Πρόεδρος του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης της Θεσσαλονίκης, καλλιτεχνική διευθύντρια του Ιδρύματος Κωστόπουλου, ιστορικός τέχνης, μουσειολόγος και επιμελήτρια εκθέσεων, όπως η πρόσφατη του Φλαμανδού Γιαν Φαμπρ – μία από τις πιο συζητημένες της πρόσφατης Μπιενάλε Βενετίας. Η Κατερίνα Κοσκινά, αν μη τι άλλο, έχει πολλούς τίτλους. Είναι άραγε ένα φιλόδοξο άτομο; «Απολύτως» απαντά χωρίς κανέναν δισταγμό. «Και με φοβίζουν οι μη φιλόδοξοι άνθρωποι» . Σε τι συνίσταται η δική της φιλοδοξία; «Να δω ότι έχω συμβάλει έστω και λίγο στο να αλλάξει προς το καλύτερο το τοπίο της τέχνης στην Ελλάδα».

Λένε, ωστόσο, ότι μια άλλη φιλοδοξία της Κατερίνας Κοσκινά είναι να γίνει η νέα διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης, θέση που ως σήμερα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την προσωπικότητα της Μαρίνας Λαμπράκη-Πλάκα . Η σχετική φημολογία όλο και φουντώνει πυροδοτώντας διάφορα δημοσιεύματα. «Το είπατε πολύ καλά:Λένε.Δεν το είπα εγώ.Δεν έχω κάνει απολύτως καμία ενέργεια. Αλλωστε η Πινακοθήλη έχει διευθυντή» απαντά. «Δεν ενδιαφέρομαι για τη θέση της κυρίας Πλάκα. Ενδιαφέρομαι για οποιαδήποτε θέση κυρίου ή κυρίας έχει να κάνει με το αντικείμενο των σπουδών,της έρευνας και της εμπειρίας μου εφόσον υπάρχει νόμιμος,σαφής και διαφανής τρόπος να την προσεγγίσω.Δεν σας λέω όχι. Λέω απλά ότι οι θέσεις δεν έχουν όνομα».



Τελικά η κυρία Κοσκινά είναι ένα πρόσωπο γύρω από το οποίο οργιάζουν πολλές φήμες. Οπως ακόμη ότι η διοργάνωση της 3ης Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης (που βρίσκεται υπό την «ομπρέλα» του ΚΜΣΤ και είναι προγραμματισμένη να εγκαινιαστεί στις 18 Σεπτεμβρίου) «παιζόταν» ως την τελευταία στιγμή. «Οχι,η πραγματοποίησή της δεν “παιζόταν”. Ηταν απλά πάρα πολύ δύσκολη, κυρίως λόγω των χρονικών δυσκολιών» λέει και εξηγεί ότι η πρόταση για χρηματοδότηση που κατέθεσε η ίδια προσωπικά στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Μακεδονία-Θράκη 2007-2013 του ΕΣΠΑ έγινε μόλις τον περασμένο Αύγουστο με κύριο δικαιούχο το ΚΜΣΤ. Το κονδύλι με συγχρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Ενωση εγκρίθηκε για τρεις Μπιενάλε (το 2011, το 2013 και το 2015) αλλά ο χρόνος πίεζε ασφυκτικά, δεδομένου και ότι είχε αποφασιστεί να γίνει μια αναδιάρθρωση εκ βάθρων. «Είχαμε τη δυνατότητα είτε να χάσουμε την Μπιενάλε του 2011 και να μπούμε απευθείας σε αυτήν του 2013 είτε να το προσπαθήσουμε με νύχια και με δόντια.Και αυτό αποφασίσαμε».

– Ποια είναι η βασική διαφορά της εφετινής Μπιενάλε από τις προηγούμενες;



«Κατ΄ αρχάς, να σας πω ότι τόσο η εφετινή όσο και οι Μπιενάλε του 2013 και του 2015 θα είναι περισσότερο εστιασμένες στα καθ΄ ημάς επικεντρώνοντας στον ευρύτερο χώρο της Μεσογείου- σε αντίθεση με εκείνες που προηγήθηκαν. Η εφετινή χωρίζεται σε ένα κεντρικό και ένα παράλληλο πρόγραμμα, ενώ στο κεντρικό με τίτλο “Ο γκρεμός και το ρέμα” συμμετέχουν περίπου 70 καλλιτέχνες, με επιμελητές τον Ιταλό Πάολο Κολόμπο, την Ελληνίδα Μαρίνα Φωκίδη και την ισπανολιβανέζικης καταγωγής Μαχίτα Ελ Μπά χα Ουριέτα. Το πρόγραμμα διαχέεται σε όλη την πόλη. Και στους χώρους των πέντε μουσείων της πόλης (Αρχαιολογικό, Βυζαντινού Πολιτισμού, Τελλόγλειο, Μακεδονικό Σύγχρονης Τέχνης, ΚΜΣΤ) και σε ιστορικά κέντρα, βυζαντινά, οθωμανικά, νεοκλασικά ή χώρους της πόλης. Παράλληλα υπάρχουν τα workshops νέων καλλιτεχνών, υπάρχει το φεστιβάλ performance… Ολο αυτό θα πλαισιωθεί από συμπόσιο του μεσογειακού συμβουλίου για τον πολιτισμό. Εν τω μεταξύ, τα άλλα τέσσερα μουσεία παράγουν αυτοτελείς δικές τους εκθέσεις που συνδέονται με το θέμα της Μπιενάλε».

– Σε μια τόσο δύσκολη οικονομική συγκυρία αυτή η σύνθετη δουλειά ακούγεται σχεδόν εξωπραγματική.

«Γι΄ αυτό ακούσατε αυτά τα σχόλια. Και δεν έχει να κάνει καθόλου με την αδυναμία μας να το πραγματοποιήσουμε ή με άλλα εσωτερικά προβλήματα. Δουλεύουμε γι΄ αυτό- ας μου επιτραπεί η έκφραση- κτηνωδώς».

– Τι τροφοδότησε λοιπόν όλη αυτή τη φημολογία;



«Δεν το ξέρω. Μήπως την μπερδεύουν με την Μπιενάλε της Αθήνας, που άκουσα ότι υπάρχει κίνδυνος να μη γίνει;».

– Τον Δεκέμβριο λήγει η θητεία σας ως προέδρου του ΚΜΣΤ. Θα σας ενδιέφερε να την ανανεώσετε;



«Δεν ανανεώνεται η θητεία από αυτόν που… εκτίει την ποινή του. Ανανεώνεται από το ΥΠΠΟ. Ωστόσο, δεν θα με ενδιέφερε να συνεχίσω σε αυτή τη θέση τουλάχιστον υπό τις παρούσες συνθήκες. Γιατί έχω εργαστεί πάρα πολύ σκληρά και το να εργάζεται κάποιος τόσο πολύ δωρεάν και αμισθί ξεπερνάει τα όρια της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Βεβαίως, σε επίπεδο εμπειρίας πήρα πολλά. Αλλά υπήρξε αλλαγή στον νόμο και ο ρόλος του προέδρου βρέθηκε να είναι ιδιαίτερα απαιτητικός και με τεράστιες ευθύνες. Επιπλέον είμαι μόνη μου διότι έχει λήξει η θητεία του διευθυντή εδώ και περίπου οκτώ μήνες. Είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα».

– Η Ελλάδα,ειδικά στην παρούσα συγκυρία,έχει κάτι να «πει» στον διεθνή χώρο της τέχνης; Θα μπορούσαν ποτέ η ελληνική τέχνη και οι ελληνικές συλλογές να αποτελέσουν εξαγώγιμα «προϊόντα»;



«Βέβαια και μπορούμε. Δυσκολευόμαστε στο ότι δεν υπάρχει κατάλληλη στήριξη, ένα σύστημα που να στηρίζει τους έλληνες καλλιτέχνες. Αν δεν υπάρχει μια πολιτική για τη στήριξη της σύγχρονης τέχνης- ενδεχομένως όχι τόση όσο της αρχαίας, που εδώ και πάρα πολλά χρόνια αποτελεί το μόνο σημείο αναφοράς και ενίσχυσης του ΥΠΠΟ- πώς να προχωρήσουμε; Προσωπικά πιστεύω στη συνέχεια της τέχνης και δεν θεωρώ την αρχαία τέχνη αντίπαλη. Είμαι υπερήφανη που έχουμε αυτό το υπέδαφος και παρελθόν. Απλά δεν μπορώ να καταλάβω γιατί παράλληλα με αυτό που ήμασταν δεν κοιτάμε και αυτό που είμαστε τώρα. Δεν μπορώ να καταλάβω, δηλαδή, πώς μπορούμε να χτίζουμε το “Διογένης Ρalace” ως πολιτιστικό κέντρο και να μην έχουμε καταφέρει με κάποιον τρόπο να έχει λήξει το θέμα των μουσείων σύγχρονης τέχνης που είναι ακόμη προσωρινά στεγαζόμενα».

– Με ένα τόσο ασφυκτικά γεμάτο πρόγραμμα όσο το δικό σας μπορεί κανείς να απολαμβάνει μια ευτυχισμένη προσωπική ζωή;



«Είναι πάρα πολύ δύσκολο. Πρέπει να σας πω ότι είμαι ένας εξαιρετικά μοναχικός άνθρωπος. Δεν έχω παρέες. Είμαι ταμένη. Αισθάνομαι κουρασμένη, σχεδόν εξαντλημένη σε ό,τι αφορά τη βιολογική, πνευματική δουλειά και στερημένη για πάρα πολλούς λόγους. Στερημένη από χρόνο προσωπικό και μελέτη. Θα ήθελα περισσότερο από οποιαδήποτε θέση από αυτές που μου αναφέρατε να καθήσω σε κάποιο σπίτι ήρεμα και να ανοίξω τα βιβλία που δεν προλαβαίνω να ανοίξω τα τελευταία 10-15 χρόνια».

«ΟΙ ΣΥΛΛΕΚΤΕΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΜΕΝΟΙ ΝΑ “ΑΝΟΙΓΟΥΝ” ΤΙΣ ΣΥΛΛΟΓΕΣ ΤΟΥΣ ΣΤΟ ΚΟΙΝΟ»

Σε ένα από τα τελευταία τους φύλλα οι «Τimes» είχαν αφιέρωμα στο νέο πρότζεκτ του ΔΕΣΤΕ του Δάκη Ιωάννου στην Υδρα.Από την άλλη,ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος ολοκληρώνει σε λίγες ημέρες την παρουσίαση της συλλογής του στο Γκουγκενχάιμ του Μπιλμπάο.Πώς σχολιάζει η Κατερίνα Κοσκινά τη διεθνή πορεία αυτών των δύο συλλεκτών;

«Μιλάτε για δύο πολύ μεγάλους συλλέκτες διεθνούς βεληνεκούς.Βεβαίως συλλογή σημαίνει άποψη.Αλλά αυτό δεν είναι αρκετό.

Χρειάζεται και κάτι…ας το πούμε πιο αντικειμενικό.Γενικά,ωστόσο,νομίζω ότι “ανοίγουμε”.Και με συντονισμένες προσπάθειες μπορούμε να καταφέρουμε πολλά».

– Ακούγεται ότι η δημιουργία συλλογών τέχνης είναι το αγαπημένο «χόμπι» των πλουσίων.Και όμως,πολλές συλλογές,όπως η συλλογή Κοπελούζου για παράδειγμα,μένουν μακριά από το κοινό.Δεν θα έπρεπε να συμβαίνει το αντίθετο;

«Θα πρέπει,αλλά δεν το καταλαβαίνω ακριβώς αυτό.Ενας άνθρωπος αποφασίζει γιατί έχει τα μέσα,έχει την αγάπη,να κάνει μια συλλογή.Πώς θα τον υποχρεώσουμε να την “ανοίξει”; Δεν την κληρονόμησε,την έφτιαξε.Είναι θεμιτό να είναι ανοιχτή στο κοινό,αλλά αυτό είναι προσωπική υπόθεση του κάθε συλλέκτη. Δεν μιλάμε για την Ακρόπολη.Μετά,είναι η νοοτροπία.Στην Αμερική οι ιδιωτικές συλλογές καταλήγουν συνήθως σε μουσεία και οι οικογένειες γενεές μετά συνεχίζουν να δωρίζουν.Βεβαίως,αν η πολιτεία είχε φτιάξει ένα Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης- όπως το νέο Μουσείο Ακρόπολης- με πτέρυγες,ίσως άλλαζαν γνώμη οι συλλέκτες».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ