Για τις ελληνικές βιβλιοθήκες έχουμε γράψει επανειλημμένως με διάφορες αφορμές. Πότε ήταν η συνδιάσκεψη του Υπουργείου Παιδείας τον Ιανουάριο για τη διαμόρφωση εθνικής πολιτικής για τα αρχεία και τις βιβλιοθήκες, πότε ήταν η δεινή κατάσταση στις Παιδικές και Εφηβικές Βιβλιοθήκες. Το Υπουργείο Παιδείας οραματίζεται μια μελλοντική Εθνική Βιβλιοθήκη με τρομερή εξουσία και συντονιστικές αρμοδιότητες, απίθανες ψηφιοποιημένες συλλογές και υπηρεσίες φουτουριστικής σύλληψης – με δεδομένη την ισχύουσα μεσαιωνική πραγματικότητα της Εθνικής Βιβλιοθήκης με την οποία είμαστε όλοι εξοικειωμένοι. Για να επιτελέσει την αποστολή της μια τέτοια Εθνική Βιβλιοθήκη του 21ου αιώνα, θα πρέπει, λέγαμε, να ξέρουμε πόσοι και ποιοι είναι εκείνοι που καλείται να εποπτεύσει.

Οι δημόσιες βιβλιοθήκες του Υπουργείου Παιδείας είναι 45, οι δημοτικές και κοινοτικές … άγνωστο πόσες.
Επιτέλους ξεκινά ένα πρόγραμμα καταγραφής τους, όχι από την Πολιτεία, όπως θα όφειλε χρόνια τώρα, αλλά από την αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία Future Library, η οποία με δωρεά του ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος» (που έχει χρηματοδοτήσει τις νέες κτιριακές εγκαταστάσεις της Εθνικής Βιβλιοθήκης που ετοιμάζονται στο Δέλτα Φαλήρου) εκπονεί μελέτη για την αναλυτική περιγραφή της τρέχουσας κατάστασης των δημόσιων και δημοτικών βιβλιοθηκών στην ελληνική επικράτεια και την κατάρτιση σχεδίου και προτάσεων δράσης για τη βελτίωσή τους. Υπεύθυνος του προγράμματος ο Γιάννης Τροχόπουλος, διευθυντής της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Βέροιας.

Η εταιρεία συστάθηκε τον περασμένο Φεβρουάριο. Το πρόγραμμα ξεκίνησε τον Μάρτιο και θα διαρκέσει ως τον Αύγουστο. Με ερωτηματολόγια θα συλλεχθούν ποσοτικά στοιχεία για εγκαταστάσεις και υπηρεσίες και με διήμερες συζητήσεις σε 13 πόλεις της Ελλάδας (Σέρρες, Βέροια, Λειβαδειά, Ναύπακτος, Τρίκαλα, Βόλος, Τρίπολη, Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πειραιάς, Χίος, Ηράκλειο και Γιάννενα) θα γίνει ποιοτική εκτίμηση της κατάστασης.
Ποιοι προσκαλούνται σε αυτές τις συναντήσεις; Αφενός στοχευμένη ομάδα της τοπικής κοινωνίας (μαθητής λυκείου, φοιτητής, καλλιτέχνης, εθελοντής, άνεργος, μετανάστης, μέλος της βιβλιοθήκης, εκπρόσωπος από το εμπορικό επιμελητήριο κτλ.). Ακολουθεί συζήτηση με βιβλιοθηκονόμους και υπαλλήλους βιβλιοθηκών και τέλος συνάντηση με διευθυντές βιβλιοθηκών της ευρύτερης περιοχής και στελέχη της τοπικής αυτοδιοίκησης και της περιφέρειας.
«Τα μέλη των τοπικών κοινωνιών σπάνια συμμετείχαν σε τέτοιες συζητήσεις», μας είπε ο Γιάννης Τροχόπουλος, την Παρασκευή το απόγευμα, μετά την ολοκλήρωση της δεύτερης συνάντησης στη Βιβλιοθήκη της Βέροιας.

«Στοχευμένες έρευνες γίνονται συνήθως από επιχειρήσεις και εμπορικούς οργανισμούς και δεν συνηθίζονταν στον χώρο του πολιτισμού. Όμως το να παρέχει κανείς υπηρεσίες σε έναν δημόσιο οργανισμό δεν διαφέρει από όσα κάνει ένας ιδιωτικός οργανισμός». Το ζήτημα για τους αρμόδιους του προγράμματος ήταν να έρθουν σε επαφή με ανθρώπους και οργανισμούς που είναι διατεθειμένοι να επενδύσουν στην ανάπτυξη μιας βιβλιοθήκης αλλά και με τους πολίτες γύρω από αυτήν για να εκτιμήσουν τι ιδέα έχουν για τις υπηρεσίες που τους παρέχονται, τι άλλο θα ήθελαν, ποια είναι τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία μιας βιβλιοθήκης και να διαμορφώσουν άποψη για το ποια στοιχεία συγκροτούν ένα υγιές περιβάλλον που θα προσελκύσει μια επένδυση αλλά κυρίως θα εξασφαλίσει τη βιώσιμότητά της, «η βιωσιμότητα ενός εγχειρήματος είναι καθοριστικό στοιχείο και αυτή είναι η αδυναμία των περισσότερων δράσεων στον χώρο του πολιτισμού», λέει ο κ. Τροχόπουλος.

Πώς συμμετέχει η Πολιτεία στο πρόγραμμα αυτό; Ουσιαστικά δεν συμμετέχει. «Δεν της ζητήθηκε άλλωστε», λέει ο κ. Τροχόπουλος, «στο στάδιο αυτό δεν έχουμε άλλους θεσμικούς συμπαίκτες».

Πώς επιλέγησαν οι 13 πόλεις; Στόχος ήταν να καλυφθεί η χώρα γεωγραφικά στο μέγιστο δυνατό. Επιλέχθηκαν πόλεις στις οποίες υπάρχουν δημόσιες και δημοτικές βιβλιοθήκες και οι οποίες είχαν «την ετοιμότητα και τον ενθουσιασμό να συνεργαστούν στο πρόγραμμα». Η εξασφάλιση της συμμετοχή φορέων και μελών των τοπικών κοινωνιών δεν ήταν αυτονόητη «μέσα στο δυσμενές οικονομικό και κοινωνικό κλίμα των ημερών ήταν ένα μικρός Γολγοθάς», λέει ο κ. Τροχόπουλος.

Ποια είναι τα συμπεράσματα από τις δύο πρώτες συναντήσεις; «Για να υλοποιηθούν έργα πρέπει να υπάρξουν συνέργειες, να δημιουργήσουμε το έδαφος για να μεταβούμε από τη διαμαρτυρία στη δημιουργία, και διαπίστωσα με χαρά ότι, όταν υπάρχει υγιές περιβάλλον και σωστή διαδικασία, οι άνθρωποι έχουν τη διάθεση να συμμετάσχουν, να συνδιαλλαγούν προκειμένου να καταρτιστεί μια κοινή πορεία. Δεν συναντήσαμε επιφυλακτικότητα, πράγμα που για τα ελληνικά δεδομένα είναι πρωτόγνωρο», ήταν οι πρώτες εκτιμήσεις του κ. Τροχόπουλου.
Συντέλεσε βέβαια καταλυτικά σε αυτό και το παράδειγμα της Βιβλιοθήκης της Βέροιας που αποτελεί κάτι «σαν τη Σταχτοπούτα του παραμυθιού»: η άσημη βιβλιοθήκη μιας μικρής επαρχιακής ελληνικής πόλης που τόλμησε, δημιούργησε, καινοτόμησε, «παντρεύτηκε» το βραβείο του 1.000.000 δολαρίων του Ιδρύματος Γκέιτς, έγινε διάσημη και αποτελεί πρότυπο βιβλιοθήκης διεθνώς. «Είναι η ενσάρκωση των προσδοκιών των ανθρώπων», λέει περήφανος ο διευθυντής της.

Φιλοδοξία του Future Library είναι «να μετατρέψουμε την κρίση σε ευκαιρία». Βοηθά η κρίση τέτοιες πρωτοβουλίες; «Αλίμονο αν περιμένουμε τις κρίσεις για να δημιουργήσουμε ευκαιρίες», λέει ο κ. Τροχόπουλος, «όμως είναι γεγονός ότι η κρίση βοήθησε γιατί βρήκαμε φορείς, οργανισμούς και δήμους με άλλο προφίλ. Διαπιστώνουν ότι, για να αποδείξουν στους πολίτες ότι μπορούν να προσφέρουν υπηρεσίες, δεν μπορούν να τα καταφέρουν μόνοι τους. Στο μεταξύ, η υπομονή του κόσμου εξαντλείται και ο οργή του πέφτει επί δικαίων και αδίκων. Αυτό το περιβάλλον ευνοεί τη συνεργασία».

Το εγχείρημα είναι περιπετειώδες και φιλόδοξο, γιατί στηρίζεται σε όραμα. Ποιο είναι αυτό; Βιβλιοθήκες που δεν θα είναι μουσεία βιβλίων αλλά χώροι που προσφέρουν περισσότερες υπηρεσίες στον πολίτη, που θα αναλαμβάνουν καινοτόμες δράσεις, θα ενθαρρύνουν την ανάπτυξη δεξιοτήτων, θα προωθούν τη διά βίου μάθηση, θα εκπαιδεύουν στις νέες τεχνολογίες, που θα αγκαλιάζουν μαθητές, συνταξιούχους, επαγγελματίες, μετανάστες, καλλιτέχνες, που θα μπουν στην καρδιά της τοπικής κοινωνίας και θα τη βοηθήσουν να αποκτήσει περισσότερη συνοχή. Με άλλα λόγια, τα «Μαγικά κουτιά» που απολαμβάνουν τα μέλη της Βιβλιοθήκης Βέροιας να μεταφραστούν σε μαγικούς χώρους και για άλλες βιβλιοθήκες της Ελλάδας.

Το παράπονο είναι ότι οι νέοι δεν διαβάζουν. Η έρευνα Αναγνωστικής Συμπεριφοράς του ΕΚΕΒΙ το τεκμηριώνει. Ο Γιάννης Τροχόπουλος δεν πιστεύει το ίδιο. «Το ζητούμενο είναι να καταλάβουμε ότι πρέπει να δημιουργήσουμε ένα ελκυστικό περιβάλλον για τη νέα γενιά». Η βιβλιοθήκη που διευθύνει είναι γεμάτη παιδιά και νέους, που διαβάζουν, πληροφορούνται από το ίντερνετ, δημιουργούν, ψυχαγωγούνται. Παιδιά που εξελίσσονται σε ενήλικες οι οποίοι έχουν άλλη σχέση με το βιβλίο και τον πολιτισμό, που προσφέρουν με τη σειρά τους στις νεότερες γενιές, μέσα από εθελοντική συμμετοχή στις δράσεις της βιβλιοθήκης, «επιστρέφοντας στη βιβλιοθήκη κάτι που της χρωστούσαν», όπως λένε.

Ο υπεύθυνος του προγράμματος παραδέχεται ότι στην πορεία ενδέχεται να υπάρξουν απώλειες, να χρειαστεί να γίνουν συγχωνεύσεις αν διαπιστωθεί ότι υπάρχει ένα τεράστιο μη λειτουργικό δίκτυο βιβλιοθηκών. «Στόχος είναι να έχουμε ένα δίκτυο και βιώσιμο και ελκυστικό, ένα νέο τοπίο που θα φιλοξενήσει ένα πρόγραμμα ρεαλιστικό και μαζί μεγαλόπνοο».

Αν υλοποιηθεί αυτό το όραμα, πώς μπορούμε να εξασφαλίσουμε τη βιώσιμότητά του με μια κουρασμένη Πολιτεία, έναν αδρανή ή στην καλύτερη περίπτωση βραδυκίνητο κρατικό μηχανισμό, οικονομική δυσπραγία και στενόμυαλη δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία ακόμη και στον χώρο του πολιτισμού και της παιδείας – που αναμένει κανείς τα πράγματα να λειτουργούν διαφορετικά; Το ζητούμενο εδώ, κατά τον κ. Τροχόπουλο, είναι «να παρέχουμε εξαιρετικές υπηρεσίες σε ένα κοινό που θα τις απολαμβάνει» –λίγο-πολύ, όπως καταλάβαμε, να κακομάθουμε τους πολίτες σε υπηρεσίες πολιτισμού που δεν ήξεραν καν ότι μπορούν να έχουν στην πόλη τους ή στο χωριό τους– ώστε το κοινό αυτό «να λειτουργήσει στη συνέχεια ως μοχλός πίεσης προς την Εθνική Βιβλιοθήκη και το κράτος προκειμένου αυτές τις υπηρεσίες να τις υποστηρίξουν».