία Ζατέλη, έχω έλθει σε επαφή με το έργο σας εδώ και δυο μήνες και το έχω πραγματικά ερωτευτεί» είπε η μαθήτρια αναφέροντας ότι τον τελευταίο καιρό στο σχολείο της τα παιδιά έχουν αλλάξει στάση απέναντι στα πράγματα, ενδιαφέρονται για το τι συμβαίνει και έχουν αρχίσει να ανταλλάζουν βιβλία. Σε τέτοιους καιρούς, να και κάτι πραγματικά παρήγορο. Το κοινό πάντως δείχνει ανήσυχο, ψάχνεται και αναζητά τις απαντήσεις, έχει ανοίξει τα αυτιά του και περιμένει πολλές ανάλογες εκδηλώσεις στη συνέχεια.