Ο γάλλος συγγραφέας Αντουάν ντε Σαιντ-Εξιπερύ εξέδωσε το 1943 τον «Μικρό Πρίγκιπα», ένα εμβληματικό για τον εικοστό αιώνα έργο όπου ένα μικρό αγόρι μαθαίνει τα μυστικά της φιλίας και της αγάπης από μια αλεπού. Ο «Μικρός Πρίγκιπας» είναι ένα σπάνιο βιβλίο, ένα παραμύθι και ταυτόχρονα μια φιλοσοφική πραγματεία για την ανθρώπινη φύση.

Την ίδια χρονιά ο πιο γνωστός «αεροπόρος» συγγραφέας εξέδωσε ένα λιγότερο γνωστό αλλά επίσης σημαντικό έργο, το «Γράμμα σ’ έναν όμηρο» (Πατάκης, 2011) που έγραψε το 1942, την περίοδο της εξορίας του στην Αμερική. Το συμβολικό αυτό κείμενο για την λυτρωτική σημασία της φιλίας και τον θεμελιώδη ρόλο που παίζει ο σεβασμός απέναντι στον άνθρωπο ως πνευματική ουσία και ως βάση του πολιτισμού, είναι γραμμένο στον βαρύ ίσκιο του πολέμου και εμπνευσμένο από αληθινά περιστατικά της ζωής του.

{{{ moto }}}

Ο ίδιος πήγε στην Πορτογαλία τον Δεκέμβρη του 1940, ύστερα πέρασε στην έρημο Σαχάρα, έκανε τον ανταποκριτή στην Ισπανία κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο κι ακολούθως έφυγε για την Αμερική. Αρχικά σκόπευε να μείνει εκεί για λίγες μόνο εβδομάδες αλλά επέστρεψε τελικά μετά από δυόμισι χρόνια. Το «Γράμμα σ’ έναν όμηρο» είναι γεμάτο θλίψη και ενοχή.

Ο Σαιντ-Εξιπερύ εγκατέλειψε την πατρίδα του ενώ η Γαλλία βρισκόταν υπό γερμανική κατοχή και ο φίλος του Λεόν Βερτ, εβραϊκής καταγωγής, κινδύνευε να χάσει τη ζωή του. Αυτός είναι ο «όμηρος» στον οποίο ο συγγραφέας απευθύνεται σε ενικό αριθμό αλλά μέσω αυτού μιλάει σ’ όλους τους συμπατριώτες του.

«Πώς να φτιάξεις έναν νέο εαυτό; Πώς να ξανατυλίξεις το πυκνό νήμα των αναμνήσεων;» διερωτάται ο Σαιντ-Εξυπερύ που βιώνει ένα είδος υπαρξιακής λιποταξίας, φοβάται ότι θα χάσει τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της προσωπικότητάς του, τα σημεία αναφοράς που συνθέτουν την ταυτότητά του. «Θέλω να ‘μαι ταξιδιώτης, αλλά όχι πρόσφυγας» εκμυστηρεύεται ο ίδιος στον εγκλωβισμένο φίλο του.

Στο προλογικό σημείωμα του βιβλίου η Françoise Gerbod επισημαίνει ότι «μόνο σκεπτόμενος τον Λέον Βερτ να ζει στο χωριό του στη Γαλλία αποκτά ο Σαιντ-Εξιπερύ χειροπιαστή ύπαρξη. Μόνο χάρη στη φιλία του δεν είναι μετανάστης πλέον, αλλά ταξιδιώτης. Αυτό είναι το κεντρικό θέμα του «Γράμματος σ’ έναν όμηρο». Ο μετανάστης δεν έχει πια ρίζες. Ενώ ό,τι αγαπά ο ταξιδιώτης τον κρατά σταθερά προσανατολισμένο προς τη χώρα του, κι ας βρίσκεται ο ίδιος προσωρινά έξω από τα σύνορά της».

«Τι σημασία έχει πού είσαι, στο διπλανό δωμάτιο ή στην άλλη μεριά του πλανήτη; Η παρουσία του φίλου που φαινομενικά είναι μακριά μπορεί να είναι πιο έντονη κι από μια αληθινή παρουσία» γράφει ο Σαιντ-Εξιπερύ. «Ένας φίλος πρέπει να καλλιεργηθεί για πολύ καιρό, προτού ζητήσει τα χρωστούμενα της φιλίας. Πρέπει να καταξοδεύεσαι επί γενεές ολόκληρες επισκευάζοντας ένα ετοιμόρροπο παλαιό κάστρο, ώστε να μάθεις να το αγαπάς».

«Το χαμόγελο ενώνει εδώ τους ανθρώπους – κι είναι πατρίδα, αυτό το χαμόγελο, είναι Εκκλησία» τονίζει ο Σαιντ- Εξιπερύ που μαθήτευσε σε πολλά εκκλησιαστικά ιδρύματα στα νιάτα του. Καταλήγει στο ότι «η φιλία εμφανίζεται ως το καλύτερο παράδειγμα σεβασμού προς τον άνθρωπο» σ’ αυτή την συγκινητική, ελεγειακή δήλωση αγάπης και συμπόνιας που καταθέτει για την ανύψωση του ανθρώπινου είδους, σε μια περίοδο που ο ναζισμός επιβάλλει την ζοφερή τάξη του.

Ο συγγραφέας που χάθηκε το 1944 σε μια αναγνωριστική αεροπορική αποστολή προς την κοιλάδα του Ρήνου, βρίσκει στο χαμόγελο μια πανανθρώπινη ουσία. «Μέσ’ απ’ το χαμόγελο σμίγουμε πέρα από γλώσσες, τάξεις, παρατάξεις. Είμαστε οι πιστοί της ίδιας Εκκλησίας, ο καθείς με τις συνήθειές του κι εγώ με τις δικές μου».

Η φωνή του Σαιντ-Εξιπερύ φτάνει διαπεραστική στις μέρες μας. «Σεβασμός προς τον άνθρωπο! Σεβασμός προς τον άνθρωπο!… Να η λυδία λίθος».

Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ
Γράμμα σ’ έναν όμηρο
Μετάφραση Μιχάλης Μακρόπουλος
Εκδόσεις Πατάκη, 2011, σελ. 92, τιμή 6,50 ευρώ