Τον Νοέµβριο του 1965 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις του Βιβλιοπωλείου της Εστίας το µυθιστόρηµα «Το λάθος» του Αντώνη Σαµαράκη.

Ασπρόµαυρο εξώφυλλο, µε χαρακτική εικονογράφηση, το βιβλίο ήταν το τέταρτο του 46χρονου, τότε, συγγραφέα, αφιερωµένο «στην Ελενίτσα», τη µούσα του, τη γυναίκα του, µε την οποία είχαν παντρευτεί δυόµισι χρόνια νωρίτερα, τον Φεβρουάριο του 1963.

Μετά τη συλλογή διηγηµάτων «Ζητείται ελπίς» (1954), το µυθιστόρηµα «Σήµα κινδύνου» (1959) και τη συλλογή «Αρνούµαι», το «Λάθος» ήταν ένα στυλιστικό και µυθοπλαστικό επίτευγµα, µοντέρνο τόσο ως προς τη γραφή όσο και ως προς τη µυθιστορηµατική ιδεολογία. Περίπου δύο χρόνια πριν από τη δικτατορία των συνταγµαταρχών ο Σαµαράκης έδωσε ένα µυθιστόρηµα µε θέµα τον ολοκληρωτισµό.

«Πολύ πριν ξεκινήσω να το γράφω – το άρχισα το 1962 – µε βασάνιζε το πρόβληµα “ολοκληρωτισµός” (…) Ο ολοκληρωτισµός ήταν πάντα εδώ – και είναι και σήµερα, το 1996» έγραφε ο ίδιος στο αυτοβιογραφικό του «1919 – », που κυκλοφόρησε το 1996. Αλλά τελικά δεν είναι το θέµα «ολοκληρωτισµός» που κάνει το βιβλίο τόσο µοντέρνο, έστω κι αν ο Σαµαράκης έβαλε µέσα τη δική του αυτοβιογραφική εµπειρία από τα ολοκληρωτικά συστήµατα που είχε ζήσει, τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου και την Κατοχή. «Το λάθος» είναι τελικά η διαρκής αναζήτηση της ελευθερίας, της «ενδόµυχης ελευθερίας», όπως έλεγε ο ίδιος ο Σαµαράκης, δηλαδή αυτής που έχει σχέση µε την ίδια την ανθρώπινη συνθήκη και την ανθρώπινη υπόσταση.

Θρίλερ, αστυνοµικό και ταυτόχρονα ψυχολογικό και φιλοσοφικό µυθιστόρηµα, «Το λάθος» συνάντησε µία παγκόσµια πρωτοφανή υποδοχή. Μεταφράσεις σε περισσότερες από 30 γλώσσες, µια πασίγνωστη κινηµατογραφική ταινία, του Γερµανού Πέτερ Φλάισµαν, µε τον Μισέλ Πικολί και τον Ούγκο Τονιάτσι, όπου το σενάριο υπέγραφαν – αξίζει να σηµειωθεί, για τη συγγραφική τους ποιότητα – ο Γάλλος Ζαν-Κλοντ Καριέρ και ο Γερµανός Μάρτιν Βάλσερ , και κυρίως ένας κριτικός θρίαµβος.

Αλλά εκείνοι που αποθέωσαν τον Σαµαράκη ήταν οι οµότεχνοι. ∆εν νοµίζω ότι υπάρχει στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς τέτοια οµοφωνία για ένα βιβλίο από τους ανθρώπους του metier. Η Αγκάθα Κρίστι, ο Γκρέιαµ Γκριν, ο Ζορζ Σιµενόν, ο Αντρέ Μαλρό, ο Αρθουρ Μίλερ , ο Αρθουρ Κέσλερ ήταν µερικοί από τους συγγραφείς που αποθέωσαν το µυθιστόρηµα, όπου ο Χίτσκοκ συναντά τον Κάφκα και τον Τζόρτζ Οργουελ.

∆εν είναι τυχαία η αναφορά στον Κάφκα. Ο Σαµαράκης κινήθηκε στην περιοχή των αρχετύπων, έτσι ώστε το µυθιστόρηµά του να µην έχει «εθνικά» χαρακτηριστικά. Η χώρα δεν κατονοµάζεται. Η εξουσία που την κυβερνά είναι «το καθεστώς». Η µυστική υπηρεσία ασφαλείας της είναι η «ειδική υπηρεσία» και στρατηγείο της «το κεντρικό». Τα όργανά της είναι «ο προϊστάµενος», «ο ανακριτής» και «ο µάνατζερ» και το θύµα τους είναι «ο άνθρωπος του Καφέ Σπορ». «Το σχέδιο» είναι η µηχάνευση του καθεστώτος για να παγιδεύει τον άνθρωπο του Καφέ Σπορ. Στο τέλος ο άνθρωπος θριαµβεύει του µηχανισµού, όχι όµως χωρίς κόστος. Αυτό το τέλος δίνεται µυθιστορηµατικά από τον Σαµαράκη µέσα από µια καταπληκτική σκηνή κορύφωσης, τόσο λιτή, τόσο δραµατική και ταυτόχρονα µε τόσο χιούµορ. Και τι αίσθηση ρυθµού. Τελικά τίποτε δεν είναι τυχαίο. «Ο άνθρωπος του Καφέ Σπορ» στο βιβλίο έχει µορφή. Είναι ο ίδιος ο Αντώνης Σαµαράκης. Μια δική του φωτογραφία ταυτότητας, «ένα πρόσωπο εντελώς συνηθισµένο, από κείνα που συναντά κανείς χιλιάδες», γράφει ο ο συγγραφέας για τον ήρωά του. «Οταν το 1965 τελείωνα “Το λάθος”, στη θέση του υπόπτου είπα να βάλω µια φωτογραφία από εφηµερίδα, να διαλέξω κάποιον που να δείχνει συνήθης ύποπτος… Τελικά βρήκα τη λύση: µια δική µου φωτογραφία όπου να δείχνω συνήθης ύποπτος». Ηταν µία φωτογραφία του 1951-52. Με γυαλιά και µουστάκι.

Ξαναδιάβασα τώρα «Το λάθος» για να γράψω αυτό το κείµενο. Συγκρατώ ακόµη τη φράση της αρχής: «Οχι, δεν άκουσα τι µου είπε. Συνέπεσε κείνη την ώρα να διασταυρωθούµε µ’ ένα πελώριο ψυγείο. Φρούτων νοµίζω».

Καζαντζάκης, Σαµαράκης, Βασιλικός

Δεν είναι και λίγο για μια εθνική λογοτεχνία και μια γλώσσα που μιλιέται από λίγα εκατομμύρια ανθρώπους να έχουν αναδείξει στον 20ό αιώνα τρεις συγγραφείς με παγκόσμια εμβέλεια. Ο Καζαντζάκης με το μυθιστόρημα Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά, ο Σαμαράκης με το μυθιστόρημα Το λάθος και ο Βασιλικός με το μυθιστόρημα Ζ έχουν βγάλει την ελληνική λογοτεχνία έξω από τα περιορισμένα γλωσσι κά όρια της ελληνικής γλώσσας. Οι μεγαλομανείς της ελληνικής λογοτεχνίας, που είχαν στείλει στη uni0394ιεθνή Εκθεση Βιβλίου της Φραγκφούρτης, όταν η Ελλάδα ήταν τιμώμενη χώρα, και την κουτσή συγγραφική Μαρία, ξοδεύοντας απίστευτα χρήματα, αδυνατούσαν να δουν την πραγματικότητα. Η Ελλάδα, συγκρινόμενη με τις ανάλογές της χώρες και όχι με τους λογοτεχνικούς κολοσσούς της μεγάλης παράδοσης και των μεγάλων γλωσσών, έχει κιόλας τα επιτεύγματά της χάρη σ’ αυτούς τους τρεις αναγνωρίσιμους συγγραφείς. Ας τους επανεκτιμήσουμε λοιπόν, ιδιαίτερα τον Σαμαράκη και τον Βασιλικό, που με το Ζ του υλοποιεί συγχρονικά στην Ελλάδα τη μεγάλη κατάκτηση του non fiction novel, του μη μυθοπλαστικού μυθιστορήματος. Τα του Καίσαρος τω Καίσαρι.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ