Η ζωή της αποτελεί ιδανικό υλικό γα μυθιστόρημα. Μεταξύ επαναστάσεων και πολέμων η καλλιτέχνις Λάρα Μπαλάντι αναγκάστηκε να ακολουθήσει τους μεταναστευτικούς δρόμους της οικογένειάς της από τον Λίβανο στην Αίγυπτο, από εκεί στη Γαλλία και πάλι πίσω στην Αίγυπτο. Οσο ήταν παιδί η 42χρονη Μπαλάντι απλάκατέγραφε και παρατηρούσε τα όσα δραματικά συνέβαιναν. Ηταν έφηβος πια όταν γυρίζοντας πίσω το φιλμ της ζωής της, όπως λέει, αντιλήφθηκε- όχι χωρίς κόστος- ότι ανήκει στην ιδιαίτερη ράτσα των ανθρώπων που δεν ανήκουν πουθενά και νιώθουν ότι μπορούν να ταιριάξουν σε πολλά μέρη του κόσμου. «Είμαι σαν τον χαμαιλέοντα» μας λέει χαμογελαστά διηγούμενη την περιπετειώδη ζωή της με φόντο τη θάλασσα του Θερμαϊκού. Η Λάρα Μπαλάντι που εκθέτει έργα της σε μερικά από τα μεγαλύτερα μουσεία του κόσμου και έχει στο ενεργητικό της συμμετοχές σε πολλές Μπιενάλε βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη για να συμμετάσχει στην έκθεση «Ανησυχητικές Μούσες» του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης που εγκαινιάστηκε προσφάτως με έργα γυναικών καλλιτεχνών μεικτής καταγωγής που εγκατέλειψαν τις πατρίδες τους λόγω δυσμενών συνθηκών. Και παρ΄ ότι ως «παιδί» των επαναστάσεων η Λάρα Μπαλάντι νιώθει ακόμη νωπές τις μνήμες από τις αιματηρές εξεγέρσεις στο Κάιρο- που τις έζησε με τέτοια ένταση ώστε να την αλλάξουν ουσιαστικά ως άνθρωπο και ως καλλιτέχνητο έργο που εκθέτει στη Θεσσαλονίκη είναι φιλοσοφικής σημασίας. Ο λόγος για το «Τριαντάφυλλο», ένα ψηφιακό μοντάζ μεγάλης κλίμακας από τη σειρά «Ημερολόγιο του Μέλλοντος» όπου κυριαρχούν φλιτζάνια με υπολείμματα καφέ. Πρόκειται για αναφορά στην, διαδεδομένη στον αραβικό κόσμο, τελετουργία.

«Δεν είμαι τόσο σίγουρη αν η ιστορία της ζωής μου είναι για να γραφτεί σε βιβλίο» μας λέει. «Γεννήθηκα στη Βηρυτό και είμαι μέρος της λιβανέζικης κοινότητας που μετανάστευσε στην Αίγυπτο. Αφήσαμε τον Λίβανο στις πρώτες δέκα ημέρες μετά την κήρυξη του πολέμου. Ηταν ένας σκληρός και δύσκολος αποχωρισμός.

Ηταν μια πολύ δυνατή αίσθηση απώλειας. Και παρ΄ ότι είπαμε ότι θα φύγουμε για την Αίγυπτο για να μείνουμε δέκα ημέρες, χρειάστηκε να περάσουν 19 χρόνια για να επιστρέψω στον Λίβανο».

– Τι θυμάστε από την Αίγυπτο;

«Θυμάμαι ότι σιχαινόμουν το αιγυπτιακό σχολείο. Επρεπε να τραγουδάω τον εθνικό ύμνο της χώρας κάθε μέρα. Δεν ήξερα καλά την αιγυπτιακή γλώσσα και δεν μ΄ ένοιαζε ο εθνικός ύμνος της Αιγύπτου. Νομίζω ότι όταν είσαι παιδί δεν καταλαβαίνεις τι συμβαίνει. Το μνημονικό σου είναι εν πολλοίς διαμορφωμένο από τις ιστορίες των άλλων όταν είσαι μικρός. Στην Αίγυπτο λοιπόν είχα να αντιμετωπίσω μια κατάσταση που δεν μπορούσα να αλλάξω. Ημουν παιδί και ο γονείς μου έπαιρναν αποφάσεις για εμένα. Εμεινα εκεί ενάμιση χρόνο και μετά βρέθηκα στο Παρίσι. Ημουν οκτώ ετών. Τότε, απλά κατέγραφα και παρατηρούσα. Μετά όλα γίνονται σκ… Μετά αντιλαμβάνεσαι την καταστροφή και λες: “Τι συνέβη σε μένα;”».

– Πώς ήταν το Παρίσι;

«Δεν ήταν ό,τι καλύτερο. Στην πραγματικότητα ήταν ολίγον ρατσιστικό, θα έλεγα. Ο δάσκαλός μου ήταν λιγάκι σκληρός. Αλλά και πάλι ήμουν μικρή και δεν πολυκαταλάβαινα. Αργότερα κατάλαβα. Εμεινα εκεί για τα δέκα επόμενα χρόνια. Αντιμετώπισα μεγάλη επιθετικότητα στο Γυμνάσιο. Οταν ήμουν μικρή μισούσαν τους Αραβες. Οταν μεγάλωσα μισούσαν τους εβραίους και νόμιζαν ότι ήμουν εβραία. Και ξέρετε ποιο είναι το αστείο; Νόμιζα ότι περνούσα καλά. Και τώρα που το σκέφτομαι λέω: “Χριστέ μου, όλα ήταν πραγματικά χάλια…”. Τρία χρόνια μετά σπούδασα στο Λονδίνο, και άλλα επτά πίσω στο Παρίσι».

– Στο Κάιρο τελικά ριζώσατε.Και προσφάτως γίνατε μέρος μιας ιστορικής επανάστασης.Ποια είναι η πιο ισχυρή ανάμνησή σας από τις αιματηρές διαμαρτυρίες κατά του καθεστώτος Μουμπάρακ;

«Η πιο ισχυρή εμπειρία που είχα κατά τη διάρκεια των αιματηρών διαδηλώσεων στο Κάιρο ήταν σίγουρα η “ημέρα του θυμού”, η 29η Ιανουαρίου, όταν όλη η Αίγυπτος “μετακινήθηκε” ένα βήμα μπρος και η εξέγερση γενικεύθηκε. Ηταν κάτι ιδιαίτερα βίαιο και συλλογικό. Και η συλλογικότητα του κινήματος ήταν το εκπληκτικό της ιστορίας. Να αισθάνεσαι ότι όλοι θέλουν το ίδιο πράγμα την ίδια στιγμή. Αυτό είναι συγκλονιστικό. Οταν το κίνημα έγινε συλλογικό απέκτησε την αληθινή του δύναμη».

– Σε ποιον βαθμό σάς άλλαξε όλο αυτό που ζήσατε ως καλλιτέχνη και ως άνθρωπο;

«Νομίζω ότι συνειδητοποίησα πως επηρεαζόμουν από το περιβάλλον μου πολύ περισσότερο απ΄ ό,τι νόμιζα. Ξαφνικά κατάλαβα ότι μπορεί να ταξιδεύω, να αγαπώ την τέχνη μου, αλλά είχα υποφέρει ιδιαίτερα απ΄ όλο το σύστημα. Και αυτή η συνειδητοποίηση με απελευθέρωσε, όπως απελευθέρωσε πολλούς Αιγυπτίους. Ετσι το πραγματικά σημαντικό είναι ότι ένιωσα πως αναστήθηκα. Ημουν πραγματικά αηδιασμένη. Νιώθαμε ότι είχαμε έναν μεγάλο τοίχο μπροστά μας. Και όταν ο τοίχος έσπασε έγινα απίστευτα ευτυχισμένη για την Αίγυπτο και τις επόμενες γενιές».

– Ησασταν μια καλλιτέχνις σε ανελεύθερο καθεστώς.Αντιμετωπίσατε προβλήματα λογοκρισίας πριν από τις εξελίξεις;

«Είχα να αντιμετωπίσω σοβαρά προβλήματα λογοκρισίας όσο ήμουν στην Αίγυπτο. Οταν δουλεύεις σε ένα ελεγχόμενο περιβάλλον και η λογοκρισία σε “κόψει” είναι σαν να μην έχεις κάνει τίποτε. Η πρόκληση λοιπόν ήταν να πεις ό,τι έχεις να πεις με έναν τρόπο που δεν μπορεί να λογοκριθεί. Πρέπει να δουλέψεις μ΄ έναν υπόγειο τρόπο, αλλά αυτό που θα έχεις να πεις να είναι ξεκάθαρο. Πρέπει να καταφέρεις να περάσεις το μήνυμά σου».

– Είναι αλήθεια ότι κρύψατε το έργο σας «Βorg Εl Αmal» στην Βiennale του Καΐρου το 2008/9 για να μην το δει η Σουζάν Μουμπάρακ;

«Ναι, ήταν αστείο και λίγο… ηλίθιο. Τοποθετήσαμε μια μεγάλη τέντα- στην Αίγυπτο γίνεται συχνά σε τελετές- και καλύψαμε το έργο. Ναι, πέρασε από μπροστά και δεν πήρε χαμπάρι. Νομίζω ότι δεν έδινε δεκάρα για όλα αυτά. Ηταν πολύ απασχολημένη να ψωνίζει σ΄ όλον τον κόσμο».

«ΔΕΝ ΑΝΗΚΩ ΠΟΥΘΕΝΑ»

– Τελικά έχετε πατρίδα; Ποιο μέρος είναι πιο κοντά στην καρδιά σας;

«Εχω επιλέξει να ζω στην Αίγυπτο, αγαπώ την Αίγυπτο και πιστεύω ότι είναι περισσότερο κοντά στην καρδιά μου και στην οικογενειακή μου ιστορία. Αλλά πάλι, είμαι μέρος της λιβανέζικης μειονότητας, δεν δείχνω σαν Αιγύπτια, κάποιοι με αποδέχονται ως Αιγύπτια και κάποιοι όχι. Νιώθω ότι ανήκω σε μια πολύ ιδιαίτερη ράτσα ανθρώπων που μπορούν να ταιριάξουν σε πολλά και διαφορετικά μέρη του κόσμου. Εχω πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Πολλές φορές νιώθω ότι δεν ανήκω πουθενά. Δεν είναι εύκολο να νιώθεις ότι δεν ανήκεις πουθενά. Μερικές φορές δεν με νοιάζει καθόλου, μερικές φορές με νοιάζει πολύ. Εξαρτάται…».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ