Δύο αρχαία αργυρά νομίσματα και ένα χάλκινο μπορεί να μην αποτελούν εντυπωσιακό εύρημα, όταν όμως προέρχονται από το ναυάγιο του «Μέντορα» του πλοίου με το οποίο ο Ελγιν μετέφερε τα Γλυπτά του Παρθενώνα στην Αγγλία, τότε είναι σημαντικά.

Τα βρήκε τον Ιούλιο κλιμάκιο της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων, που υπό την διεύθυνση του καταδυόμενου αρχαιολόγου Δρ. Δημήτρη Κουρκουμέλη πραγματοποίησε υποβρύχια αρχαιολογική έρευνα στο ιστορικό ναυάγιο «Μέντωρ» στα νοτιοανατολικά Κύθηρα κοντά στον Αβλέμονα. Εκεί δηλαδή, όπου είχε βυθιστεί τον Σεπτέμβριο του 1802. Θραύσματα μαρμάρων ή γλυπτών όμως, που είναι το μέγα ζητούμενο, δεν εντοπίσθηκαν.

Αντίθετα, αντικείμενα του δεκαμελούς πληρώματος του πλοίου, όπως όπλα βρέθηκαν κατά τη διάρκεια της έρευνας, που επικεντρώθηκε στη περιοχή της πρύμνης. Εντοπίσθηκαν έτσι δύο πιστόλες, η διακόσμηση του κοντακίου ενός ντουφεκιού, βόλια τριών διαφορετικών διαμετρημάτων, λίθινα τσακμάκια για τα όπλα και μία οβίδα μικρού κανονιού. Επίσης όργανα ναυσιπλοΐας, μία μικρή πυξίδα χειρός με χρυσή αλυσίδα και η πυξίδα του πλοίου. Αλλά και σκεύη διαφόρων τύπων (γυάλινα, πήλινα ή πορσελάνινα), φιάλες, διακοσμητικά στοιχεία, που βρίσκονταν προφανώς στο χώρο ενδιαίτησης των αξιωματικών και νομίσματα της συγκεκριμένης περιόδου. Οσο για τα αρχαία νομίσματα βρέθηκαν ανάμεσα στις πέτρες του έρματος του πλοίου.

Η έρευνα έγινε στο διάστημα από 6 έως 15 Ιουλίου και είναι η τέταρτη των νεώτερων χρόνων στον «Μέντορα», που βρίσκεται σε βάθος 22-24 μέτρων μέσα στην άμμο (είναι σχεδόν σκεπασμένο). Προηγήθηκε το 1975 ο πλοίαρχος Κουστώ, ακολούθως το Ινστιτούτο Εναλίων Αρχαιολογικών Ερευνών, το 1980 και τέλος η Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων το 2009, όταν είχαν εντοπισθεί ανάμεσα σε λίθους, προφανώς του έρματος του πλοίου, διάφορα ευρήματα, όπως απολιθώματα ιχθύων σε σχιστολιθικές πλάκες, που από τότε είχε θεωρηθεί ότι μπορούν να προέρχονται από το φορτίο.

Κατά τη διάρκεια της φετινής έρευνας καθαρίσθηκε μάλιστα και ένα μέρος του κελύφους του πλοίου, το οποίο είχε εντοπιστεί ήδη από την έρευνα του 1980 και όπως διαπιστώθηκε σώζεται σε αρκετά καλή κατάσταση. Επιπλέον όμως τα ευρήματα, που ανασύρθηκαν από το ναυάγιο, αποτελούν ενδείξεις της διαβίωσης των πληρωμάτων των εμπορικών πλοίων σε μία ταραγμένη ιστορική περίοδο της Ανατολικής Μεσογείου.
Γενικότερα πάντως τα αποτελέσματα της έρευνας θεωρούνται ιδιαίτερα ενδιαφέροντα και ενθαρρυντικά, γιατί το ναυάγιο συνδέεται με μία από τις πιο μελανές σελίδες της ιστορίας του Παρθενώνα και των γλυπτών του, που η περιπέτειά τους συνεχίζεται ως σήμερα. Και επειδή η ελπίδα δεν πεθαίνει, η συνέχιση των ερευνών, ίσως αποδώσει κάποια νέα στοιχεία για το ίδιο το πλοίο και για το πολύτιμο, κλεμμένο φορτίου του.
Ο «Μέντωρ« ήταν ένα δικάταρτο μπρίκι στο οποίο ο Ελγιν είχε φορτώσει 17 κιβώτια με γλυπτά από την Ακρόπολη κυρίως: Από τη Ζωφόρο του Παρθενώνα και τον ναό της Αθηνά Νίκης, τμήματα αγαλμάτων, σπόνδυλοι κιόνων, ένας μαρμάρινος θρόνος (τον είχε υποσχεθεί ως δώρο στον πεθερό του) κ. ά.
Το ναυάγιο έγινε στις 17 Σεπτεμβρίου όταν το πλοίο παρασυρμένο από τον δυνατό άνεμο που έπνεε στο Ταίναρο παρασύρθηκε προς στα Κύθηρα. Καθώς προσπαθούσε να προφυλαχθεί στο λιμανάκι του Αβλέμονα, κόπηκαν στα σκοινιά από τις άγκυρες και στη συνέχεια το πλοίο κτύπησε στα βράχια, έγυρε και βυθίστηκε σε λίγες ώρας. Θύματα δεν υπήρξαν και για την ανέλκυση των γλυπτών από το σκάφος επιστρατεύτηκαν καλύμνιοι σφουγγαράδες. Αργότερα τα γλυπτά φορτώθηκαν σε άλλο πλοίο και από εκεί ταξίδεψαν στην Αγγλία

Την εφετινή έρευνα πάντως, χρηματοδότησε και συνέδραμε το Αυστραλιανό Ιδρυμα «Kytherian Research Group».