Στον βρετανό συγγραφέα Τζον Λε Καρέ, μεταξύ άλλων, θα απονείμει το Μετάλλιο Γκαίτε η Γερμανία, όπως ανακοίνωσε το ομώνυμο Ινστιτούτο, για τη συμβολή του στην «προώθηση της συνεργασίας, της ειρήνης και της δημιουργικότητας στην Ευρώπη».
Το τιμητικό Μετάλλιο του Ινστιτούτου Γκαίτε απονέμεται σε προσωπικότητες που έχουν επιδείξει «μια ξεχωριστή συνεισφορά στη γερμανική γλώσσα αλλά και στον παγκόσμιο διαπολιτισμικό διάλογο». Αυτός «ο δάσκαλος του πολιτικού αλλά και του ψυχολογικού αστυνομικού μυθιστορήματος», σύμφωνα με το Ινστιτούτο Γκαίτε, «συμπύκνωσε στα βιβλία του το δύσκολο ρόλο που έπαιξε η Γερμανία κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου» καταφέρνοντας επιπλέον «να αποδώσει ολοζώντανα τις συγκρούσεις στα παγκόσμια πεδία των μαχών».

«Πενήντα χρόνια μετά την ανέγερση του Τείχους του Βερολίνου, μία εικοσαετία μετά το τέλος της Σοβιετικής Ένωσης και δέκα χρόνια μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου -δε θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερη στιγμή για να αποτίσουμε φόρο τιμής στα αξιοσημείωτα επιτεύγματά του» συνέχισαν οι υπεύθυνοι του Ινστιτούτου.

«Η θεώρηση της γλώσσας και της γνώσης μιας χώρας, ως προαπαιτούμενο για να διεισδύσει στην ιστορία του κόσμου και να καταλάβει τις ιδεολογίες , τις θρησκείες και τους ανθρώπους, είναι μια βασική πτυχή που χαρακτηρίζει το έργο ζωής του Τζον Λε Καρέ. Τα μυθιστορήματά του, που καταπιάνονται με τις διαφορές Ανατολής και Δύσης και τον Ψυχρό Πόλεμο, αιχμαλωτίζουν τον αναγνώστη με την πολύ προσεκτική ψυχική απεικόνιση των χαρακτήρων και τον πλούτο των ιστορικών λεπτομερειών που εμπεριέχουν. Ο Λε Καρέ διέρρηξε τις στερεοτυπικές οπτικές γωνίες και άσκησε κριτική σε όσους πρόδωσαν τα ιδανικά του δυτικού κόσμου» αναφέρει το σκεπτικό της βράβευσής του.

Το Ινστιτούτο Γκαίτε χαρακτήρισε τον συγγραφέα «τον πιο διάσημο άνθρωπο στη Μεγάλη Βρετανία που μιλάει γερμανικά» και πρόσθεσε πως «ανέκαθεν ήταν πεπεισμένος ότι η γλώσσα είναι το κλειδί για να κατανοήσεις τις ξένες κουλτούρες». Ο άγγλος συγγραφέας άφησε το σχολείο στα δεκάξι για να σπουδάσει μοντέρνες γλώσσες στην Ελβετία, «αποφασισμένος να αγκαλιάσει τη γερμανική ψυχή» όπως δήλωσε πέρσι, αποφασίζοντας το 1949 ότι η Γερμανία «άξιζε να διερευνηθεί». Απ’ το 1959 εργάστηκε στην βρετανική πρεσβεία στη Βόννη και ακολούθως έγινε μυστικός πράκτορας της βρετανικής αντικατασκοπείας.

Οι γερμανοί δεν παρέλειψαν ν’ αναφερθούν και στις πολιτικές ανησυχίες του συγγραφέα που ξεπερνούν το έργο του καθώς «έχει επανειλημμένα κατηγορήσει την πολιτική της Δύσης και κυρίως την αμερικανοβρετανική συμμαχία στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας μετά τα τρομοκρατικά χτυπήματα της 11ης Σεπτεμβρίου στις ΗΠΑ».

Ο συγγραφέας μιλώντας πέρσι στο συνέδριο «Σκέψου γερμανικά» θυμήθηκε τα παιδικά του χρόνια. «Οι Γερμανοί υπήρξαν δολοφονικοί σύντροφοι. Βομβάρδισαν ένα απ’ τα σχολεία μου (που δε το πήρα και τόσο στραβά), βομβάρδισαν το γήπεδο τένις των παππούδων μου, που ήταν πράγματι πολύ άσχημο, και με είχαν γενικώς κατατρομοκρατήσει. Στην επαναστατική περίοδο της εφηβείας μου όμως, μια χώρα που υπήρξε τόσο πολύ κακή, κατέστη, εξ’ ορισμού, και άξια να ασχοληθεί κάποιος μαζί της. Επίσης, ένα απ’ τα λίγα πράγματα που απολάμβανα στο σχολείο ήταν το μάθημα των γερμανικών, με τα οποία η γλώσσα μου ανέπτυξε μια φυσική, φιλική σχέση».

Το Ινστιτούτο Γκαίτε θα απονείμει το Μετάλλιο στον συγγραφέα στις 28 Αυγούστου στη Βαϊμάρη, σε μια τελετή στην οποία θα τιμηθούν επίσης η γαλλίδα σκηνοθέτις του θεάτρου Αριάν Μνουσκίν και ο πολωνός διανοούμενος Άνταμ Μίχνικ.

Την ίδια τιμητική διάκριση έχουν αποσπάσει στο παρελθόν ο νομπελίστας ούγγρος συγγραφέας (με τις εβραϊκές ρίζες) Ίμρε Κέρτες, ο μαέστρος Ντάνιελ Μπάρενμποϊμ, ο σκηνοθέτης Μπίλι Γουάιλντερ και η εκδότρια Χέλεν Βολφ.

Τα βιβλία του συγγραφέα στα ελληνικά